Η Μελωδία και ο Στίχος

Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα όμορφο σπίτι στο δάσος, ζούσε η Μελωδία. Κάθε πρωί, νότες έβγαιναν από το παράθυρό της και ταξίδευαν στο δάσος. Έφταναν ως τα γύρω χωριά και γαλήνευαν ανθρώπους και ζώα. Άλλοτε χαρούμενες και άλλοτε μελαγχολικές μουσικές γλύκαιναν ψυχές όλων των ειδών. Μέχρι τα δέντρα έγερναν τα φύλλα τους προς το σπίτι της Μελωδίας για να ακούν καλύτερα. Η Μελωδία ζούσε μόνη. Μοναδική παρέα της, ήταν οι νότες που βρίσκονταν σε κάθε γωνιά του σπιτιού. Πάνω στο πιάνο, στο παράθυρο, πάνω στην πολυθρόνα δίπλα στο τζάκι. Ως και κάτω από το χαλάκι της εισόδου, υπήρχαν νότες!

 

Οι νότες της Μελωδίας ταξίδευαν όλο και πιο μακριά ώσπου μια μέρα μία από αυτές έφτασε έξω από ένα σπίτι σε ένα ψηλό βουνό όπου κατοικούσε ο Στίχος. Ο Στίχος μην έχοντας ξαναδεί αληθινή νότα ποτέ του παρά μόνο ζωγραφιστή άρχισε να της κάνει ερωτήσεις για την καταγωγή της. Μα η νότα συνηθισμένη σε μουσική μόνο και όχι σε λόγια, του έγνεψε να την ακολουθήσει. Εκείνος την ακολούθησε σκαρωνοντας στιχάκια σε όλη τη διαδρομή. Έφτασε κατάκοπος τη νύχτα και έμεινε σαστισμένος να κοιτάζει τη Μελωδία να σκαρώνει μουσικές στο πιάνο, δίπλα στο παράθυρό της. Εκείνη τον είδε με την άκρη του ματιού και άνοιξε το παράθυρο καχύποπτη να τον ρωτήσει τί θέλει.

 

Με τον μόνο τρόπο που ο Στίχος ήξερε να μιλά, της απήγγειλε ένα ποίημα για τη μουσική που τον μάγεψε και τον έφερε στην πόρτα της. Η Μελωδία τον άφησε να περάσει μέσα. Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος ξένος έμπαινε στο σπίτι εκτός από τις νότες της. Του έδωσε τη θέση της καλύτερης πολυθρόνας δίπλα στο πιάνο και άρχισαν να συζητούν με λόγια και μουσική. Κάπως έτσι γεννήθηκε το πρώτο τραγούδι. Και από τότε έφταναν στα αυτιά ανθρώπων και ζώων τραγούδια για να επικοινωνούν όσα νιώθουν. Αλλα για να τραγουδιουνται στους γάμους και στις χαρές τους και άλλα για να μπορούν να μιλήσουν για τις λύπες και τον πόνο τους. Αυτό συνέβη πριν πολλά πολλά χρόνια. Το σπίτι που συγκατοίκησαν Μελωδία και Στίχος τώρα πια είναι μουσείο. Οι ίδιοι δεν υπάρχουν πια.

 

Λένε όμως πως ζωντανεύουν και συναντιούνται ξανά κάθε φορά που γεννιέται ένα τραγούδι.

Έλλη Μιχελάκη

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *