Το πάθος εκθρονίζει τους ενδοιασμούς
Την βλέπεις εκεί.
Ξαπλωμένη στο γρασίδι.
Βρεγμένη από τις στάλες τις πρωινής υγρασίας
Χαϊδεύοντας απαλά
ένα πέταλο κρίνου.
Γυμνή και ευάλωτη.
Όπως η φύση στα μάτια του περιπλανόμενου εξερευνητή
Μένει εκεί.
Σαν έργο τέχνης.
Σκεπτόμενη τα δεινά που έχει περάσει
Τα δάκρυα σαν καταρράκτες κυλάνε στο πορσελάνινο δέρμα της.
Η ανάσα βαριά όπως τα μαύρα σύννεφα το καταχείμωνο.
Η καρδιά χτυπά θαρρείς να θέλει να βγει από το στέρνο
και ένας κόμπος στο στομάχι
Σφιχτός.
Υγρός.
Ζωή.
Ένας ψίθυρος βαθύς.
Μη κλαις αγνή και χάθηκε.
Ένα αεράκι ξεκίνησε να σφυρίζει.
Τα φύλλα δίνουν το ρυθμό
χορεύοντας στο ρεύμα του
και η μελωδία των πουλιών χαράζει το τραγούδι.
Μία ηλιαχτίδα ξεπροβάλλει απ’τον φεγγίτη των κλαδιών
χτυπώντας τα μελαχρινά μαλλιά της.
Ένα χαμόγελο αστράφτει
και σκορπάει το σκοτάδι μακριά της.
Τότε εκεί τον βλέπει.
στο βάθος μοναχό.
Ο κόμπος λύνεται
και βγαίνουν πεταλούδες.
Μία φλόγα αόρατη
καίει το κορμί της.
Τι να είναι αυτό τι έχω πάθει;
Τα πόδια τρέμουν καθώς την πλησιάζει.
Η ανάσα κόβεται με μόνο ένα φιλί.
Και υψώνεται η ψυχή της και πετάει.
Με τα φτερά που απέκτησε από αυτήν την τελετή.
Μα το ταξίδι κοντινό και ο γυρισμός αναπόφευκτο κομμάτι αυτής της διαδρομής.
Μα μόνο για να την ξανά κάνει.
Μέσα στις φλόγες πέφτει και πυρώνει.
Μέχρι να γίνει στάχτη και να αναγεννηθεί ξανά.
Λέξεις που τυπώνονται με γραφομηχανή το σώμα.
Δεν ακούς τίποτα μόνο τις σκέψεις.
Εκείνες μόνο
Καθρεφτίζονται στα μάτια με έναν μόνο παραλήπτη.
Την ψυχή.
Ο νους βραχυκυκλωνει από τις εκρήξεις σεροτονίνης.
Το πάθος εκθρονίζει τους ενδοιασμούς.
Εκεί χάνεται η λογική στη δίνη του ερωτικού κονσέρτο.
Όταν πέφτει η αυλαία ηρεμία καταβάλει τον εσωτερικό της κόσμο.
Μα γεμάτη ενέργεια εσωτερική.
Γαλήνη απλώνεται και πέφτει σαν πέπλο.
Κλείνεις τα μάτια κουρνιάζοντας στην φωλιά που έχεις χτίσει.
G.G