Ήθελα να φύγω


Ήθελα να φύγω.
Να ανοίξω βίαια την πόρτα και να χαθώ στον ορίζοντα.
Να αφήσω πίσω μου φίλους γνωστούς και άγνωστους
και να πετάξω προς νέες κατευθύνσεις,
σε νέους προορισμούς.

Ήθελα να φύγω.
Να ανοίξω το βήμα μου
και να απομακρυνθώ από όσα με πονάνε.
Να ελαττώσω ρυθμούς.
Να σπάσω τη ρουτίνα.
Να αλλάξω ζωή.

Ήθελα να φύγω.
Να ξεχάσω το παρελθόν
και να χαράξω ένα νέο, διαφορετικό
κι ίσως λίγο μοναχικότερο μέλλον.
Να κάνω καινούργια λάθη.
Να πέσω στα πατώματα
και να σηκωθώ δυνατότερη,
συνειδητοποιημένη, ελεύθερη.

Ήθελα να φύγω.
Να αγοράσω ένα τεράστιο, διπλό κρεβάτι
με μαλακό στρώμα και σκληρά μαξιλάρια.
Να ξοδεύω εκεί τις μέρες
και τις νύχτες μου.
Να το ντύσω με φανταχτερά σεντόνια και υφάσματα,
μη τυχόν και το δει κανείς γυμνό και απεριποίητο
και το θεωρήσει ακαλαίσθητο.

Ήθελα να φύγω.
Κι έφυγα.
Σε μια βαλίτσα συγύρισα πέντε ρούχα
(να μην πουν πως δε ξέρω να ντύνομαι)
μερικά καλλυντικά
(να μη με κατηγορήσουν πως άφησα τον εαυτό μου)
και μερικά βιβλία
(που να πάω χωρίς τις σελίδες μου;)
γύρισα το πόμολο,
και έτρεξα προς το άγνωστο.

Έκλεισα τα μάτια
-και την καρδιά μου-
και άνοιξα το βήμα μου,
σχεδόν άρχισα να τρέχω,
ίσως από φόβο
ίσως από προσμονή
ίσως από λαχτάρα.
Μπορεί και από το απόλυτο τίποτα.
Έτρεχα λοιπόν σε άγνωστους δρόμους
κι επιτέλους πραγματοποίησα το όνειρό μου.
Έφυγα…

Όλα ήταν εξαίσια,
ένιωθα σαν τη πριγκίπισσα στα παραμύθια.
Χαρούμενη κι ελεύθερη,
ξέγνοιαστη κι αυτάρκης.
Η χαρά μου μειωνόταν εκθετικά με τον χρόνο
και μηδενίστηκε την πρώτη νύχτα.
Ήμουν ολομόναχη,
σε ένα άδειο σπίτι,
μόνη με τα συναισθήματά μου.
Κι έπεσαν οι μάσκες
παρασύροντας τα δάκρυα μου.

Άφησα πίσω μου τις έγνοιες,
τις αντιφάσεις,
τις λάθος επιλογές
και τα προβλήματα μου.
Αλλά μαζί τους εγκατέλειψα και τους ανθρώπους που αγαπώ.
Είναι εύκολο να θεωρούμε την οικογένεια και τους φίλους μας, δεδομένους.
Ακόμα πιο εύκολο είναι να πιστεύουμε πως θα είναι πάντα εκεί για μας.
Μα δεν είναι έτσι.
Κανένας άνθρωπος σε αυτόν τον πλανήτη,
σε αυτήν την ζωή
ή και την επόμενη
δεν είναι δεδομένος.
Έπρεπε να φύγω για να το καταλάβω.
Έπρεπε να χάσω,
έστω και στιγμιαία τα άτομα που λατρεύω
για να συνειδητοποιήσω πόσο πολύ τους αγαπώ.

Οι άνθρωποι είμαστε αχάριστα πλάσματα.
Ποτέ δεν είμαστε ευχαριστημένοι, με αυτά που διαθέτουμε.
Επιθυμούμε κι άλλα
κι άλλα
κι άλλα.
Αν έχουμε έναν σκληρό καναπέ, φλερτάρουμε με ένα μαλακό κρεβάτι.
Κι ας είναι κρύο κι έρημο το κρεβάτι.
Κι ας κοιμόμαστε ολομόναχοι κάτω από τα μεταξωτά σκεπάσματα.
Κι ας λέμε καλημέρα σε έναν λευκό τοίχο
και καληνύχτα σε ένα αδειανό τραπέζι.

Έφυγα κι άφησα πίσω τους ανθρώπους μου.
Άφησα πίσω ένα κομμάτι της ψυχής μου.
Και τώρα μετρώ ώρες, λεπτά και δευτερόλεπτα
για να επιστρέψω.
Συγχρονίζω τις ανάσες μου
με το ρυθμικό χτύπημα του ρολογιού,
να μη ξοδέψω ούτε μια παραπανίσια.
Να τις χαρίσω απλόχερα στους ανθρώπους που αγαπώ.
Κι ας κοιμάμαι σε έναν σκληρό καναπέ.
Κι ας μην έχω μεταξωτά σκεπάσματα.
Έχω τη ζεστασιά της οικογένειας μου
κι αυτό μου αρκεί.
Έχω το γέλιο της μητέρας μου
και τη ζεστή της αγκαλιά.
Έχω τα πειράγματα του αδερφού μου
και την αγάπη στο βλέμμα του.
Έχω την συμπαράσταση των φίλων μου
που με τα χρόνια
μετατράπηκαν σε οικογένεια.
Κι αναρωτιέμαι…
Από τί ήθελα να φύγω;
Σαν να μου φαίνεται,
πως έχω όλο τον κόσμο
κρυμμένο στο χαμόγελό μου…

Φιλίνα Ιγνατιάδου

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *