21 Ιουνίου 2019
Share

Σαν να ήταν δίπλα του

Δεν είχαν γνωριστεί από κοντά. Μόνο από κάποια σκόρπια μηνύματα, από τότε που της έστειλε μήνυμα για πρώτη φορά- τυχαία όπως της είχε πει – καθώς του είχε φανεί γνωστό το πρόσωπό της. Εκείνη ανταποκρίθηκε ευχάριστα. Τα μηνύματα άρχισαν σιγά σιγά να πυκνώνουν. Έγινε η «καλημέρα» του και η «καληνύχτα» της. Του άρεσε ο τρόπος της. Έξυπνος και με χιούμορ. Μοιράζονταν την καθημερινότητά τους, τους φόβους, τις εσώτερες σκέψεις τους. Του έβγαζε κάτι ήρεμο αυτό το κορίτσι κι ένιωθε όμορφα όποτε μιλούσε μαζί του.

Γαλήνευε κι ο ίδιος. Την αποκαλούσε «Ευελίνα», γι΄ αυτό το «Ευ» που πήγαζε από μέσα της, όπως της αποκάλυψε κάποια στιγμή. Εκείνη δεν του έφερε αντίρρηση και απλώς χαμογέλασε. Την αντιπροσώπευε το χαμόγελο. Υπήρχε σε όλες τις φωτογραφίες της. Μιλούσαν σχεδόν έξι μήνες. Ήθελε τόσο πολύ να τη συναντήσει, να τη γνωρίσει από κοντά. Ήταν περίεργος. Αυτή η κοπέλα ήταν ένας άνθρωπος τόσο γλυκός, τόσο χαριτωμένος, με ευγένεια ψυχής, σπάνιο στις μέρες μας. Παρόλο που στην αρχή, όταν το πρωτοσκέφτηκε, δίστασε, της το πρότεινε, αν και θα ήταν πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθεί λόγω χιλιομετρικής απόστασης μεταξύ τους.

Ήταν τη φορά που της μίλησε στο τηλέφωνο. Ήθελε να ακούσει έστω τη φωνή της. Εκείνη του έκανε τη χάρη να του δώσει τον αριθμό της. Απάντησε μια ζεστή, ήρεμη φωνή. Μονομιάς ηρέμησε κι εκείνος, καθώς άκουγε το χτυποκάρδι του, όταν σχημάτιζε τον αριθμό της. Μετά από μια σύντομη ανταλλαγή καθημερινών πληροφοριών, της το είπε. Η Ευελίνα γέλασε. Ένα όμορφο, κελαρυστό γέλιο αντήχησε στην άλλη άκρη της γραμμής.

Μετά από λίγες μέρες σ΄ ένα τραπεζάκι στην παραλία έπινε τον καφέ του, ως συνήθως. Δίπλα το φλιτζάνι της. Με το χαμόγελό της.

 Μετά από μία ώρα, ο καφές της παρέμενε άθικτος. Το ίδιο και το χαμόγελό της. Το φλιτζάνι της ήταν ακόμη εκεί, γεμάτο, πλάι στο δικό του, που ήταν αδειανό. Κάτι έπρεπε να μειωθεί, κάτι να γεμίσει. Δεν λειτούργησαν όμως τα «συγκοινωνούντα δοχεία». Η θέση παρέμενε κενή, μα η εικόνα της γέμιζε τη σκέψη του. Γιατί για εκείνον ήταν εκεί, νοερά κοντά του. Τόσο κοντά, τόσο μακριά. Σηκώθηκε να φύγει μια και ήταν αργά. Ένα τόσο γλυκό αργά ωστόσο.

Λίνα Κατσίκα

About Λίνα Κατσίκα

Από μικρή θυμάμαι τον εαυτό μου με ένα τετράδιο πλάι στο μαξιλάρι μου να το γεμίζω, πριν ο ύπνος καλύψει τα μάτια μου, με γράμματα,ζωγραφιές,χαμόγελα ή δάκρυα. Πάντα οι λέξεις αποτελούσαν το καταφύγιό μου. Με αυτές μοιραζόμουν τις χαρές μου, τα όνειρά μου, τις σκέψεις μου και σ' αυτές κατέφευγα όταν φουρτούνιαζε η ψυχή μου κι έψαχνα ηρεμία. Μου έχουν κρατήσει συντροφιά σε ώρες μοναξιάς και εσώτερης αναζήτησης, με έχουν ταξιδέψει. Μεγάλωσα και το τετράδιο παραμένει στο μαξιλάρι πλάι μου. Μόνο που όσα πλέον σημειώνω εκεί τα μοιράζομαι και με άλλους ανθρώπους που διαβάζοντάς τα ακουμπούν πάνω τους τη δική τους ψυχή κάνοντάς με να νιώθω πως εκεί έξω υπάρχει ακόμη αγάπη,ζεστασιά, μεγαλείο ψυχής.....

Μπορεί επίσης να σας αρέσει