Μικρές ιστορίες σε μεγάλους τοίχους

Ανέκαθεν είχα μια ιδιαίτερη προτίμηση στις δημιουργίες των δρόμων. Συνθήματα σε τοίχους, παγκάκια, πεζοδρόμια. Γραμμένα με σπρέι, μαρκαδόρο, στυλό. Αραδιασμένες λέξεις σε σύντομες φράσεις. Μικρά μηνύματα για πελώρια αισθήματα. Μοιάζουν με κραυγές στη σιγή. Μοιάζουν με υπότιτλοι ζωής. Μα είναι μονάχα γκράφιτι παιδιών. Επώνυμα κι ανώνυμα, για αγάπες και λιγοψυχίες, πλάι σε σκιτσαρισμένες καρδιές αποφθέγματα του Λειβαδίτη, συνθήματα υπέρ της ελευθερίας, αστείες φράσεις, στίχοι της Μποφίλιου μα και του Μητροπάνου. Δε με γοήτευαν αυτούσιες οι φράσεις, μα η τόλμη των δημιουργών τους. Με όπλο το μελάνι, άφηναν το στίγμα τους σε μια γωνίτσα της πολιτείας.

Θυμάμαι όταν εντόπισα ένα σύνθημα από τα αξέχαστα. Σ’ ένα παγκάκι στο πάρκο της παραλιακής ένα ξεθωριασμένο καλλιγραφικό: «Ελπίδα σ’ αγαπώ (2003)». Ακριβώς από κάτω, με τα ίδια καλοσχηματισμένα γράμματα: «Ελπίδα σ’ αγαπώ ακόμα (2017)». Χαμογέλασα σχεδόν ανακουφισμένη, θαρρείς κι η Ελπίδα ήμουν εγώ. Ενδόμυχα, αναπτερώθηκαν οι δικές μου ελπίδες, πως η μάστιγα της φευγαλέας αγάπης δε θέρισε όλα τα σώματα. Υπάρχουν κορμιά που άντεξαν στην πάροδο του χρόνου, σαν τα αποφθέγματα επάνω στα ξύλινα παγκάκια. Κι υπάρχουν ερωτευμένοι που μπορούν να μιλήσουν με ευθύτητα στις καρδιές καλύτερα κι από τους καλλιτέχνες.
«Να προσέχεις» σ’ έναν ετοιμόρροπο τοίχο της παλιάς πόλης. «Θα είμαι εδώ» στη γέφυρα πριν το τούνελ. «Καλημέρα, πριγκίπισσά μου» στην εξωτερική πλευρά του γηπέδου. «Θέλω να σε μισήσω», με κοφτά μικρά γράμματα επάνω σε μια ξεθωριασμένη επιγραφή του δρόμου. «RIP, Αλεξάκο μας», σ’ ένα πλακάκι του πεζοδρομίου. «Φίλα με, πετώ να σε βρω», μ’ ένα ζωγραφιστό φιλί στην κολώνα μεγάλου πολυκαταστήματος. Κι άλλες χιλιάδες κουβέντες σκορπισμένες σε κάθε γωνιά της πολιτείας. Άραγε ποια μάτια γυρεύουν να διαβαστούν; Ποιος είναι ο εκλεκτός παραλήπτης τους; Κι αν τα μηνύματα παραδοθούν κι αγνοηθούν; Άραγε, εκείνο: το «Μου λείπεις» που ξεπρόβαλλε στην αποθήκη του γειτονικού σπιτιού θα έπαιρνε το ανάλογο: «Κι εμένα, καρδιά μου» που του άξιζε;
Πιστεύεις διαφέρουμε αρκετά από τους καλλιτέχνες των δρόμων; Όχι ιδιαίτερα. Ξέρεις, όλοι λίγο πολύ μιλάμε στα ντουβάρια. Μη γελάς, το εννοώ. Είτε σε τοίχους κοινωνικής δικτύωσης, είτε σε ανθρώπους που δύνανται ν’ αφουγκραστούν τις σκέψεις μας, όπως οι τσιμεντένιοι τοίχοι. Πασχίζουμε να προβάλουμε τους μονόλογούς μας. Δε ζητιανεύουμε απαντήσεις. Ίσως μονάχα ένα ψήγμα κατανόησης, πως κάπου, κάποιος αισθάνεται το ίδιο. Σαν ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη, σαν ένα: «Φίλε μου, σε νιώθω!». Τόσο απλά.
Εγώ που είθισται να εκφράζομαι μέσω του γραπτού λόγου, που ζω και κοιμάμαι μ’ ένα στυλό μπλεγμένο στ’ ακροδάχτυλά μου, που καταβροχθίζω άρθρα και βιβλία, τολμώ να σου πω πως οι καλλιτέχνες των δρόμων κατέχουν ένα επιπλέον χάρισμα. Την αλήθεια. Δε χρειάζονται στόλισμα οι λέξεις τους, ούτε κερδίζουν τις εντυπώσεις με περίτεχνα φραστικά κολπάκια. Αυτή η ερασιτεχνική προσέγγισή τους μύριζε ειλικρίνεια. Κι εγώ πάντα υποκλινόμουν στις αλήθειες που δε φοβούνται να φανερωθούν. Ιδιαίτερα σ’ εκείνες που δέσποζαν περήφανες κάτω απ’ τα φώτα των μεγάλων λεωφόρων…
Έλενα Κορινιώτη

About Έλενα Κορινιώτη

Μπορεί επίσης να σας αρέσει