Αλλιώς το είχα φανταστεί κι αλλιώς το θέμα μου προκύπτει..!

Αλλιώς το είχα φανταστεί,  κι αλλιώς το θέμα μου προκύπτει…!

Ναι, το ξέρω,  καταντώ προβλέψιμη και γραφική με αυτούς τους στίχους τραγουδιών να τιτλοφορούν τα άρθρα μου.

Είναι βλέπεις  που χωρίς μουσική δεν αναπνέω.  Είναι που συνοδεύω τα πάντα με τραγούδι.

Είναι που έχω ζηλέψει τόσους στίχους και αφού δεν μπορώ να είμαι η δημιουργός τους, είπα να γίνω η δασκάλα τους.

Βράδυ Δευτέρας,  βουρκωμένης, όπως λέει κάποιο άλλο λαϊκό άσμα,  και κολλημένη στο φανάρι δε σκέφτομαι τίποτα.  Απλώς πάω γυμναστήριο να απελευθερώσω ένταση,  ενέργεια,  ιδρώτα.  Να εκτονωθώ και ν’ αδειάσει το κεφάλι μου από έννοιες και προβλήματα.

Ακόμη κολλημένη στο φανάρι.  Το βλέμμα στραμμένο στον κόκκινο σηματοδότη αναμένοντας τη μετατροπή του σε πράσινο.

Κι από το ηχείο του χιλιοταλαιπωρημενου μου yaris ν’ ακούγεται η βραχνή φωνή της αγαπημένης μου και πρόωρα χαμένης Βίκυς,  με παράπονο να στενάζει πως &σε θέλω κι έχω τόσο κουραστεί &.

Πόσο πόθο ανικανοποίητο κρύβει αυτή η φράση. ..;

Στην αρχή ένα  βλέμμα, μια έμφυτη έλξη, κλιμακούμενος ενθουσιασμός,  απολαυστικό φλερτ, λόγια,  μηνύματα,  κουδουνισματα, φατσουλες, χαμόγελα,  δάκρυα και μετά τι;

Όταν ο πόθος φτάνει στον κρατήρα γίνεται ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί.

Ίσως αυτό να τρομάζει,  να απομακρύνει,  η λάβα που θα κάψει όποιον είναι κοντά.  

Ίσως εκεί που συναντιούνται τα βλέμματα δε φτάνουν τα πνεύματα.

Γιατί εσύ κάνεις όνειρα , ανεβαίνεις τρέχοντας τις σκάλες,  προχωράς σε άλλο επίπεδο.  

Πλαθεις το σενάριο με πρωταγωνιστές εσάς και happy end.

Κι εκείνος ακόμη βρίσκεται στη γη. Πολλή σιωπή,  πολλή αδράνεια, πολλή σκέψη.

Ένα βήμα μπρος, πέντε βήματα πίσω.

Κ εσύ από ψηλά να φωτίζεις το δρόμο , να πετάς ανεμόσκαλα, να στρώνεις ροδοπέταλα.

Να βάζεις τους κιθαρωδους αγγέλους να παίξουν μελωδία μεθυστική.

Κι αυτός δεν ακούει, δε μεθάει, δε δοκιμάζει καν από το κρασί της σαγήνης .

Φωνάζεις, απλώνεις τα χέρια σου, ρίχνεις άγκυρα και περιμένεις,  αλλά δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω,  να κατέβεις κάτω να σπρώξεις .

Κουράστηκες πολύ για να φτάσεις μέχρι εκεί. Αδειασες και ξαναγέμισες τόσες φορές το ντεπόζιτο των δυνάμεων και των αντοχών σου.

Θέλεις, αλλά δεν ξέρεις τι άλλο να κάνεις.

Αναρωτιέσαι:

Τελικά είναι τόσο δύσκολο να δεις μέσα στα μάτια μου τη ζωή;

Τι έκανα πάλι λάθος; Τι μου ξέφυγε;

Γιατί ξαστόχησα;

Πόσο πρέπει ακόμη να ταλαιπωρηθώ Θεέ μου…

Και με απλανές το βλέμμα σιγοτραγουδάς κι εσύ..

&Αλλιώς το είχα φανταστεί, κι αλλιώς το θέμα μου προκύπτει,  το σχέδιο δε με καλύπτει,  μα εγώ σε θέλω κι έχω τόσο κουραστεί. ..&

Ανθή Γεώργα

About Ανθή Γεώργα

Γεννήθηκα στην Αθηνα, παιδί της γενιάς του 80, όταν μεσουρανούσαν η ντίσκο, το μαλλί αφανα και τα κόκκινα αυτοκίνητα. Σ αυτή τη γιγαντουπολη μένω και το απολαμβάνω, έχοντας πάνω μου ασβηστα τα σημάδια απο τις επιρροές της επαρχίας. Δύο γονείς, δύο ιδιαίτερες πατρίδες, ατελείωτα καλοκαίρια, έχω ζήσει το ένα τρίτο της ζωής εκεί. Εργάζομαι ως δικηγόρος, διαβάζω νόμους, τους ερμηνεύω, τους χειρίζομαι, τους χρησιμοποιώ σαν εργαλείο της δουλειάς. Όπως και το λόγο άλλωστε.. Σκέφτομαι με λέξεις, εκφράζομαι με αυτές και όταν δε γράφω δικόγραφα, τις κάνω προτάσεις μήπως και μπορέσω να ερμηνεύσω τους ευμεταβλητους νόμους της ζωής.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει