Η πόρτα που δεν άνοιξες

 
Σέρνεται η σκέψη πάνω στις αλγεινές αναμνήσεις. 
Το φιδίσιο κορμί της γδέρνει τις πληγές. 
Ο πόνος ωσάν φρεσκοχυμένο αίμα αναβλύζει.
Ο χρόνος μετέωρος στέκει. 
Συνωμοτεί με το φίδι. 
Δοκιμάζει τη δύναμη του λαβωμένου στην ψυχή. 
Ή στο σώμα. 
Τέτοιες ώρες θυμάμαι την πίστη μου. 
Πιστεύω στο θεριό που λέγεται άνθρωπος. 
Και ας είναι ικανός για το μεγαλύτερο κακό. 
Υπάρχει και το καλό στο είναι του. 
Σ’ αυτό πιστεύω. 
Σε συγχωρώ και εσένα που μου γύρισες την πλάτη στην ανάγκη. 
Η πόρτα που δεν άνοιξες
μ’ έμαθε να μην περιμένω πίσω από πόρτες κλειστές. 
Ποτέ ξανά. 
Μ’ έμαθε να μη ζητώ το νοιάξιμο απ’ όσους κατάφωρα αδιαφορούν. 
Μόνο αβίαστα βγαίνει το νοιάξιμο. 
Ανθρώπινα.
Γενναιόδωρα. 
Σαν χάδι απ’ τη μάνα ή τον πατέρα στο παιδί τους. 
Η ειμαρμένη το ‘θελε εσύ να μου  το μάθεις.
 
Μαργαρίτα Στεφοπούλου

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *