Πώς φτάσαμε ως εδώ (2 χρόνια διαδικτυακής γραφής)
Σε ξέρω πια πολύ καλά. Σε γνωρίζω όλο και περισσότερο κάθε μέρα που περνά, ιδιαίτερα τα τελευταία 2 χρόνια, ζω μέσα απ’ το βλέμμα σου.
Έχω παρατηρήσει αυτές τις μικρές ρυτίδες στις άκρες των ματιών σου να αποτυπώνονται αχνά, και σταδιακά να βαθαίνουν και να σε σημαδεύουν. Διέκρινα μία – μία τις αλλαγές στο πρόσωπό σου κάθε πρωί. Πριν και μετά από κάθε σου αναμέτρηση με την καθημερινότητα, τη ρουτίνα και το άγχος. Έχω παρακολουθήσει και την τελευταία σύσπαση στο χαμόγελό σου, μέσα από εκείνες τις εκρήξεις χαράς και λύπης που από τη φύση σου βίωνες ανέκαθεν στον απόλυτο βαθμό.
Πριν από 3 χρόνια, ήρθες σε εμένα σπασμένος. Σακατεμένος. Στραπατσαρισμένος.
Ήταν η πρώτη φορά στα 26 τότε χρόνια της ζωή σου, που χρειάστηκε να ασχοληθώ μαζί σου ουσιαστικά. Σε πήρα από το χέρι και σε ανέσυρα και πάλι στο φως. Περπατούσαμε παρέα στον έξω κόσμο και τον γνωρίζαμε από την αρχή. Μαζί ακούγαμε την ψυχή σου να θεραπεύεται. Να συναρμολογείται και να κολλάει τα σπασμένα της κομμάτια. Πόσες φορές λυγίσαμε, θυμάσαι; Πόσες φορές πιστέψαμε πως το πρόβλημα θα μπορούσε να είναι πολύ πιο σοβαρό από όσο νομίζαμε;
Κράτησα το χέρι σου και δεν το άφησα λεπτό. Από τη στιγμή ακόμη που καταλάβαμε πως τα λαίμαργα συναισθήματά σου σού είχαν επιφέρει τα πρώτα ψυχοσωματικά σημάδια. Τις πρώτες σου επισκέψεις στο γιατρό, τις πρώτες εξετάσεις, τις πρώτες θεραπείες. Ανεξίτηλη έμεινε στη μνήμη μου εκείνη σου η επίσκεψη στα επείγοντα το μεσημέρι των Χριστουγέννων του 16. Όταν έπειτα από 8 ώρες αναμονής άκουσες πως τελικά ήσουν παθολογικά υγιής. Πως όλη η ανησυχία και τα συμπτώματα που τόσο έντονα “βίωνες”, πήγαζαν τελικά από μέσα σου. Πόσο παράξενο σου φάνηκε τότε; Και ορκιζόσουν πως είχες κάτι πολύ σοβαρό. Έτσι λοιπόν μάθαμε τι είναι οι κρίσεις πανικού και πώς να τις διαχειριστούμε.
Θυμάμαι κι άλλα, πολλά. Πιο πολλά από όσα εσύ. Φίλους που στάθηκαν δίπλα σου, άλλους που εξαφανίστηκαν. Τις διεξοδικές σας συζητήσεις κατά τα μεθυσμένα και γραφικά εκείνα βράδια. Πόσες αναλύσεις και πόσες συμβουλές ακούσαμε, θυμάσαι; Χιλιάδες οι λύσεις και οι κοσμοθεωρίες. Χιλιάδες οι γνώμες και οι ηθικολογίες, μα τα προβλήματά πάντα εκεί. Άλυτα!
Λίγο μετά ξεκίνησαν οι πρώτες σου δημοσιεύσεις. Θυμάσαι; Θυμάσαι τις εντυπώσεις σου όταν είδες πως όλες εκείνες οι ανησυχίες που κρυφά κατέγραφες τόσα χρόνια, εξέφραζαν τόσο κόσμο; Θυμάσαι τα αισθήματα που ένιωθες κάθε φορά που κάποιος άγνωστος ταυτιζόταν με τις λέξεις σου και προσπαθούσε να σε γνωρίσει λίγο καλύτερα; Κάθε φορά που συνειδητοποιούσες πως τελικά δεν είσαι μόνος σου; Θυμάσαι τη χαρά και τον ενθουσιασμό των δικών σου ανθρώπων καθώς παρακολουθούσαν το νέο σου αυτό εγχείρημα να εξελίσσεται; Ανεξάρτητα από το αν πολλοί από αυτούς εναντιώθηκαν στη συνέχεια, όταν κατάλαβαν πως δεν πρόκειται για άλλη μια παρόρμηση.
Και κάπως έτσι, φτάνοντας στο σήμερα, συμπληρώνονται 2 χρόνια από την αρχή αυτού μας του ταξιδιού. Ενός άλλοτε μαγευτικού, άλλοτε άγριου, άλλοτε αλλοπρόσαλλου μα πάντοτε περιπετειώδους ταξιδιού, που έδωσε άλλη γεύση στην ανθρώπινη απογοήτευση, άλλη διάσταση στην επαγγελματική ανασφάλεια και άλλη δύναμη στην εμπιστοσύνη σου προς τον εαυτό σου και προς τους άλλους.
Σήμερα λοιπόν, εκτός από τα 85 δημοσιευμένα κείμενά μας, μετράμε κι ένα σωρό νέους ανθρώπους στη ζωή σου. Ανθρώπους που όχι μόνο σου εμπιστεύτηκαν την πιο προσωπική κι εύθραυστη πτυχή τους, έκαναν όμως χώρο στη καθημερινότητά τους και για τους δικούς σου προβληματισμούς. Σου ενέπνευσαν την ασφάλεια και τη σιγουριά που νιώθεις όταν ξέρεις πως ανήκεις κάπου, και την ευχαρίστηση του να γνωρίζεις πως συνέβαλες κι εσύ σε ένα χαμόγελο που άλλοτε ψυχορραγούσε.
Σήμερα λοιπόν μικρέ, δε μετράμε μόνο απώλειες και πονεμένες καταθέσεις ψυχής. Μετράμε τη καταγραφή στόχων που τελικά καταρρίφθηκαν, την ενσάρκωση ανησυχιών που είχαν χαραχτεί μέσα σου και πάνω απ’ όλα, μετράμε ένα σωρό νέες αποχρώσεις σε μια καθημερινότητα που είχες πειστεί πως είναι ασπρόμαυρη.
Χατζηκυριάκου Παντελής
2 Χρόνια διαδικτυακής αρθρογραφίας (Σεπτέμβριος 2016 – Σεπτέμβριος 2018)