Σκοτώνοντας το τέρας

Post Views: 2

Τούτη η κραυγή δεν είναι δική μου. Εγώ ήμουν τυχερή. Εγώ είχα στηρίγματα. Εγώ έγινα δυνατή. 
Τούτη η κραυγή ανήκει στην/στον κάθε “εγώ” “κι εγώ” “κι εγώ” που περιμένει να ξημερώσει η μέρα που θα κοιτάξει το τέρας κατάματα ρωτώντας: 
Έκλαψες ποτέ;
Για το συναισθηματικό σου τίποτα;
Για τη βρωμιά μέσα σου;
Για το δηλητήριο που σκορπάς με το άγγιγμά σου; 
Για τις ψυχές που κατέστρεψες;
Για την αθωότητα που πλήγωσες;
Για το παιδί που σκότωσες;
Δάκρυσες ποτέ;
Για ‘κείνα τα όνειρα που ακρωτηρίασες;
Για τον έρωτα που από Θεό τον έκανες σατανά;
Σκέφτηκες ποτέ;
Με ‘κείνες τις σκέψεις ενωμένες με θύμησες, με μνήμες μαύρες που εσύ κατάφερες να ντύσεις με αστήριχτες ενοχές; 
Σκέφτηκες ποτέ;
Ότι οι ορέξεις σου είναι γάγγραινες που αρρωσταίνουν όλο το σώμα που κομπορρημονείς ότι υπηρετείς;
Εσύ το ιερό τέρας…. το τέρας…
Ντράπηκες ποτέ;
Για την αηδία του αρρωστημένου σου νου; 
Για το σιχαμερό σου χάδι; 
Για τον αποτροπιασμό ενωμένο με φόβο που έβλεπες στα βλέμματα των θυμάτων σου όταν εφάρμοζες τα διεστραμμένα σχέδιά σου;
Ντράπηκες ποτέ;
Που έπαιρνες το χειροκρότημα και τη δόξα με εξαπάτηση, υποκρινόμενος ότι ποιείς ήθος;
Φοβήθηκες ποτέ;
Όπως φοβήθηκαν αυτοί κι αυτές που βεβήλωσες σε μία στιγμή, σε μία σεζόν, σε μία σκηνή;
Ένιωσες ποτέ;
Να πονάει τόσο το κορμί και η ψυχή σου;
Να είσαι αδύναμος σαν πουλάκι που με μια κίνηση μπορεί να συνθλιβεί σε μία γροθιά;
Να μην έχεις οξυγόνο;
Να πνίγεσαι και να μην έχεις έξοδο διαφυγής;
Να έχεις στόμα, αλλά όχι φωνή, να κόβεται η λαλιά σου;
Να νιώθεις τον αργό θάνατο, του κορμιού, των αισθήσεων, της αξιοπρέπειας σου;
Ένιωσες ποτέ;
Την αλλότρια βρώμα κολλημένη επάνω σου; 
Να ξεπλένεις το κορμί σου και να μη φεύγει; 
Άκουσες ποτέ;
Για τη μαγεία της αμοιβαιότητας, της οικειοθελούς παράδοσης, της μοιραίας ένωσης;
Αναρωτήθηκες ποτέ;
Γιατί βάφτισες το συμπλεγματισμό σου λαγνεία και τη βίαιη επιβουλή σου δόξα κι εξουσία;
Αλήθεια, ένιωσες ποτέ ικανοποίηση, ηδονή, έρωτα;
Αλήθεια αγάπησες ποτέ…;
Τώρα που έσπασε το απόστημα, τώρα που ανοίγουν τα στόματα ήρθε η ώρα…!
ΝΑ ΠΟΝΕΣΕΙΣ από τα ραπίσματα της αλήθειας, μιας αλήθειας που έθαβες στα θεμέλια της προκάτ επιτυχίας σου.
ΝΑ ΚΛΑΨΕΙΣ από τον πόνο του στίγματος, ισόβιο δάκρυ που δε θα κυλήσει ποτέ από τα μάτια σου.
ΝΑ ΝΤΡΑΠΕΙΣ ψάχνοντας κουίντα να κρυφτείς.
ΝΑ ΦΟΒΗΘΕΙΣ τον πέλεκυ της δικαιοσύνης Θεού και ανθρώπων.
ΝΑ ΑΚΟΥΣΕΙΣ τον ήχο που κάνει ο θρόνος σα γκρεμίζεται.
ΝΑ ΤΙΜΩΡΗΘΕΙΣ όπως σου αξίζει, όπως ορίζουν τα κιτάπια, γιατί στη βαναυσότητα και στη φρίκη σου, η απάντηση είναι η δικαιοσύνη
ΝΑ ΝΙΩΣΕΙΣ την τιμωρία των Ερινυών που δίδασκες στ’ αρχαία δράματα.
ΝΑ ΖΗΤΗΣΕΙΣ ΣΥΓΓΝΏΜΗ!
ΝΑ ΤΑΠΕΙΝΩΘΕΙΣ!
ΝΑ ΣΚΥΨΕΙΣ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ!
ΝΑ ΜΙΚΡΥΝΕΙΣ!
Να γίνεις αυτό που πάντα ήσουν… ένα δυστυχισμένο τίποτα σε στολή ανθρώπου…
Για αγάπη για σένα είναι αργά…

Ανθή Γεώργα

Post Views: 2

About Ανθή Γεώργα

Γεννήθηκα στην Αθηνα, παιδί της γενιάς του 80, όταν μεσουρανούσαν η ντίσκο, το μαλλί αφανα και τα κόκκινα αυτοκίνητα. Σ αυτή τη γιγαντουπολη μένω και το απολαμβάνω, έχοντας πάνω μου ασβηστα τα σημάδια απο τις επιρροές της επαρχίας. Δύο γονείς, δύο ιδιαίτερες πατρίδες, ατελείωτα καλοκαίρια, έχω ζήσει το ένα τρίτο της ζωής εκεί. Εργάζομαι ως δικηγόρος, διαβάζω νόμους, τους ερμηνεύω, τους χειρίζομαι, τους χρησιμοποιώ σαν εργαλείο της δουλειάς. Όπως και το λόγο άλλωστε.. Σκέφτομαι με λέξεις, εκφράζομαι με αυτές και όταν δε γράφω δικόγραφα, τις κάνω προτάσεις μήπως και μπορέσω να ερμηνεύσω τους ευμεταβλητους νόμους της ζωής.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει