Και αν υπήρξα πρόβατο, τα κοπάδια μίσησα!
Post Views: 3
Πριν πολλά πολλά χρόνια γεννήθηκε ένα κοριτσάκι..
Άσχημο ήταν σαν γεννήθηκε, έτσι είπε η μάνα του..
Και αδύνατο.
Και χλωμό.
Μεγάλωνε σ’ ένα σπίτι δίχως ουρανό.
Μαύρα τα ταβάνια από την κάπνα του τσιγάρου.
Μαύροι οι κύκλοι κάτω από τα μάτια της μάνας.
Μαύρες οι σκιές που το τρόμαζαν και το κρατούσαν ξάγρυπνο, μέσα στις μαύρες νύχτες..
Μεγάλωνε.
Κι ήταν πάντα άσχημο και θλιμμένο..
Μα ήταν ήσυχο, καλόβολο, δειλό..
Τώρα πια, αρνί το έλεγε η μάνα του..
Και μάθαινε ως τέτοιο να ανασαίνει, να περπατά, να σκέφτεται, να πράττει..
Μα κάθε που σε κοπάδι έμπαινε, αρρώσταινε.
Κοίταγε να το σκάσει!
Λευκό, βλέπεις, ήτανε το χρώμα του, μα αναρχική η καταπιεσμένη του ψυχή.
Με δυσκολία ανέπνεε.
Βράζανε μέσα του τα ουρλιαχτά,
που απεγνωσμένα ψάχναν διέξοδο να βρουν!
Κάποτε μεγάλωσε..
Κι ήρθε η μέρα που έριξε την ολόλευκη προβιά του, τόσο επιμελώς που του είχανε κατάσαρκα φορέσει.
Κι από πρόβατο έγινε λύκος.
Και μόνο την ψυχή του άφησε λευκή.
Και τότε άρχισαν τα ουρλιαχτά να βγαίνουνε.
Κι άρχισε να κοιμάται με στρώμα του το χιόνι.
Κι άρχισε να χορεύει βαλς με τους ανέμους.
Κι άρχισε να κόβει κάθε κόκκινο λουλούδι που απαντούσε, να βάλει λίγο χρώμα στη μαυρόασπρη ζωή του.
Δεν πείραξε ποτέ του πρόβατο, όσο και να πεινούσε.
Και δεν έμαθε ποτέ του τι ήταν τελικά.
Λύκος, που έκρυβε μέσα του ένα άκακο αρνί;
Ή μήπως ένα πρόβατο, που βάλθηκε λύκος να γενεί;
Ένα μόνο ήταν σίγουρο.
Πως πάντοτε μισούσε τα κοπάδια!
Και σε κοπάδι ποτέ του δεν εδέχτηκε να μπει!
Κατερίνα Πανταλέων
Post Views: 3