Υπέροχη γυναίκα, γιόρταζε την κάθε μέρα

Γ  εννά, Γεννιέται , δε Γίνεται

Υ  πέροχη Υπερέχει, και καμιά φορά Υστερική Υστεριάζει

Ν  ανουρίζει, Νταντεύει, Ντύνει

Α  φοσιώνεται, Ακούει, Αλλάζει

Ι  κανοποιεί τους πάντες, Ιδρώνει για όλους, Ίση αλλά όχι όμοια

Κ  ανακεύει, Κρύβει τις αδυναμίες της, Κρατάει τις ισορροπίες

Α  γκαλιάζει, Αγαπάει κι Αδιαφορεί

 

8 Μαρτίου, Ημέρα της γυναίκας, όπως έχουμε μάθει τις τελευταίες δεκαετίες.

Είπα κι εγώ να γράψω κάτι επετειακό. Προσφέρθηκα για την ακρίβεια, χωρίς να ξέρω τι ακριβώς θα γράψω.

Κάποιος θα γελούσε, διερωτώμενος «εσένα βρήκανε;  Καμία πιο γυναίκα δεν μπορούσαν να βρούνε για να γράψει;»

Ποτέ δεν έδωσα πολλή σημασία σ’ αυτή τη γιορτή.

Θαρρώ πως οι παγκόσμιες ημέρες είναι για τα προστατευόμενα είδη, αυτά τα προς εξαφάνιση που τα αποκαλούμε εις διπλούν. Την καρέτα- καρέτα, τη μονάχους- μονάχους, τον άντρα- άντρα.

Εγώ πάλι μεγάλωσα σ’ ένα περιβάλλον και σε μία συγκυρία χρονική που ποτέ δεν κατάλαβα ανισότητα, παρά μόνο ανομοιότητα.

Κι αν πρέπει να γράψω κάτι για τις γυναίκες, θα πρέπει να γράφω ώρες, μέρες , μήνες.

Και οι σκέψεις να μην τελειώνουν ποτέ.

Γιατί η γυναίκα είναι είδος περίπλοκο.

Κι εμένα δε μου άρεσαν ποτέ τα ισοπεδωτικά τσουβαλιάσματα.

Γιατί η γυναίκα δεν προσδιορίζεται μόνο από τα ανατομικά χαρακτηριστικά και την εξωτερική εμφάνιση.

Γυναίκα είναι η παχουλή αγρότισσα που μεγάλωσε στα χωράφια, δε διάλεξε σύζυγο , της διαλέξανε και της έφεραν κάποιον για άντρα, τον έρωτα τον ένιωσε σα διαδικασία αναπαραγωγής, σα καθήκον μηχανικό που πρέπει να προσφέρει στον αφέντη. Μεγάλωσε παιδιά, έχοντας γνώμη, χωρίς να τη λέει, για τον εαυτό της πράμα δεν κράτησε, για να τη θυμόμαστε στα τελευταία της, χοντρή, ατημέλητη, με αυλακωμένο από τις ρυτίδες πρόσωπο και μουστάκι που σε τσιμπάει όταν πας να τη φιλήσεις.

Γυναίκα ήταν κι αυτή, η πιο άτυχη και πιο ατίθαση. Που δεν της βρήκανε κανένα για σύζυγο, ή που είχε το σθένος τον καταναγκασμό ν’ αρνηθεί. Που είχε θείο δώρο την ομορφιά και διψούσε για κάτι που παλιά ήταν απαγορευμένος καρπός, που της κολλήσανε τη ρετσινιά της «εύκολης», της «παστρικιάς».

Γυναίκα, αυτή που μάζεψε τις άλλες γυναίκες, που είπε «φτάνει ως εδώ», «δε θα αποφασίζουν οι άλλοι για μας», που διεκδίκησε δικαιώματα και για να γίνει ίση με τον άντρα, θέλησε να του μοιάσει, φόρεσε παντελόνια, γραβάτες, κουρεύτηκε αντρικά, έκαψε το στηθόδεσμο.

Φιγούρες γυναικείες πέρασαν πολλές , χιλιάδες ιστορίες, μέχρι να φτάσουμε σ’ ένα σήμερα που συναντάς κάθε λογής γυναίκα, σε κάθε ηλικία, σε κάθε χρώμα, σε κάθε μέγεθος, για κάθε βαλάντιο.

Για κάποιες γυναίκες, δεν αξίζει να γράψω ούτε αράδα.

Το ξέρετε, και παρά ταύτα σα μαγνητισμένοι από το μυστηριώδες δηλητήριό τους, κολλάτε, βασανίζεστε, καπνίζετε μέχρι και τα δάχτυλά σας.

Και σβήνετε το τσιγάρο σας στο σώμα μιας άλλης γυναίκας.

Γι’ αυτή τη γυναίκα θα μιλήσω, την άλλη, τη μία, που της φέρεστε σα να’ ταν η κάθε μία.

Την όμορφη, την κομψή, την περιποιημένη∙ θέλγει τους άντρες, την καμαρώνει ο πατέρας της, έχει πολλούς θαυμαστές, αλλά δίνεται σε έναν.

Τη γυναίκα την έξυπνη , τη μορφωμένη∙ χρήσιμη στο να λύνει προβλήματα,  συντηρεί και διατηρεί το σπιτικό, την έχεις φίλη, εξομολόγο, σύμβουλο.

Τη γυναίκα την ακούραστη∙ ξενυχτά στο προσκεφάλι του άρρωστου παιδιού, του πονοκεφαλιασμένου άντρα,  χαμογελά, δε χάνει την πίστη  , την ελπίδα, την αισιοδοξία.

Τη γυναίκα ήρεμη δύναμη∙ βάζει πλαφόν στα όνειρα και στις φιλοδοξίες, πειθαρχεί στον τεκμαρτό αφέντη.

Τη γυναίκα, αυτή την αστείρευτη, που δίνει χωρίς να φοβάται ότι θα σωθούν τα αποθέματα αγάπης, στοργής, αφοσίωσης, τη γενναιόδωρη και γενναιόψυχη σε όλα.

Τη γυναίκα την περήφανη, την ανεξάρτητη, που δεν καταδέχεται των συναλλαγών τη μικρότητα, δεν εξαγοράζεται, δεν τιθασεύεται με την ύλη, ξέρει τι θέλει, δεν μπαίνει μπροστά.

Τη γυναίκα με τη μεγάλη καρδιά, που αγαπά και συγχωρεί, αγαπάει κι αδιαφορεί για τις σειρήνες που της λένε «φύγε μακριά».

Τη γυναίκα την αξιοπρεπή, που φεύγει αθόρυβα και την ώρα που απομακρύνεται, πάλι προσεύχεται για σένα, εύχεται μόνο το καλό σου.

Κλείνει τα μάτια, δάκρυα κυλούν. Μέχρι να στρίψει στη γωνία στερεύουν.

Μετά η σιωπή, κι αυτή της δύναμη, δε θα την κερδίσεις ποτέ.

Γι’ αυτή τη γυναίκα σήμερα σας μιλώ. Γι’ αυτές τις γυναίκες. Είναι δίπλα σας. Τις έχετε. Αλλά τις χάνετε.

Μην τους πείτε σήμερα χρόνια πολλά. Να τις αγαπάτε και να τις σέβεστε 365 ημέρες το χρόνο .

Ανθή Γεώργα

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *