Θέλω απόψε να θυμηθείς
Post Views: 20
Θέλω απόψε να θυμηθείς.
Θέλω να το κάνεις ετούτο το ταξίδι.
Τόσα βράδια, με άφηνες να γυρίζω μόνη, σαν χαμένη, στις αναμνήσεις μας. Μου το χρωστάς λοιπόν το ταξίδι αυτό τώρα. Το χρωστάς στα χρόνια που περάσαμε μαζί, στη μισή μου τη ζωή μαζί σου το οφείλεις, μα και σε εσένα τον ίδιο το χρωστάς.
Θέλω να δω στα μάτια σου, αν θα πονέσεις το ίδιο. Αν θα άντεχες κι εσύ τα “γιατί” που μου άφησες για να παλεύω άνισα μαζί τους, τέσσερα χρόνια τώρα.
Θέλω απόψε να μπεις στην κατακερματισμένη μου ψυχή, για να νιώσεις στο πετσί σου μόνος, όλα όσα έβλεπα και όλα όσα ένιωθα τότε κι εγώ. Όλα όμως!
Θέλω έπειτα να δω, αν θα εξακολουθούσες να στέκεσαι όρθιος ή αν θα γονάτιζες, εκλιπαρώντας να τελειώσει και το δικό σου το μαρτύριο, όπως σε εκλιπαρούσα κάποτε κι εγώ.
Όχι, δεν είναι εκδίκηση ετούτο που γυρεύω απόψε από εσένα κι ας με κατηγορείς σίγουρα για αυτό.
Πρέπει να μάθεις όμως κάποτε, πώς είναι να πονάς τον άλλον.
Πώς είναι να μπήγεις ένα μαχαίρι, στην καρδιά που αγάπησε το χέρι του φονιά της.
Πρέπει να τον βιώσεις αυτόν το “θάνατό” σου, για να μην τολμήσεις να πονέσεις έτσι άλλον άνθρωπο, ποτέ ξανά.
Θέλω απόψε να θυμηθείς απ’ την αρχή, από την πρώτη μας κιόλας ημέρα, εκείνο το δεκαοχτάχρονο κορίτσι που θάμπωσες ένα απομεσήμερο. Εκείνο το κορίτσι, που πλησίασες μα και το γοήτευσες με τόση ευκολία. Είχες πάντα τον τρόπο σου να μαγεύεις με τα λόγια βλέπεις κι εγώ ήμουν μικρή και άπειρη μπροστά σου. Δεν άργησα να σε ερωτευτώ.
Κι έπειτα, εκείνη τη δική μας, την ξεχωριστή μας ημέρα, θέλω να την ξαναζήσεις λεπτό προς λεπτό.
Τη στιγμή που πλημμυρισμένη από ευτυχία σου ψιθύριζα στο αυτί, την ώρα που με χόρευες, πως θα ήμουν για πάντα στο πλάι σου και πως επιτέλους θα ήμασταν οι δυο μας μόνο, στο δικό μας σπιτικό, μακρυά από καθετί που θα επιχειρούσε πλέον να μας μαυρίσει τα όνειρα.
Κι εσύ χαμογελούσες και με έσφιγγες μέσα στην αγκαλιά σου. Σ’ αγαπούσα πια. Άραγε το θυμάσαι; Το πίστεψες ποτέ σου αλήθεια;
Θέλω να νιώσεις ξανά κι όλες εκείνες τις στιγμές που τα χέρια μου σκούπισαν τα δάκρυά σου. Τα δάκρυα που για χρόνια σου προκαλούσαν κάποιοι, σκοτώνοντας την αθωότητά σου από νωρίς. Κι αμέσως μετά, να θυμηθείς πώς σκότωσες κι εσύ με τη σειρά σου και τη δική μου αθωότητα, ξεχνώντας, πετώντας και καταπατώντας τόσους όρκους ζωής.
Εκείνη τη γυναίκα θέλω και πάλι στα μάτια να αντικρύσεις αν μπορείς, που χρόνια αργότερα, ήταν κι ο μοναδικός άνθρωπος που ζητούσες να ‘ναι δίπλα σου, όταν άνοιξες τα δικά σου τα μάτια φοβισμένος, μέσα σε εκείνο το ψυχρό, λευκό δωμάτιο.
Εκείνη που δεν έφυγε λεπτό από κοντά σου, ακόμα και τις ώρες που ήσουν βυθισμένος.
Εκείνη που ήλπιζε πως ένιωθες την αύρα και την παρουσία της, πίσω από την αυστηρά κλειστή πόρτα και που πέθαινε στη σκέψη και μόνο πως μπορεί να της πάθαινες το παραμικρό.
Πες μου ειλικρινά για μια φορά, μπορείς;
Κι όταν μετά από χρόνια πια, ο κλοιός γύρω μας έγινε ασφυκτικός, όταν τα λάθη τα δικά μας, δημιούργησαν ρήγμα επικίνδυνο στο πλοίο της ζωής μας, σου ζήτησα απεγνωσμένα να μην το εγκαταλείψουμε. Να τα παλέψουμε τα κύματα μαζί, να καταφέρουμε να πιάσουμε λιμάνι εκλιπαρούσα.
Δε μ’ ένιωσες όμως καρδιά μου, το θυμάσαι; Κι άρχισε πια το πλοίο να βυθίζεται…
Θέλω απόψε να θυμηθείς κι εκείνη την αποστροφή που είχες στο βλέμμα, κάθε φορά που με έβλεπες να βουρκώνω, όσο το τέλος μας πλησίαζε. Να νιώσεις μέσα στην ψυχή που σου’ χει απομείνει, τον τρόπο που με απώθησες, όταν προσπάθησα να σε αγκαλιάσω, τη στιγμή που λύγισες πια κι ο ίδιος μπροστά στο βάρος της απόφασης σου, από τύψεις.
Τη μοναδική ίσως στιγμή της αλήθειας σου.
Τη στιγμή εκείνη Θεέ μου, που ένα τόσο δα χαρτάκι, από δύο χέρια μικρά γραμμένο, κατάφερε να παγώσει το χρόνο και να σου δείξει όσα μέχρι πρότινος αρνιόσουν να δεχτείς, μα και όσα γνωρίζαμε μέσα μας κι οι δυο πως πλέον θ’ ακολουθούσαν.
Μα κι αν απόψε καταφέρεις τελικά να θυμηθείς, το ξέρω πια, πως είναι αργά για όλους μας. Το ταξίδι όμως αυτό, θα πρέπει να το κάνεις ετούτη τη φορά για εσένα κι ας πονάει, μήπως και λυτρωθείς κοιτώντας την αλήθεια.
Μαρία Μαραγκού
Post Views: 20