Έλα και ράγισε τον κόσμο μου

Έκλεισα κι απόψε τα μάτια, έχοντας παραδοθεί στη δίνη λογισμών και συναισθημάτων. Όχι όμως από εκείνους που με κρατούσαν για χρόνια δέσμιά τους, ροκανίζοντας κομμάτι κομμάτι τη ζωή μου και σφίγγοντας ολοένα και περισσότερο τη θηλιά που με έπνιγε. Κάτι έχει αλλάξει τώρα μέσα μου και όσο κι αν με αναστατώνει ετούτη η αλλαγή, είναι τόσο μεθυστικός αυτός ο φόβος που τολμώ να του αφεθώ. 

Ένα ρίγος με διαπερνά και νιώθω τους παλμούς μου να χτυπούν έντονα και ρυθμικά. Λες κι αποφάσισε η καρδιά να ξεμουδιάσει ξαφνικά απ’ την αδράνεια κι άρχισε να χορεύει μέσα μου. Είτε όμως είναι για μένα πρωτόγνωρο, είτε ακόμα και ξεχασμένο το συναίσθημα αυτό που με διακατέχει τώρα, λίγη σημασία έχει. Το μόνο που ξέρω είναι πως του έχω ήδη παραδοθεί. Είχα τόση ανάγκη βλέπεις, να ταξιδέψω ξανά σε μέρη που η καρδιά μου διψούσε να γνωρίσει απ’ την αρχή. Ν’ ανακαλύψω τα πάντα βήμα- βήμα και πάλι, μα φοβόμουν να της το επιτρέψω. Είχα κλειδώσει συνειδητά και με πείσμα όλες τις πόρτες της και πρόσβαση δεν άφηνα καμιά. Ό,τι κι αν με πλησίαζε όρθωνα τοίχο μπροστά του. 
 
Κάτι έχει αλλάξει μέσα μου και το νιώθω. Εμφανίστηκες στη ζωή μου και ταρακούνησες τα ήσυχα νερά μου. Με έβγαλες από τη σιγουριά που μου πρόσφερε η εκούσια μοναξιά μου και κατάφερες να ραγίσεις τον γυάλινο κόσμο που με είχα κλείσει. Κι αν αναρωτηθείς γιατί επέλεγα τόσο καιρό να με «τιμωρώ» με αυτόν τον τρόπο, η αλήθεια καρδιά μου δεν είναι πως δεν ήθελα να απεγκλωβιστώ ή πως δεν το ‘χα ανάγκη. Μόνον εγώ και οι πιο βουβές μου σκέψεις ήξεραν το πόσο. Πόσο είχα ανάγκη ένα χαμόγελο για μένα, έναν γλυκό λόγο τις στιγμές που χανόμουν, ένα χάδι και μια ζεστή αγκαλιά να με περιμένουν. Μια αγκαλιά, ικανή να βάλει την καρδιά μου σε λειτουργία ξανά. 
 
Κουράστηκα πλέον να ζω με τεχνητή υποστήριξη. Ήθελα ν’ απελευθερωθώ μα τα είχα κλειδώσει όλα μέσα μου συνειδητά, από φόβο, καταλαβαίνεις; Όλα. Μυαλό, καρδιά, σώμα και ψυχή. Για να μην καταφέρει κανείς πια να εισχωρήσει, να μην μπορέσει κανείς να με ξαναπληγώσει. Η πτώση ήταν μεγάλη και άτσαλη βλέπεις, πώς να εμπιστευόμουν λοιπόν εύκολα τους ανθρώπους και πάλι; Είχα κλειστεί για χρόνια, στον ψυχρό κόσμο που μου έφτιαξαν. Έναν κόσμο που με ήθελε να περπατώ πάνω σε ράγες, έναν κόσμο που μου υποδείκνυε συνεχώς τα «πρέπει» του και τον ακολουθούσα πιστά. Με έμαθαν να αγνοώ τα «θέλω» μου και να φιμώνω τα συναισθήματά μου. Μέχρι που δεν ήμουν πια εγώ μα κάποια άλλη, δίχως ζωή δική της. 
 
Ώσπου ήρθες εσύ και τα σάρωσες όλα! Δεν ξέρω πώς το καταφέρνεις, δεν με ενδιαφέρει καν να μάθω. Είναι από εκείνα τα γυαλιά, που ενώ η κόψη τους σχεδόν θα με χαράζει, δεν θα φοβάμαι μην τύχει και κοπώ. Από τα θραύσματα εκείνα, που όταν θα έχεις καταφέρει πια να γκρεμίσεις ολοκληρωτικά τον γυάλινο θόλο που με είχα κλείσει, θα σκορπιστούν παντού. Τον ράγισες καρδιά μου, μα εγώ σε νιώθω ήδη πλάι μου κι ας μας χωρίζει για λίγο ακόμα. Νιώθω τον ήχο της φωνής σου και τη ζεστασιά των χεριών σου να με αγγίζουν πίσω από τ’ άψυχο και παγωμένο γυαλί κι ας μην με ακουμπούν ακόμα. Ανοίγεις τις πόρτες της καρδιάς μου τη μία μετά την άλλη ξανά. Και το κάνεις τόσο προσεκτικά και τόσο διακριτικά, σαν να γνώριζες ακριβώς τον τρόπο. Ίσως γιατί έχεις περάσει κι εσύ από τα ίδια μονοπάτια. 
 
Μια χαραμάδα, ένα μικρό ράγισμα, σου ήταν αρκετά για να με πλησιάσεις και να με κάνεις να σε νιώσω. Για να καταφέρεις να ανατρέψεις ολόκληρη την κοσμοθεωρία μου. Για να ονειρεύομαι δειλά- δειλά ξανά και να έχω να προσμένω κάτι. Έχεις κιόλας καταφέρει να τρυπώσεις στη σκέψη μου, να γίνεις η έγνοια μου και το κρυφό χαμόγελό μου. Νιώθω κάθε κίνησή σου, κάθε σου λέξη μα και κάθε σιωπή σου κι αυτό που υπάρχει μεταξύ μας πια, όπως κι αν ονομάζεται, είναι για εμένα άρρηκτο. 
 
Κλείνω τα μάτια και μπορώ πλέον να ονειρεύομαι, γιατί κάτι άλλαξες μέσα μου. Κι όταν τον γυάλινο κόσμο που με είχα φυλακίσει, καταφέρεις να τον ισοπεδώσεις κι ελευθερωθώ, όταν με την αγάπη σου και την επιμονή σου, θα έχεις σπάσει σε χιλιάδες μικρά κομμάτια τον γυάλινο τοίχο που με κράταγε μακριά από την Ζωή κι από Εσένα, τότε μάτια μου, θα αφεθώ στην αγκαλιά σου, για να νιώσω το άγγιγμά σου ζωντανά. Και μέσα της εκεί, κλεισμένη όπως θα είμαι και παραδομένη, θα ενώσεις και όλα τα σπασμένα μου κομμάτια, με την ίδια ακριβώς δύναμη που ράγισες και θρυμμάτισες τον γυάλινο κόσμο μου, για να ανταμωθούμε.
 
Μαρία Μαραγκού
 

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *