19 Οκτωβρίου 2019
Share

Η δύση έφτασε νωρίς

 

Ειρήνη. Χιλιοτραγουδησμένη, πόθος των ανθρώπων ανά τους αιώνες. Δούλοι και βασιλιάδες τη λάτρεψαν. Της έδωσαν σώμα ένα κτίριο εντυπωσιακό, ψηλό μέχρι τον ουρανό. Της έδωσαν πρόσωπο. Μια σημαία καταγάλανη με κέντρο τη γη μας να περιβάλλεται από ένα δάφνινο στεφάνι. Στεφάνι νίκης και δόξας για μια νίκη που δεν ήρθε ποτέ.

Της δώσαμε ψυχή. Άνθρωποι εκλεκτοί την αποτελούν. Άνθρωποι που θα τους ζήλευε ο Μίδας για τον πλούτο τους. Άνθρωποι με δεινότητα στο λόγο. Στρατηγοί μεγάλοι και τρανοί. Άνθρωποι με εξουσία που ξεπερνούν σε δύναμη τον Μ. Αλέξανδρο, τον Ιούλιο Καίσαρα και τον Τζένγκις Χαν. Δώσανε λόγο στην ειρήνη και το ονόμασαν διεθνές δίκαιο. Ώρες, μέρες, μήνες, χρόνια ατέλειωτα γίνονται συζητήσεις. Λόγοι διαφωνίες, αποφάσεις, όλα στο όνομα της ειρήνης. Όλα τα μεγάλα μυαλά ενωμένα.

Όλα αυτά υπό την σκέπη ενός κοινού χαρίσματος που έχουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, που θα τους ζήλευαν όλοι οι αρχαίοι θεατρικοί ποιητές μαζί, για το υποκριτικό τους ταλέντο και για τις πράξεις τους, αφού αυτές ξεπερνούν κατά πολύ και το πιο τραγικό έργο που έχει γραφτεί πότε. Και θα συναντηθούν. Χαμόγελα και χειραψίες όλο θέρμη, κρύβοντας με μεγάλο κόπο την αλήθεια πίσω από τα ακριβά τους κοστούμια. Τη μαύρη ψυχή τους. Τάσο μαύρη που ξεπερνά ακόμη και το μαύρο καπνό των κανονιών τους. Τόσο μίσος που ξεπερνά την οργισμένη ώθηση των πυραύλων τους και την ΒΙΑ που βγάζουν στους στόχους τους. Τόσο άδεια όση ψυχή μπορεί να διαθέτει μια σφαίρα τους όταν διαπερνά το κορμάκι ενός παιδιού. Όλος ο χώρος κατακλυσμένος από πανάκριβα αρώματα, που καλύπτουν περίτεχνα τη σήψη της ψυχής τους και που απλόχερα τη μοιράζουν στους υπόλοιπους ανθρώπους.

Πόση ποσότητα αλήθεια είναι αρκετή για να κρύψει την δυσωδία τους; Σε ποιες μύτες εμποδίζουν να φτάσει όλη αυτή η οσμή της φρίκης; Σε εμάς; Είναι πολύ μικρά τα σύνορα της καρδιάς τους για να φανούν τόσο μεγαλόκαρδοι. Είναι τόσο κουφοί που δεν ακούνε; Τόσο τυφλοί που δεν βλέπουν; Ο μόνος ήχος που ακούνε είναι το φιδίσιο σύρσιμο των αυλικών τους και των κολάκων τους. Για τις υπόλοιπες φωνές κλείνονται μέσα στα χρυσά κλουβιά τους γιατί δεν αντέχουν την αλήθεια. Μια αλήθεια πληγωμένη που ακούγεται από το θρήνο της μάνας για το νεκρό παιδί της, από τα ακρωτηριασμένα σώματα, από την πείνα, την αρρώστια και την εξαθλίωση. Από την κραυγή του απελπισμένου που σηκώνει τα χέρια ψηλά και ικετεύει το Θεό για βοήθεια. Αυτή η κραυγή διαπερνά κάθε τοίχο. Είναι ένας ήχος ασυγκράτητος. Κανένα υλικό και καμία τεχνολογία αιχμής δεν μπορεί να μονώσει τα χρυσά κλουβιά τους. Αυτή την απέραντη κραυγή δεν αντέχουν. Θέλουν να τη φιμώσουν, να την εξαφανίσουν. Θέλουν τη σιωπή και προειδοποιούν απαιτώντας την ησυχία τους.

Ο ήχος της σειρήνας .Ήχος βγαλμένος από την αποκάλυψη. Η ανάσα της κόλασης. Και σε λίγα λεπτά ο υπόκωφος ήχος από τα γεράκια τους. Κι αν ο ήχος της σειρήνας στρέψει το βλέμμα του Θεού πάνω στους ανήμπορους, οι ήρωες αυτοί με τον ήχο των μαχητικών τους θα προσπαθήσουν να καλύψουν από τα αφτιά του τις ικεσίες των αθώων. Ότι θα τυφλώσουν τα μάτια του με τις σκόνες που θα σηκώσουν οι βόμβες τους, ότι θα αποστειρώσουν την αλήθεια με τη φωτιά τους. Μετά ησυχία. Οι ήρωες με φήμη και ορμή ασυγκράτητη, με περίσσια γενναιότητα, τόση όση να την διασπείρουν και να την εξαντλήσουν πάνω σε γυναικόπαιδα και αβοήθητους. Με ατελείωτες ώρες εκπαίδευσης για να εκτοξεύουν την οργή και τον ανδρισμό τους πάνω σε γέρους και παιδιά. Η τέχνη του πώς να καταστρέφεις οικογένειες και να δημιουργείς ορφάνια. Με αυτά τα λάφυρα θα γυρίσουν στη βάση τους οι ήρωες. Ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα.

Η ώρα της ανταμοιβής τους για τη σιωπή, την πίστη και την γενναιότητα που επέδειξαν, αποτυπωμένα σε ένα μικρό κομμάτι ευτελούς μετάλλου στο στήθος τους. Ο καθρέφτης της μεγαλόψυχος των εντολέων τους. Αυτή είναι η αξία της προσπάθειάς που έκαναν, αυτή είναι η πληρωμή για την καταστροφή που προκάλεσαν. Τόση αξία έχει η ζωή και η περιουσία των φτωχών ανθρώπων. Τόση αξία έχει η ζωή την νεκρής μάνας, του πατέρα, του φίλου, του αδερφού. Αυτής της αξίας ευημερία συζητούν στο ναό της ειρήνης οι χαρισματικοί αυτοί άνθρωποι. Όσο ένα μικρό κομμάτι μέταλλο. Και μετά από τις χειραψίες αυτοί οι χαρισματικοί άνθρωποι θα καθίσουν στις αναπαυτικές τους θέσεις. Θα επιδοθούν όλες αυτές οι προσωπικότητες σε δακρύβρεχτες εκθέσεις ιδεών, θα συζητήσουν για τον Αμαζόνιο που καίγεται την ίδια στιγμή που όλοι μαζί διαθέτουν έναν Αμαζόνιο χαρτί για τους ανούσιους λόγους τους. Θα συζητήσουν για τον πόλεμο και την πείνα τη στιγμή που τους περιμένει ο μπουφές με πανάκριβα φαγητά και ποτά. Για τον πόλεμο, την ίδια στιγμή που οι επιτελείς τους κουβαλούν μαζί τους τους κωδικούς από τα όπλα μαζικής καταστροφής. Θα μιλήσουν για τους εκτοπισμένους και τους άστεγους απ’ τον πόλεμο την ίδια στιγμή που τους περιμένει η πανάκριβη σουίτα τους. Θα συζητήσουν για την ασφάλεια τη στιγμή που για τη δική τους ασφάλεια διαθέτουν έναν ολόκληρο στρατό. Θα μιλήσουν για την τρομοκρατία και για τις ομάδες που της αποτελούν, για σφαγές αλλοθρήσκων, για απαγωγές γυναικών και παιδιών, για ομαδικές εκτελέσεις που κατά έναν παράξενο τρόπο δεν μπορούν να εξαλείψουν.

Έχουν στείλει σκάφη σε άλλους πλανήτες, οι δορυφόροι εντοπίζουν κάτω από τη γη ορυκτά, πύραυλοι που εκτοξεύονται από μια ήπειρο σε άλλη με ακρίβεια αλλά τυφλώνονται ξαφνικά όταν πρόκειται για μια και σφαγές αθώων. Μέσα λοιπόν στο ναό της ειρήνης υπάρχουν οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Άνθρωποι ανίκανοι, που αρκούνται σε άψυχους λόγους για να δικαιολογούν το μισθό και το αξίωμα που έχουν, γαντζωμένοι στην πολυτελή ζωή που τους προσφέρει η θέση τους, με αισθήσεις που περιορίζονται μόνο στον τραπεζικό τους λογαριασμό, και σε αυτούς που αρέσκονται στο να χτίζουν θρόνους πάνω στα ερείπια και να μοιράζουν απλόχερα την εξαθλίωση.

Μετά τους δακρύβρεχτους λόγους, όλα αυτά τα χαρισματικά άτομα θα δειπνήσουν. Εκλεκτά εδέσματα, σαμπάνια και πανάκριβα κρασιά θα ρέουν άφθονα. Η ευαισθησία τους από τους συγκλονιστικούς λόγους ήταν τόσο εξαντλητική που οι αποφάσεις μπορούν να περιμένουν. Η πείνα των υπόλοιπων μπήκε στην αναμονή. Τα πολυβόλα μπήκαν στον αυτόματο πιλότο. Πόσα ακόμη δάκρυα θα χρειαστούν για να ποτίζουν τις αμπέλους των πανάκριβων κρασιών τους; Πόσο ακόμα αίμα θα απαιτηθεί για να εμπλουτίσει τη γη των καρπών που τρώνε; Τρώνε και πίνουν οι στρατηγοί. Συζητούν και φιλοδοξούν να ξεπεράσουν τους προηγούμενους. Να γίνουν μεγάλοι στρατηλάτες. Πόσες λίμνες και ποτάμια στη γη πρέπει να γεμίσουν αίμα για να ξεδιψάσει η φιλοδοξία τους; Σε άλλο τραπέζι οι πολιτικοί. Συζητούν με εκείνη τη γνωστή ξύλινη γλώσσα. Πότε επιτέλους θα στερέψουν οι προτάσεις, οι λέξεις, τα γράμματα όλων των αλφαβήτων για να σταματήσουν να σπέρνουν διχόνοια στους λαούς;

Παρακάτω οι άρχοντες του πλούτου. Αυτοί με τις τσέπες συγκοινωνούντα δοχεία. Με τη μια τη μικρή τσέπη του φιλάνθρωπου, του τάχα ευαίσθητου, με πλήθος κοινωφελών ιδρυμάτων, και η άλλη, η μεγάλη που πουλάει αδρά πείνα και θάνατο. Νοιώθουν Θεοί. Έχουν όλα τα χρήματα. Από αυτούς εξαρτάται η ζωή και ο θάνατος των υπόλοιπων. Νοιώθουν κοσμοκρατορία, ελέγχουν όλο τον πλανήτη. Έχουν τα πάντα. Τόσο μάλιστα, που ο εγωισμός και η αλαζονεία τους δεν τους επιτρέπει να σηκώσουν το κεφάλι στον ουρανό και να δούνε ότι αυτοκρατορία τους δεν είναι τίποτε άλλο από έναν κόκκο μέσα στο σύμπαν. Μικρή η έκταση για να χωρέσει τον εγωισμό τους. Μικρές αυτοκρατορίες πάνω σε ερείπια και εξαθλιωμένους. Εξουσία χωρίς αντίκρυσμα. Κι αν η αλαζονεία τους σπρώξει να βγάλουν τη δύναμη τους πάνω σε αδύναμους καταστρέφοντας τον κόσμο, θα κλειστούν στα χρυσά υπόγεια κλουβιά τους.

Η δύναμη τους θα είναι τόση όσο οι τέσσερις τοίχοι που τους προστατεύουν. Δε θα μπορούν να απολαύσουν τη θάλασσα, τον ήλιο τον αέρα, τον ουρανό που τόσο αγώνα έκαναν με φθόνο να αποκτήσουν. Κι αν νιώθουν χορτάτοι και ασφαλείς δεν έχουν ιδέα τη δύναμη της πείνας και τα κίνητρα που προκαλεί στον απελπισμένο. Άνθρωποι χωρίς αισθήσεις, χωρίς ψυχή, χωρίς καρδιά, είναι απλά κουφάρια. Νομίζουν ότι ζούνε αλλά δε ζούνε. Μην αντέχοντας το μαρτύριο αυτό μοιράζουν τον θάνατο τους και τη σήψη τους σε κάθε τι ζωντανό.

Μιλάνε για τεχνολογική επανάσταση. Έφτασαν την ανθρωπότητα στο απόγειο της. Έφτιαξαν στη γη κτίρια ψηλά. Έμαθαν να πετούν. Για να μη βλέπουν στην γη τα έργα και τις ημέρες τους. Έφτιαξαν τεχνολογία για να μιλάμε, να βλέπουμε, και να ακούνε ανθρώπους απ’ όλα τα μήκη και πλάτη και πάψαμε να μιλάμε με τον διπλανό. Μεγάλα και θαυμαστά τα έργα στην ιατρική. Τα φάρμακα πιο πολλά από πότε. Όπως και πιο πολλοί οι θάνατοι από ποτέ. Πιο πολλές οι αρρώστιες. Τροφή. Γεμάτα τα ράφια ποικιλία σε τροφή και αφθονία. Κι όμως περισσότεροι από ποτέ λιμοκτονούν. Αφαιρέσαμε το φως απ’ τις ψυχές μας για να φωτίσουμε τους δρόμους και τις πλατείες μας. Η ανθρωπότητα από φάρος πολιτισμού έγινε κοφτερός βράχος σε καθετί καλό. Και η ειρήνη σιωπηλή. Κουρελόχαρτο ο λόγος της .Ορισμός της ανακύκλωσης του πολέμου. Για ποιο απόγειο μιλάμε όταν χτίζουμε πολιτισμό με παρωχημένα υλικά; Τι άλλαξε στον ανθρώπινο πολιτισμό; Η γνώση; Πως ορίζεται η γνώση στο μεγάλο μας πολιτισμό; Είναι το μέσο που θα απογειώσει την ανθρωπότητα σε μια εξέλιξη επωφελή για όλους; Ή η στείρα διαπίστωση και αποδοχή των όσων προκαλούμε; Τι άλλαξε σε όλη την ιστορία μας; Το ότι οι άνθρωποι από τις σπηλιές έφτιαξαν τις πυραμίδες και τώρα πολυώροφα λαμπερά κτίρια κρύβοντας την γύμνια μας; Το ότι ο λόγος μας από σχήματα στις σπηλιές πέρασε στα γράμματα; Για να λειαίνουμε την τραχύτητα των πράξεών μας; Για να δικαιολογούμε με όμορφες λέξεις την καταστροφή που προκαλούμε; Να χωρέσουμε και να υμνήσουμε την αγάπη μέσα στις λέξεις γιατί η καρδιά μας είναι πολύ μικρή να την χωρέσει; Ότι η πέτρα έγινε πάπυρος, χαρτί και πλέον ηλεκτρονικά άλλαξε ο τρόπος, το υλικό, και τα μέσα που έγιναν τόσα πολλά, άλλα όχι οι προθέσεις μας;

Πάψαμε να μιλάμε, να ακούμε,να βλέπουμε. Αντικαταστήσαμε τα ρόπαλα, τα τόξα και τις πέτρες με κανόνια και αεροπλάνα. Να χτυπάνε από μακριά, να μη βλέπουμε την καταστροφή που προκαλούμε. Πλεχτήκαμε σε αριθμούς για να μη βλέπουμε πόσο πέτρινη και διεφθαρμένη ειρήνη έχουμε. Ποιο απόγειο αλήθεια; Τι το διαφορετικό έχουμε από τους πρωτόγονους; Εξελίχθηκε η ταχύτητα. Ταχύτητα σε όλα. Ταχύτητα με ποιο προορισμό; Που θα καταλήξουμε; Μέσα στην παραζάλη της ταχύτητας, των αριθμών και των τεχνολογικών θαυμάτων, με μια αγάπη θαμμένη βαθιά κάτω απ’ το ναό της ειρήνης, κανείς δεν κοίταξε το ηλιακό ρολόι της ανθρωπότητας. Η δύση έφτασε νωρίς

Δημήτρης Ντούρος

About Guest Μεταξύ μας

Μπορεί επίσης να σας αρέσει