Η χαραμάδα μου
…Να είχα, λέει, μιαν αγάπη σαν αλάνα…
Να κυλιόμουνα μέσα της, να ‘κανα τούμπες, να ‘πλωνα την αρίδα μου να λιαζόμουνα… Να ‘ρχόντανε τα όνειρά μου σαν τις κάργιες να φτεροκοπούν πάνω από το κεφάλι μου.
Βαρέθηκα να χώνω τη ρημάδα την ψυχή μου στα ντουλάπια και να της κρεμώ αρωματικά σακουλάκια να μην τη φάει ο σκόρος.
Βαρέθηκα να περπατώ με την πλάτη κολλημένη στα ντουβάρια, γιατί νιώθω γύρω μου το θόρυβο από τα μαχαίρια που ακονίζονται.
Είναι πολύ, ρε σεις, αυτό που ονειρεύτηκα;
Μιαν αγάπη λέω, σαν αλάνα.
Ν’ απλώσω την αρίδα μου να λιαστώ.»
Αλκυόνη Παπαδάκη
Να ‘χα λέει και μια χαραμάδα μόνιμα ανοιχτή να με παρακολουθώ!
Γιατί μέχρι σήμερα παρακολουθούσα εσένα.
Μέχρι εκεί έφτανα όμως.
Να τρυπώσω στη σκέψη σου, ποτέ δεν το κατάφερα.
Μετά, έγλειφα τις πληγές μου!
Μέχρι εκεί μπορούσα.
Και σχεδίαζα και ετοίμαζα καράβια και εσύ όλο και απομάκρυνες τη στεριά απ’ τον ορίζοντά μου!
Είναι και αυτός ο φόβος της προσμονής βλέπεις. Σαν να τρομάζεις να ζήσεις όσα θέλεις.
Είναι και εκείνα τα πουλιά που κράζουν παράξενα τα βράδια και εσύ τραβάς το σεντόνι μέχρι τα μάτια σου.
Συνάντησα πολλούς παρατηρητές στη ζωή μου. Ξέρεις από αυτούς που αρκούνται να περιμένουν χωρίς να τολμούν.
Κάτι τους τραβάει πίσω, δεν έχουν μάθει να χάνουν γιατί δεν έμαθαν να πολεμούν.
Έτσι, ψάχνουν και αυτοί μια χαραμάδα όπως εγώ για να παρατηρούν τους άλλους.
Να αρνούνται να πιστέψουν αυτά που αχνοφαίνονται μπροστά τους.
Ξέρεις, καμιά φορά, όλα έρχονται στην ώρα τους και ας μην το πιστεύεις.
Όλα «κουμπώνουν» μαγικά και λύνονται με μιας όλες σου οι απορίες.
Σήμερα λοιπόν αποφάσισα να με παρακολουθήσω και ο Θεός γλεντάει μαζί μου!
Ο δικός μου Θεός, δεν είναι ίδιος με το δικό σου.
Γιατί φοβάσαι να δεις καθαρά τι έπραξες, νόμισες πως παίζοντας δε θα είσαι ο χαμένος.
Απίστευτη η ζωή τελικά!
Κανείς λέει δε γεννήθηκε κακός.
Τι σημαίνει αυτή η λέξη;
Και από τους κακούς ήθελα να με προφυλάξω, από αυτούς που δήθεν με καταλάβαιναν και ήθελαν το καλό μου.
Κάπως έτσι μπερδεύτηκα με εσένα, όπως και με εκείνους.
Κάθε μικρή ελπίδα που σκόρπιζες, φάνταζε τεράστια στα μάτια μου. Και πάντα καταλάβαινα και πάντα συγχωρούσα και πάντα με έπαιρνα αγκαλιά τα βράδια όταν σε περίμενα.
Είχες μάθει να ανάβεις τη φωτιά, μα είχες μάθει καλά να μαζεύεις και την στάχτη.
Εγώ σκορπιζόμουν για σένα και εσύ τη σκόρπιζες στα μάτια μου.
Τώρα προσέχω περισσότερο μην ανακαλύψει κανείς την χαραμάδα μου.
Ανενόχλητη, μπορώ να με παρακολουθώ να καταστρέφομαι!
Πως το ‘χες πει κάποτε που όλα έμοιαζαν ωραία;
Κάτσε να δεις… κάτι θυμάμαι..
«νικάω χάνοντας, σιγά, αργά…»
Μάλλον έτσι γελάστηκα και εγώ, στο σιγά και στο αργά!
«μα έμεινες εκεί…»
Έμενα εκεί, τώρα μετακόμισα!
«αντίπαλος αγαπημένος»
Αντίπαλός μου, μόνο εγώ τελικά!
Είναι πολύ, ρε σεις, αυτό που ονειρεύτηκα;
Μαρία Βουζουνεράκη
https://www.youtube.com/watch?v=QaGfBBktu5k