Η αέναη μάχη με τις λέξεις. Η καταραμένη φυλή των γραφιάδων
Χαίρετε. Ας μιλήσουμε για μια καταραμένη φάρα. Μπορεί να τους ανταμώσεις παντού. Στην Ομόνοια θα δεις τον φτωχικό Παπαδιαμάντη να περπατάει σιωπηλός κρατώντας ένα χαρτόνι με τη φράση «σα να είχαν ποτέ τελειωμό τα πάθια και οι καημοί του κόσμου». Στα στενά των Εξαρχείων θα συναντήσεις τον Λαπαθιώτη με το φθαρμένο σακάκι και τις φλέβες τρυπημένες να ψιθυρίζει μελαγχολικά «λυπήσου εκείνους που πονούν βουβά και ανώφελα για κάτι». Στην πλατεία της Κυψέλης, στο παγκάκι ο Καζαντζάκης και ο Καβάφης διαφωνούν για την Ιθάκη μας και τα ταξίδια μας.’
Στα στενά της Πλάκας ακούς τις οπλές του αλόγου του Περικλή Γιαννόπουλου καθώς κάνει την τελευταία του βόλτα λουσμένος από το αττικό φως που τόσο λάτρευε. Στον βράχο της Ακρόπολης ο αδάμαστος Συκουτρής να σκίζει το πέπλο της ακαδημαϊκής συντήρησης για την αρχαία Ελλάδα. Χωμένος σε έγγραφα, γραφειοκρατίες και υπηρεσιακές δολοπλοκίες ακούγεται απεγνωσμένος ο Καρυωτάκης. Σε διαδρόμους και αίθουσες νοσοκομείων περπατάει διακριτικά η φυματική χάρη της Πολυδούρη.
Φτάνεις στα γκρεμνά της ανθρώπινης ψυχής και αντικρίζεις την ομορφιά και το σκότος. Οργώνεις ιδέες στην λασπουριά της καθημερινότητας. Παλεύεις στον βράχο να σκαλίσεις ήρωες που δεν θα τους γκρεμίσουν τα κύματα του χρόνου. Κυρίως παλεύεις με τις λέξεις. Είναι αδυσώπητες και αχόρταγες. Για να στοιχειώσουν τις ζωές σας οι λέξεις και τα νοήματα των συγγραφέων γίνονται στοιχειά οι ίδιοι. Εξαρχής δήλωσα ότι δεν είμαι συγγραφέας. Έχω την τιμή να μου χαρίσουν την φιλία και την γνωριμία τους, ποιητές και πεζογράφοι. Βλέπω τον πόνο που τους προκαλεί η μάχη με τον χρόνο και τις λέξεις. Θέλει γερά σωθικά να ξεγυμνώσεις την ψυχή σου σε αγνώστους.
Γιατί τα γράφω όλα αυτά; Είναι ο δικός μου τρόπος ν’ αποτίσω φόρο τιμής σε ζώντες και νεκρούς συγγραφείς. Στους ακρίτες του ανθρώπινου είδους που μάχονται, πληγώνονται, τσακίζουν την ύπαρξη τους για να μας χαρίσουν εμάς νοήματα. Εκεί που παλεύουμε με τα κύματα του σήμερα, αυτοί έχουν και να βουτήξουν στον βυθό της άχρονης ματαιότητας. Αξίζουν αν όχι την αγάπη μας, τουλάχιστον την προσοχή μας. Όσο για μένα, έχοντας αποδεχτεί ότι οι λέξεις δεν θα μου χαρίσουν αθανασία και θα σβήσουν μαζί μου, έχω αποφασίσει να ζήσω μαζί με αυτές και τους ανθρώπους που αγαπώ. Δεν είναι λίγο. Για την ακρίβεια είναι περισσότερο απ’ όσο περίμενα και ενδεχομένως άξιζα.
Τα σέβη μου.
Λουκάς Αναγνωστόπουλος