Αθήνα: μια γοητευτική, μυστηριώδης, σαγηνευτική πόλη

Τι όμορφη στιγμή αυτή!

Όταν έχω λίγο χρόνο με τον εαυτό μου  στην βεράντα μου, χαζεύοντας την πόλη από ψηλά.

Μια πόλη που -όσο φασιαριόζικη και να είναι- την αγαπώ.

Την αγαπώ για όλους αυτούς τους λόγους που την κάνουν γοητευτική.

Για κάθε στενάκι ή πλατεία της που έχει να μου διηγηθεί μια ιστορία.

Για κάθε μικρομάγαζο που έχει να μου προσφέρει καφέ γλυκό γεμάτο αναμνήσεις παιδικών χρόνων.

Των χρόνων εκείνων που στα ίδια μικρομάγαζα παραγγέλναμε παγωτό.

Για τον λόφο του Φιλοπάππου που περνούσαμε τις Καθαρές Δευτέρες ως παιδιά και που ήταν ο προορισμός για τις σχολικές εκδρομές στο Δημοτικό.

Για το Θησείο των εφηβικών μου χρόνων και των τωρινών μου και των παντοτινών μου.

Για τη διαδρομή από Πετράλωνα μέχρι τα Ατταλιώτικα που έκανα με τον παππού μου, τον πιο μποέμ άντρα που είχα γνωρίσει, ενώ εκείνος ζωντάνευε μπροστά στα μάτια μου ιστορίες.

Για το απίστευτο παγωτό του Καρανάσιου που, πάντα, όταν καλοκαίριαζε μετά το σχολείο απολαμβάναμε με πασαλειμμένα μουτράκια.

Για τον βράχο της Ακρόπολης που πήγαινα και ακόμα πηγαίνω κάθε φορά που θέλω να αφήσω τις σκέψεις μου ελεύθερες να πετάξουν, να συναντήσουν το Αθηναϊκό ηλιοβασίλεμα.

Για την βόλτα Μοναστηράκι-Πλάκα όταν μπαίνει η άνοιξη.

Για την Ερμού και τους μουσικάντηδές της που σου γλυκαίνουν την ψυχή ό,τι και να έχεις.

Για τους καλλιτέχνες του δρόμου και για την ποίηση του δρόμου.

Για τις μικρές θεατρικές σκηνές που λατρεύω να χώνομαι.

Για τα νεοκλασσικά που, θαρρείς, από μέσα τους θα ξεπηδήσει το παρελθόν ολοζώντανο και θα σε παρασύρει μαζί του.

Για το Ηρώδειο που είναι μια πύλη προς έναν μαγικό κόσμο.

Για την Διονυσίου Αεροπαγίτου και τις εκθέσεις των βιβλίων.

Για την Πνύκα.

Για το εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη.

Για τις βουκαμβίλιες στην Τρώων όταν ανοίγει ο καιρός.

Για την ” Συνοικία το όνειρο” του Αλεξανδράκη.

Για τις απογευματινές επισκέψεις στην Κικίτσα στην Δημοφώντος που έλεγε:

” Έλα κόρη μου να τα πούμε” και οι κουβέντες της ήταν βάλσαμο στην ψυχή ακόμα και αν σου έλεγε ” τι ωραίο καιρό έχει σήμερα”.

Για τα πρώτα ραντεβού στη Δεξαμενή.

Για το καφέ “Αβησσυνία” στην οδό Αβησσυνίας που σου προσφέρουν και λουκουμάκι μαζί με τον καφέ και νιώθεις ότι ζεις σε άλλη δεκαετία.

Για τις αντίκες που σε ταξιδεύουν όταν τις χαζεύεις στο Μοναστηράκι και σου θυμίζουν κάτι από τον “Αντωνάκη” και την “Ελενίτσα”.

Για την ατμοσφαιρική Παλιά Αγορά.

Για το σπίτι που μεγάλωσα στην οδό Ταντάλου, την πιο μικρή οδό στα Πετράλωνα, που με γνώρισε παιδάκι και δεν με αποχαιρέτησε ποτέ…

Για το φυτό που είχα στην αυλή μου και που μόνο εγώ φρόντιζα και που το είδα να μεγαλώνει μέχρι που έφυγα.

Για τις ατελείωτες συζητήσεις με τη μάνα μου στο σαλόνι του σπιτιού μας.

Για τις διαδρομές στην Θεσσαλονίκης μέχρι τη γέφυρα του Πουλόπουλου όταν ήμουν χάλια.

Για τους φίλους και τους γείτονες που , όπου και να πήγα μετέπειτα, ποτέ δεν συνάντησα ανθρώπους σαν και αυτούς.

Για τα ξέφρενα πάρτι στο σπίτι όταν ήμασταν παιδιά.

Για όλες εκείνες τις κρυμμένες, αισθαντικές, υπόγειες ομορφιές της.

Αν η Αθήνα ήταν γυναίκα σίγουρα δεν θα ήταν μία αιθέρια, γλυκούλα με αθώα ματάκια και κλασσική ομορφιά.

Μια πλανεύτρα θα ήταν.

Μια γοητευτική, μυστηριώδης, με κρυμμένες ομορφιές, σαγηνευτική ύπαρξη.

Αυτό θα ήταν.

Κι΄όταν με ρωτούν πως γίνεται να αγαπώ μια πόλη τόσο φασαριόζικη και άσχημη μου αρέσει να απαντώ με μια φράση που είχα διαβάσει κάπου:

” Τη μάνα μας δεν την αγαπάμε επειδή είναι όμορφη αλλά επειδή είναι η μάνα μας”.

Να, λοιπόν, γιατί αγαπώ αυτή την πόλη.

Γιατί είναι η μάνα μου.

Και έτσι λοιπόν απολαμβάνω την πόλη μου απ΄ την βεράντα μου.

Και κάθε φορά που φεύγει το βλέμμα μου μακριά, θύμησες ξυπνάνε και στήνουν τρελό χορό μέσ΄το μυαλό μου.

Παιδιά τρέχουν και παίζουν.

Και μια κοριτσοπαρέα παρακεί ψιθυρίζει μυστικά…

Εύα Κοτσίκου

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *