Δώδεκα μήνες, δώδεκα μικρά κομμάτια, μια ολόκληρη ζωή!
Post Views: 2
Στο άδειο κομμάτι της καρδιάς μου, στο μοναδικό κομμάτι που μ’απέμεινε, έκρυβα κάθε ξημέρωμα το φιλμ από τις αναμνήσεις μιας ζωής. Της ζωής μου μαζί σου. Σε εκείνο το κενό που άφησε μέσα μου, η μέρα του διωγμού μου, η ημέρα του πρώτου μου θανάτου εν ζωή, έδωσα μια υπόσχεση. Να παραμείνω ζωντανή, σαν απόδειξη της αγάπης μου για εσένα. Όπως ακριβώς μου το είχες ζητήσει. Και την κράτησα, κοίτα με…Είμαι ζωντανή επειδή σε αγάπησα.
Ήταν λίγο πριν ξεκινήσει ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή, όταν για εννέα μήνες ανάμεσα μας υπήρχε μια διαρκής πάλη. Εσύ να προσπαθείς να τρέξεις τον χρόνο μπροστά κι εγώ να παλεύω να τον κρατήσω στάσιμο. Δεν τα κατάφερα, θέλω όμως μονάχα, κάτι τελευταίο από εσένα. Θέλω απόψε να θυμηθείς. Μου το χρωστάς αυτό το ταξίδι. Το χρωστάς στα χρόνια που περάσαμε. Θέλω να δω στα μάτια σου, αν θα πονέσεις το ίδιο. Αν θα αντέξεις τα «γιατί» που μου άφησες για να παλεύω άνισα, τρία χρόνια τώρα. Θέλω να δω, αν θα συνεχίσεις να στέκεσαι όρθιος ή αν θα γονατίσεις, εκλιπαρώντας να τελειώσει το μαρτύριό σου. Πρέπει να μάθεις κάποτε, πώς είναι να πονάς τον άλλον. Πώς είναι να μπήγεις ένα μαχαίρι, στην καρδιά που αγάπησε το χέρι του φονιά της.
Μα τι περιμένω κι απόψε;
Απαντήσεις δεν θα μου δώσουν ποτέ τα στόματα που θα ‘πρεπε. Αυτά επέλεξαν να μείνουν ερμητικά κλειστά. Μόνο ο χρόνος μπορεί να το καταφέρει, όταν θα έρθει το πλήρωμά του και τότε ίσως και να μην τις χρειάζομαι πια. Όμως κουράστηκα και άλλο δεν μπορώ, βαρέθηκα τα εύκολα, τα ψεύτικα, τα άψυχα και μου έλειψαν τα αληθινά πρόσωπα. Λίγη αλήθεια ζητώ. Έχει απομείνει άραγε;
Άφηνες για καιρό ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα, ήξερες καλά βλέπεις πως δεν θα μπορούσα να ήμουν εγώ αυτή που θα έβαζε την τελεία, μου έμοιαζε αδιανόητο. Κι ήμουν έτσι παρούσα σε κάθε γυρισμό σου, σαν ένας πιστός στρατιώτης που θα σε ακολουθούσε παντού με αυταπάρνηση. Στο παράγγελμά σου, πάντα η καρδιά μου χτυπούσε προσοχή άλλωστε μα κάθε επιστροφή σου ήταν αναπόφευκτα πια και μια απομυθοποίηση για εμένα. Και με οδηγούσες όλο και πιο κοντά στην τελεία που δεν είχες τη δύναμη να βάλεις, ώσπου πέτυχες τελικά, αυτό που απέφευγες ο ίδιος. Γκρέμιζες συθέμελα, ό,τι είχα θεοποιήσει. Εσένα. Μέχρι που διέλυσες και το τελευταίο λιθαράκι μέσα μου κι έφτασα στα όριά μου. Πονούσε πάντα μα έπρεπε να σου πω πια αντίο…άργησα!
Άφησα μήνες να κυλήσουν δίχως να σε δω. Με έκλεισα στην απομόνωση και έκρυψα τα κλειδιά, για να μη ζητιανέψω ένα ακόμα κενό σου βλέμμα. Δεν με αναζήτησες ποτέ. Η απουσία σου πια πανηγυρική. Μέχρι που ήρθε η ώρα να σπάσω τα λουκέτα, να ξεκλειδώσω και να βγω. Άφησα τον καθαρό αέρα να γεμίσει την ψυχή μου και το φως να πλημμυρίσει το πληγωμένο μου βλέμμα. Στάθηκα μπροστά σου μα δε με φόβιζε πια αυτό που αντίκρυζα. Αποδέχτηκα τις σιωπές σου και δεν αναζήτησα ποτέ ξανά απαντήσεις. Άλλαξες και άλλαξα και οι δρόμοι μας τώρα αντίθετοι.
Τα δικά μας ταξίδια, έμελλε να μείνουν μισά και το είχα πια αποδεχτεί.
Μαζί σου έμαθα πως οι άνθρωποι εύκολα ξεχνούν μάτια μου. Ξεχνάνε οτιδήποτε καλό πήραν από σένα και κρατούν μόνο τα λάθη σου. Προσπερνούν ό,τι κι αν έχεις προσφέρει πρωτύτερα και στέκονται σε εκείνο το ένα που δεν κατάφερες να δώσεις. Επιλεκτικά θυμούνται καθετί που κρατά τη συνείδησή τους καθαρή και ήσυχη από τύψεις κι ενοχές, σκαρώνοντας αληθοφανή ψέματα για να κρύψουν τα δικά τους τα κρίματα. Βλέπεις το ψέμα βολεύει και η αλήθεια πονάει. Κι εσύ επέλεγες μια ζωή να βολεύεσαι, πονώντας τους άλλους.
Μη μου μιλάς για αγάπη σε παρακαλώ λοιπόν, όχι γι’ αυτή σου την αγάπη. Εγώ θέλω να λέω σ’ αγαπώ αβίαστα, αυθόρμητα κι αληθινά. Δεν υπάρχεις πια, δεν υπάρχει τίποτε από όλα εκείνα που αγαπήσαμε, πριν γίνεις το σκοτάδι μου. Η σκιά σου μόνο έχει απομείνει μα κι αυτή θα χαθεί, γιατί δεν αγγίζονται οι σκιές κι εγώ θέλω να μπορώ να αγγίξω τώρα. Δεν πλησιάζονται, δεν αγαπούν, δεν έχουν καρδιά. Περιφέρονται μόνο και ξύνουν πληγές κι εγώ θέλω να πάψω πια να πονάω.
Μετρώ αντίστροφα λοιπόν. Είναι η ώρα να πέσει η αυλαία στο έργο το δικό μας κι ας μην είχε “happy end.” Αρκεί μόνο ένα άψυχο χαρτί, παραδομένο από ξένα χέρια κι όλα θα τελειώσουν, όπως κι έπρεπε να είχε συμβεί από την πρώτη κιόλας στιγμή.
Ένα πράγμα όμως δεν θα αλλάξει ποτέ και δεν θα μπορέσει κανείς να μου το κλέψει και στο είχα πει από την αρχή αυτής της αντίστροφης μέτρησης.
Σε αγάπησα κι αυτό να το θυμάσαι όπου κι αν βρίσκεσαι. Μόνο που πρέπει να κλειδώσω αυτή μου την αγάπη τώρα, σε μια θυρίδα και να εξαφανίσω το κλειδί, για να μπορέσω να κρατήσω μόνο τις καλές μας στιγμές και να προχωρήσω κι εγώ. Κι αν τελειώνουμε σε λίγο επίσημα κι οριστικά, θα πρέπει να θυμάσαι εκεί που επέλεξες να είσαι κι εδώ που βρίσκομαι κι εγώ, πως ακόμα κι αν φτάσαμε να γίνουμε δυο ξένοι, κάποτε υπήρξες ο άνθρωπος μου.
ΥΓ. Το κείμενο αυτό αποτελείται από αποσπάσματα επιλεγμένων άρθρων μου που έγιναν ένα, με αφορμή την επέτειο για τον έναν χρόνο γραφής μου στο Μεταξύ μας.
Ευχαριστώ από καρδιάς όλα τα παιδιά της ομάδας, για την μεγάλη αγκαλιά που μου πρόσφεραν από την πρώτη κιόλας στιγμή. Και φυσικά δεν θα μπορούσα να παραλείψω να ευχαριστήσω κι όλους εσάς, για την αγάπη που εισπράττω!
Χρόνια Πολλά και Δημιουργικά!
Μαρία Μαραγκού
Post Views: 2