Που πάνε οι έρωτες όταν πεθαίνουν;
Είμαι στην προβλήτα και περιμένω τον Λουκά. Χαίρομαι που η πρώτη μας συνάντηση θα γίνει σε καράβι επάνω. Που από το κατάστρωμα θα μπορούμε να μιλάμε για τη ζωή, να φιλοσοφούμε πάνω από το πέλαγος χωρίς να μας νοιάζει αν τις λέξεις μας τις πάρει το αεράκι. Άλλωστε υπάρχουν πάντα μέσα μας, τις κουβαλάμε στο συρταράκι της ψυχής μας και τις κερνάμε αν θέλουμε στα χρώματα του ουρανού και της θάλασσας. Τα πουλιά και τα κύματα έχουν το ελεύθερο να πάνε τις σκέψεις και τις λέξεις μας ακόμα πιο μακριά, να τις σκορπίσουν σε μέρη μακρινά που υπάρχουν στην αλήθεια ή στη φαντασία μας.
Την βλέπω να περιμένει στην προβλήτα. Οι αρχαίοι λέγανε «οία η μορφή, τοιάδε και η ψυχή», δηλαδή μπορείς να αντικρίσεις την ψυχική ωραιότητα κάπου αποτυπωμένη στην ευγενική μορφή του. Μακάρι να μπορούσα να πω το ίδιο για τις λέξεις. Έχω διαβάσει πανέμορφες λέξεις από άσχημες ψυχές. Αλλά εδώ δεν συμβαίνει το ίδιο. Οι λέξεις είναι ο καθρέπτης της συνταξιδιώτισσας μου. Ευγενικές, αξιοπρεπείς και όμορφες. Τι διάολο όμως να συζητήσουμε. Η φιλία και ο διάλογος θυμίζουν τη θάλασσα. Μπορείς να μείνεις στην επιφάνεια ή να πας μέχρι τα βάθη. Το ίδιο και το ταξίδι στις λέξεις. Μπορείς να φτάσεις μέχρι τις Ηράκλειες Πύλες της σιγουριάς σου ή να εξερευνήσεις τους άγνωστους ωκεανούς συναισθημάτων και ιδεών! Θα φανεί στην πορεία. Έφτασα απέναντι της. «Επιτέλους Ιωάννα, συναντώ την αφεντιά σου. Είσαι έτοιμη για το ταξίδι μας;».
Με το δεξί μου χέρι προσπαθώ να κρατήσω το καπέλο μου ενώ με το αριστερό να υποτάξω το φόρεμά μου που θέλει να χορέψει ένα ρομαντικό χορό με το αεράκι. Τα μάτια μου λάμπουν όπως λάμπει στον ήλιο η χαρά και το χαμόγελό μου δηλώνει πως είμαι έτοιμη για το ταξίδι αυτό που το περίμενα καιρό. «Πού πάνε οι έρωτες όταν πεθαίνουν Λουκά; Δεν πιστεύω ότι χάνονται, δεν μπορεί να χάνονται όλα όσα μοιράστηκαν, όλα όσα ένιωσαν δύο άνθρωποι. Τα φιλιά, τα χάδια… Πού πάει το θα σε αγαπώ για πάντα; Και οι φιλίες Λουκά; Πού πάνε οι άνθρωποι που ήταν κάποτε το στήριγμά μας; Που πάνε αυτοί που δήλωναν πώς θα ήταν πάντα εδώ για μας; Τι γίνεται με τα αισθήματα ; Αν είχαν μορφή πώς θα έμοιαζαν; Άραγε δακρύζουν και αυτά όταν πονάνε;». Κοιτάω τον ήλιο. Είναι τόσο όμορφος πριν πάει για ύπνο. Κοιτάω τον Λουκά. Κάτω από το μουστάκι του ετοιμάζονται απαντήσεις.
Ω να με πάρει! Με έβαλε στα δύσκολα η αφεντιά της. Να μου πεις μερικοί άνθρωποι σε βγάζουν από τη ζώνη της άνεσής σου. Μόνο και μόνο για την αμεσότητα και το θάρρος της, αξίζει τίμιες απαντήσεις η Ιωάννα και ας μην της αρέσουν. «Πού πάνε οι έρωτες όταν χάνονται λοιπόν; To ερώτημα μπορεί να απαντηθεί όταν δούμε την αρχή του έρωτα. Την ενέργεια που εκλύεται στον κόσμο από την ψυχή, την καρδιά και το μυαλό των ερωτευμένων.
Στην αρχή αυτή η ενέργεια απορροφάται εξολοκλήρου από το υποκείμενο του πόθου μας. Μετά η φθορά του αδυσώπητου χρόνου, οι διαφορές στον χαρακτήρα, οι αντικειμενικές δυσκολίες εμφανίζονται. Η ενέργεια του έρωτα θα μετατραπεί σε ενέργεια της αγάπης στη μια περίπτωση. Στην άλλη περίπτωση, θα διαχυθεί στο περιβάλλον και θα εγκατασταθεί σε άλλους ερωτευμένους, σε άλλο χρόνο και τόπο. Σε μας μένουν οι αναμνήσεις που χώνουμε στο σεντούκι της ψυχής στα πιο βαθιά μέρη της. Λέγεται ένστικτο αυτοσυντήρησης.
Η φιλία για μένα είναι το ταξίδι της ζωής με συνοδοιπόρους. Ένα ταξίδι που αρχίζεις και τελειώνεις μόνος ή μόνη. Στη διαδρομή θα συναντήσεις ανθρώπους που θα δεθείς μαζί τους και θα γίνεις φίλος. Αν είσαι τυχερός και οι διαδρομές σας έχουν ίδιους προορισμούς και κοιτάτε τα ίδια αστέρια στον αξιακό σας ουρανό, θα κρατήσει χρόνια. Αλλιώς οι δρόμοι σας θα χωρίσουν. Δεν είναι ότι οι άνθρωποι λένε μεγάλα λόγια όταν λένε ότι θα κρατήσει κάτι για πάντα. Απλά δεν συνειδητοποιούν ότι ο δρόμος είναι απρόβλεπτος. Διάολε, οι ίδιοι είμαστε απρόβλεπτοι!
Το θέμα στη φιλία όπως και στη σχέση είναι να ζήσεις τις στιγμές, έχοντας επίγνωση ότι παρά τις καλές ή όχι τόσο καλές προθέσεις των ανθρώπων, οι δρόμοι σμίγουν και χωρίζουν. Τα αισθήματα έχουν μορφή Ιωάννα μου. Είναι το πρόσωπό σου στον καθρέφτη όταν είσαι μόνη απέναντι με τις αλήθειες, τα ψέματα σου, τα θέλω και τα πρέπει σου. Όταν βγάζεις την καθημερινή σου μάσκα και μετριέσαι με σένα. Είσαι ευτυχισμένη; Θα χαμογελάνε τα συναισθήματά σου. Είσαι λυπημένη, πονάς, δυστυχισμένη; Τα δάκρυα σου θα είναι το ποτάμι των συναισθημάτων σου. Δεν ξέρω αν σου άρεσαν οι απαντήσεις μου. Ξέρω ότι μου αρέσει να χαζέψω το ηλιοβασίλεμα με μια καλή φίλη».
«Είσαι θησαυρός Λουκά! Αισθάνομαι πολύ τυχερή που κάνω αυτό το ταξίδι μαζί σου. Θα μπορούσα να σε ακούω να μιλάς με τις ώρες. Να μου σερβίρεις τα αρχαία γνωμικά και τις σοφές σου σκέψεις και εγώ να μαγεύομαι ακόμα πιο πολύ και να ευχαριστώ τη θεά τύχη που φρόντισε να σε έχω συνοδοιπόρο μου στις θάλασσες των λέξεων».
Το καράβι πιάνει λιμάνι.
«Λέω να μην κατέβουμε Λουκά! Εσύ;».
Ξέρω ήδη την απάντηση. Έχει το χρώμα του ταξιδιού που δεν θέλει να τελειώσει.