Οι ψυχές δεν έχουν φύλο

Και να ‘μαστε πάλι εδώ, στο ίδιο σαλόνι, στους ίδιους καναπέδες με ανοιχτά μπουκάλια από κρασιά, μισογεμισμένα τασάκια, τηλεόραση ανοιχτή να μη χάνουμε την επαφή με την επικαιρότητα, ξηρούς καρπούς και λοιπά εδέσματα που δεν αγγίζουμε, και κινητές συσκευές προέκταση του χεριού μας.

Έτοιμο πάλι το κοινοβιακό να δεχθεί τις εξομολογήσεις των μόνων.

Δεν είσαι η φίλη μου σήμερα, δεν έχει σημασία που είσαι άντρας.

Οι ψυχές δεν έχουν φύλο.

Είσαι μια ψυχή που πονάει και είμαι μια ψυχή που διαβάζει.

Και είμαι εδώ για σένα.

Να δώσω ερμηνείες στα αινίγματα που εμφανίζονται στην οθόνη σου.

Να κάνω τη φωνή της λογικής.

Και το συνήγορο του διαβόλου.

Να δω την κατάσταση κι απ’ έξω κι από μέσα.

Να σε βοηθήσω να δεις τι θέλεις.

Τι νιώθεις.

Γιατί δεν είναι κακό να νιώθεις. Είναι το πιο όμορφο.

Να σου δώσω προοπτική, αλλά όχι ψεύτικες ελπίδες.

Να σου δείξω το δρόμο της λογικής, αλλά και την παρακαμπτήριο της υπέρβασης.

Να προσπαθείς να μου δώσεις απαντήσεις και να μην ξέρεις.

Να μη βρίσκεις τα λόγια.

Γιατί είσαι άντρας, και δεν τα πας καλά με τις λέξεις.

Αλλά η ψυχή σου μιλάει.

Κι ενίοτε κλαίει.

Και είναι τόσο μεγαλειώδες και γενναίο που ξεδιπλώνεσαι.

Που τσαλακώνεσαι.

Που δε φοβάσαι να φανείς τρωτός κι ας είσαι δύο μέτρα.

Είσαι άνθρωπος και νιώθεις.

Και το βλέπω. Και μου εξηγείς πράγματα. Ή μάλλον προσπαθείς.

Κι εγώ που είμαι γυναίκα σου αναλύω. Και δεν χρειάζεται βέβαια να προσπαθήσω τόσο.

Κι έτσι όπως μιλάμε κάνω flash back στα δικά μου, στης κολλητής μου, στα ισοπεδωτικά αποφθέγματα που κυκλοφορούν στις γυναικοπαρέες αποδίδοντας χαρακτηριστικά τετράποδων σε όλους τους άρρενες.

 Αποφθέγματα που μοιάζουν να τίθενται εν αμφιβόλω.

Γιατί;

Γιατί μάλλον δεν έχουμε μάθει να επικοινωνούμε.

Γιατί ο έρωτας είναι το πιο εγωιστικό και άπληστο συναίσθημα.

Το πιο αχόρταγο. Το πιο σπαστικό, το πιο βασανιστικό.

Γιατί εκείνη ποτέ δεν κατάφερε να δει το βυθό σου κι έμεινε στην επιφάνεια, κι ας μου φαίνεται εμένα τόσο διάφανη η ψυχή σου και φαίνονται ολοκάθαρα και τα πολύχρωμα κοράλλια σου, αλλά και τ’ απομεινάρια απ’ τα ναυαγισμένα σου ταξίδια.

Γιατί εκείνος ποτέ δεν είδε τη δύναμή μου σαν ευλογία αλλά μοναχά σαν απειλή.

Και κοντεύουμε να τελειώσουμε το μπουκάλι, κι αναρωτιόμαστε, γιατί τελικά αυτός ο μικρός τρελός φτερωτός θεός στρέφει τα βέλη στον εαυτό του και αυτοτραυματίζεται, ματώνει, αιμορραγεί και τελικά πεθαίνει.

Και το τελειώσαμε. Και απάντηση δεν πήραμε.

Και δεν έχουμε πια κουράγιο άλλο να μιλάμε , νυστάξαμε.

Σηκώνεσαι μα φύγεις να πας σπίτι. Σου κάνω μια αγκαλιά, αιώρα ν’ αποθέσεις το βαρύ σωρό των ανησυχιών σου.

Οι ψυχές δεν έχουν φύλο. Δεν έχουν κώδικες. Δε χρειάζονται αποκρυπτογράφηση.

Μόνο να νιώσεις.

Να πετάξεις τα βέλη της κόντρας και να τα αντικαταστήσεις με τα χάδια της αφοσίωσης.

Τότε ίσως ο φτερωτός μικρός μεγαλώσει και γεράσει και γίνει αγάπη που τρέφεται μόνο με αυταπάρνηση.

Αυτά μου έμαθες σήμερα φίλε μου.

Καληνύχτα!!!

Ανθή Γεώργα

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *