Έγινα ένα με τις μέλισσες

Έγινα ένα με τις μέλισσες.
Ρουφούσα το νέκταρ με το στόμα μου, σε χέρια αγγέλων το έσταζα.
Έρωτας αρχάγγελος πάνω σε αέρινα ροδοπέταλα το ταξίδευε πάνω στο κορμί σου.
Πάθος και λαχτάρα στα άδυτα σου, μέθεξη απ το άρωμα σου.
Πυρακτωμένες αισθήσεις να υμνούν λόγια αθανασίας της αγάπης.
Πεταλούδες τριγύρω στον πιο ερωτικό χορό να στροβιλίζονται στο ρυθμό του «ποτέ» και του «πάντα»
Το ποτήρι σου με το νέκταρ της ψυχής έγινα, να ξεδιψάς τις πεθυμιές, τις σκέψεις να γλυκαίνεις.

Τοίχους γκρέμιζα, σε γκρεμούς έφτασα, αγκαλιές από ανθούς για να μαζέψω, με αγιόκλημα τους χτύπους της καρδιάς σου να γητέψω.
Ηδονή μέσα στην λαγνεία θωρούσε η ματιά, σαν στου ονείρου τα φτερά με είχες αγκαλιά.
Στον κόσμο των αγγέλων ακροβατούσε η ελπίδα ντυμένη με τα ροζ της νυφικά.
Στους ουρανούς ζωγράφιζα παραμυθιών ταξίδια, πινέλα έβαφα χαράς, καμβά του αποσπερίτη, Eδέμ να ξαποστάς.

Γλυκό του κουταλιού τριαντάφυλλο, το κάθε άγγιγμα μου, το ζήλευαν νεράιδες να γευτούνε, και από πόθο τρελό να μαγευτούνε. Χρυσά πέπλα κεντούσανε τα άστρα στην μορφή σου, μεθούσαν απ την λάμψη σου, καίγονταν στο φιλί σου.
Άρωμα βανίλιας η ανάσα μου για σε, με προσευχές στις χούφτες μου, Θεό σαν σε προσκύναγα στων αγγέλων εκκλησιές.

Γέρασε η ανάμνηση μέσα απ την ικεσία, η πέτρα έβγαλε λυγμό και κόπηκε σε χίλια δυο.
Και ζάρωσε το όνειρο, μαράζωσε το ρόδo δάκρυ πικρό το πότισε, το πένθιμο το μοβ.

Οι υποσχέσεις ξέφτισαν, ματώσαν οι ανάσες που γλυκοψιθυρίζανε: πολύ σε αγαπώ.
Δαίμονες τώρα τρέφουνε την τέρψη τους με πόνο, φαντάσματα ζωντάνεψαν στης δίνης τον καημό.
Μουδιάζουνε τα χείλη που μελώσανε, τέφρα σκεπάζει του έρωτα τον σκελετό.
Φινάλε τραγικό και η Νηνεμία, κουφάρι είναι που καρτερεί της λήθης θάνατο αργό.

Μέλη  Φωτιάδου

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *