Σαν χάνεται το φως…
Το ηλιοβασίλεμα ενέχει τη θλίψη του τέλους… Σβήνει το φως κι ανάβει το σκοτάδι. Πάντα. Είναι το τίμημα που πληρώνει για την απαράμιλλη ομορφιά του, για τη μαγεία με την οποία ντύνει την πλάση και κάνει τον άνθρωπο να σιωπά στη θέασή του και να χάνεται στο δέος που του προκαλεί αυτή η εξώκοσμη και τόσο επιβλητική χρωματική πανδαισία.
Το ηλιοβασίλεμα βάφεται με τα χρώματα της φωτιάς… Ίσως γιατί προσπαθεί να κάψει όλα τα κακώς κείμενα της μέρας που αποχωρεί. Εκείνα που προκαλούν οργή, φόβο, λύπη. Εκείνα που κάνουν τον άνθρωπο να λυγίζει και να παραιτείται ή να παρεκτρέπεται, να χάνει τον εαυτό του από απελπισία ή θυμό, να μετανοεί ή να εμμένει να ζει με τις καμουφλαρισμένες ενοχές του..
Κι αφού τα κάψει, να περιμένει πάντα να έρθει η γαλήνια και ξεκούραστη ανατολή να σκουπίσει τα αποκαΐδια.
Το ηλιοβασίλεμα μπορεί να επιτελέσει ένα θαύμα: τον άνθρωπο να αναμετρηθεί με τον εαυτό του. Αρκεί αυτός να αφήσει για λίγο τα πάντα στην άκρη και να μείνουν μόνο οι δύο τους. Αυτός κι εκείνο… Να χαθούν ο ένας μέσα στα δαιδαλώδη τρίσβαθα του άλλου.
Και τότε ο άνθρωπος, αν καταφέρει να φιμώσει την τρομακτική φωνή του εγωισμού του και να παραλύσει την αχαριστία και την υπέρμετρη φιλοδοξία του, ίσως έρθει αντιμέτωπος με το δέος, με τον Θεό, με το μεγαλειώδες, μεγαλοπρεπές και μυστηριώδες σύμπαν που τον φιλοξενεί.
Ίσως συνηδειτοποιήσει τη μικρότητα και τη μικροψυχία του, τη γελοιότητα της αλαζονείας του, τον τοίχο που κατάφερε να χτίσει ανάμεσα σε αυτόν και την ουσία της ζωής, ανάμεσα σε αυτόν και ο,τιδήποτε άλλο έμψυχο και άψυχο υπάρχει και χρειάζεται την κοινωνία μαζί του.
Ίσως συνειδητοποιήσει πόσο τραγικά μόνος είναι μέσα σε έναν τεράστιο και πάμπλουτο, σε ομορφιά και αγάπη, κόσμο…
Και ίσως, λέω και πάλι αλλά μάλλον ουτοπικά “ίσως”, λάμψει μέσα του η σπίθα να μετουσιωθεί σε κάτι αγνότερο, σε κάτι καλύτερο, σε κάτι πιο αληθινό!
Κ. Καραμπάρη Πανταλέων