Ο χρόνος

Σ’ εκείνη τη μεγάλη λεωφόρο της ζωής συναντηθήκαμε ξανά κάποιο πρωί.
Ακόμα αναρωτιέμαι αν θυμάσαι εκείνο το πρωίνο.
Τότε που μπορούσαμε ακόμα να ονειρευτούμε τον ήλιο.
Θυμάμαι που ξεπρόβαλε για λίγο πίσω απ’ τα σύννεφα,
ρίχνοντας κλεφτές ματιες στα σχέδιά μας.
Κι εμείς;
Εμείς του στέλναμε μηνύματα ελπίδας
Εκείνο το πρωί που αποφασίσαμε δυναμικά,
ν’ αναζητήσουμε τα χαμένα όνειρα της ευτυχίας που λησμονηθηκε από το χρόνο.

Κι ο χρόνος να κυλάει ασταμάτητα εκείνο το πρωί
Σ’ εκείνη τη μεγάλη λεωφόρο που τόσο είχαμε ονειρευτεί εκείνο το βράδυ
που όλα έδειχναν πως μας είχε εγκαταλείψει η μέρα.

Κι ο χρόνος να κυλάει ασταμάτητα…
Ν’ ανοίγει τις βαλίτσες του
Να φανερώνει τα μυστικά του.
Μυστικά που ποτέ ως τώρα δεν τόλμησε να φανερώσει.
Ίσως γιατί τα βήματα μας βάδιζαν στα στενά δρομάκια της ζωής.
Και στα στενά δρομάκια δεν υπάρχει χώρος για τέτοιου είδους αποκαλυπτήρια.

Κι ο χρόνος να κυλάει με ρυθμούς γοργούς.
Άλλοτε να ξυπνά τις παραισθήσεις μας.
Άλλοτε να σκουντα τη λογική μας
Να ξυπνήσει επιτέλους απ’ το λήθαργο της επιβίωσης του μυαλού.
Να φωνάξει
Ν’ αναζητήσει
Να διεκδικήσει ξανά, τα κλεμμένα όνειρα.

Άλλοτε πάλι να βαδίζει δίπλα μας,
κρατώντας για ομπρέλα το φωτεινό ήλιο.
Κι άλλοτε μ’ αδιαφορία, να γυρίζει
την πλάτη του στα όνειρά μας.
Να κλείνει τ’ αυτιά του στα δυνατά τους ουρλιαχτά.

Κι ο χρόνος…
Αυτός ο κύριος με τα δύο πρόσωπα.
Ο δικός σου φίλος.
Ο δικός σου εχθρός.

Θυμάσαι τότε που ολα φάνταζαν υπαρκτά;
Αλήθεια, θυμάσαι;
Γιατί ακομα μπορώ εγώ να θυμηθώ.
Κι αυτο είναι που με κάνει ν’ αναρωτιέμαι αν τελικά,
υπαρχει τίποτα καλύτερο απ’ τη λήθη.
Αν υπάρχει τίποτα χειρότερο από τη γνώση.
Γιατί τώρα γνωρίζω πως τίποτα απ’ όλα αυτά δεν ήταν υπαρκτά.
Παρά μια ψευδαίσθηση του μυαλού που τη συντροφευε η ελπιδα.
Κι η ελπίδα, κάθε μέρα, έπαιρνε δύναμη από το λήθαργο να παραμείνει ζωντανή για χρόνια.

Ώσπου, απογοητευμένη κι αυτή απ’ τις συχνές επαναλήψεις του ανεκπλήρωτου,
πήρε επιτέλους την απόφαση να συμμαχήσει με το χρόνο.
Να τον μπερδέψει
Να τον ξεγελάσει
Και να τον αφήσει, δίχως να καταλάβει, να προβάλει επιτέλους το σκληρό και ύπουλο χαρακτήρα του.
Εκείνον που ξέρει καλά πως να αρπάξει από τα σπλάχνα σου κάθε ίχνος ευτυχίας.
Ετσι απρόσμενα.
Σαν ένα ύπουλο χέρι που ξεπρόβαλε από το πουθενά
Για να χαράξει με το δικό του μολύβι
καινούριες, άγνωστες γραμμές πορείας στο δικό σου χάρτη,
δίχως να του δοθεί η άδειά σου.

Ο χρόνος…
Αυτός ο κύριος με τα δύο πρόσωπα.
Άραγε,
δίκαιος φιλος;
ή ένας εχθρός της αδικίας;

Ελίνα Δερμιτζογλου

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *