Η ιστορία μιας κάλπικης λίρας και ένα ξεθωριασμένο ” σ΄αγαπώ”
Παραμονές Πρωτοχρονιάς και κάθε χρόνο από παιδί τέτοιες μέρες αφιέρωνα ένα δίωρο για να παρακολουθήσω την “Ιστορία μιας κάλπικης λίρας”. Μια Ελληνική ταινία σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβέλλα γυρισμένη το 1955 στην μεταπολεμική Αθήνα, αποτελούμενη από τέσσερις ιστορίες συνδεδεμένες με μία κάλπικη λίρα.
Η κάλπικη αυτή λίρα “γεννήθηκε” από τον Ανάργυρο, έναν τίμιο χαράκτη που έγινε παραχαράκτης για τα μάτια της Φιφής, μιας όμορφης γυναίκας που του έταξε ζωή χαρισάμενη μαζί της με τη μόνη προϋπόθεση να της πρoσφέρει χρήματα.
Αφού κάθε προσπάθεια της λίρας να εξαργυρωθεί έπεσε στο κενό, κατέληξε ως ελεημοσύνη από το χέρι του Ανάργυρου στο χέρι ενός -υποτιθέμενου- τυφλού ζητιάνου που και εκείνος με τη σειρά του θέλησε να πληρώσει με αυτήν μία “κοκότα” για λίγο κάλπικο έρωτα. Δεν έμελλε όμως να πληρωθεί με αυτήν η “κοκότα” αφού η λίρα γλύστρισε από την τρύπια τσέπη του ζητιάνου και χάθηκε για να την βρει η Φανούλα, μια φτωχή μικρούλα που η κακή της τύχη την έστειλε να πουλάει λουλουδάκια για να ζήσει αυτή και η άρρωστη μητέρα της. Η καλή της τύχη όμως την έφερε μπροστά στον Κύριο Μαυρίδη τον σπιτονοικοκύρη τους που Παραμονή Πρωτοχρονιάς αποφασίζει να κάνει μια καλή πράξη και να ανταλλάξει την κάλπικη λίρα της μικρής με καλούδια ώστε να κάνει αυτή και η μητέρα της μία ανθρώπινη Πρωτοχρονιά.
Η τελευταία ιστορία της ταινίας βρίσκει την κάλπικη λίρα μέσα στην βασιλόπιτα της οικογένειας Μαυρίδη ως φλουρί, να “πέφτει” ανάμεσα στο κομμάτι της Αλίκης και του Παύλου,ενός ερωτευμένου ζευγαριού. Εκείνος ένας μποέμ, φτωχός ζωγράφος και εκείνη κόρη πλουσίου που αποφάσισε να αφήσει τις πολυτέλειες και να ακολουθήσει τον καλό της σε μια φτωχική σοφίτα. Νομίζοντας τη λίρα για αληθινή, αποφασίζουν να μην την ξοδέψουν ποτέ. Και κάπου εδώ ξεκινά η περιβόητη ιστορία του “σ΄αγαπώ” που έλεγε η Αλίκη (Έλλη Λαμπέτη) στον Παύλο (Δημήτρη Χορν) κάθε φορά που έπιανε τα πινέλα του ώστε να δημιουργήσει το πορτραίτο της. Ένα “σ΄αγαπώ” που με τον καιρό πάγωνε όπως και η ίδια στην κρύα σοφίτα. Ένα “σ΄αγαπώ” που όλο και έχανε την θέρμη και τη δύναμή του καθώς η φτώχεια και οι δυσκολίες σκέπαζαν σαν κύμα την αγάπη και τον έρωτά τους.
Τελικά η Αλίκη δεν άντεξε. Λύγισε. Εγκατέλειψε μια μέρα τον Παύλο και γύρισε στην ασφάλεια του σπιτιού της για να καταλήξει με κάποιον που δημιούργησε μια όμορφη οικογένεια όπως οι οικογένειες αυτές που δημιουργούνται από έρωτες μέτριους και χλιαρούς κατά τα λόγια του αφηγητή της ταινίας. Γιατί κανένας θυελλώδης έρωτας δεν μπορεί να γίνει ένας ευτυχισμένος γάμος. Με αυτά τα λόγια και την Αλίκη να λέει ένα τελευταίο “σ΄αγαπώ” στον Παύλο σε μια τυχαία τους συνάντηση μετά από χρόνια, με έναν αναμενόμενο αποχωρισμό των δυο τους, το θλιμμένο πρόσωπο εκείνης, την μοναξιά ζωγραφισμένη στο πρόσωπο εκείνου και την κάλπικη λίρα πεταμένη στο δρόμο τελειώνει η ταινία.
Τόσοι άνθρωποι επενδύσανε όνειρα, ελπίδες, έρωτες, φιλοδοξίες πάνω σε μία κάλπικη λίρα.
Ο αγώνας του Ανάργυρου να την φτιάξει, η απόφαση του τυφλού να πληρώσει με αυτήν την “κοκότα”, η πρόσκαιρη ευτυχία της μικρής Φανής και οι ελπίδες του ερωτεύμενου ζευγαριού, όλα αυτά κρεμασμένα από κάτι ψεύτικο. Κάτι κάλπικο. Κάτι που στην ουσία δεν υπήρξε. Κι΄όμως πάνω του κρεμάστηκαν τόσες ψυχές. Ένα ψεύτικο αντικείμενο τόσο δα μικρό ένωσε και χώρισε τόσες ζωές. Είναι να αναρωτιέται, λοιπόν, κανείς τι είναι ψεύτικο και τι αληθινό σε αυτή τη ζωή. Τι αξίζει να βιώνεται και τι όχι τελικά. Πότε θεωρείται ένα συναίσθημα, ένας άνθρωπος , ένας λόγος αληθινός και πότε είναι πέρα για πέρα πλασματικός. Ερωτήματα αναπάντητα πολλές φορές. Ποιος μπορεί να κατηγορήσει όμως το “σ΄αγαπώ” της Αλίκης ως ψεύτικο; Ποιος μπορεί να πει ότι ο έρωτας της δεν ήταν αληθινός; Κανείς. Μόνο ο χρόνος μπορεί και δικαιούται να δίνει απαντήσεις.
Και έτσι αυτό που μένει, λοιπόν, από τις τέσσερις αυτές ιστορίες είναι μία κάλπικη λίρα πεταμένη στον δρόμο και ένα “σ΄αγαπώ” που ξεθώριασε με τον καιρό. Ίσως να ήταν κάλπικο όπως η λίρα. Ίσως ,πάλι, όχι. Ίσως να ήθελε να πεθάνει νέο για να μη γεράσει ποτέ. Ποιος ξέρει;
Εύα Κοτσίκου
Σ’ ΑΓΑΠΩ-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ-ΕΛΛΗ ΛΑΜΠΕΤΗ
[…] Next postΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΚΑΛΠΙΚΗΣ ΛΙΡΑ […]