Τελευταίο δάκρυ
Είναι το τελευταίο βράδυ
που το τασάκι μου
γεμίζει
με τ’ αποτσίγαρα της θύμησής σου.
Τελευταίο βράδυ,
που ασυναίσθητα,
γι’ άλλη μια φορά,
σαν σε κρυφό ψυχαναγκασμό,
μετρώ ξανά και ξανά
τις γόπες,
όπως μετρώ
τις μέρες της απουσίας σου,
ανακατεύοντας,
νωχελικά,
τις στάχτες
με τη σβησμένη γόπα
του τελευταίου μου τσιγάρου
γι’ απόψε.
Μία, δύο, τρεις…
Μία, δύο…
Κι έπειτα,
σιωπή.
Από εκείνες τις σιωπές
που είναι τόσο ευάλωτες
να διαταράξει
κάθε θορυβώδης εισβολέας.
Ξέρεις,
από εκείνους που μόνο αυτές
ακούνε το θόρυβό τους.
Μα στα αυτιά της δικής μου σιωπής
ηχεί,
μονάχα,
ο θόρυβος της δικής σου εισβολής.
κι ας είναι απλά
ένας απόηχός της.
την προκαλεί να φωνάξει
κι εκείνη,
ευάλωτη καθώς είναι,
μετατρέπεται σε κραυγή
-Βουβή κραυγή –
από φόβο
μην τύχει κι εκτεθεί ξανά
στη σιωπή της.
Κουράστηκε να εκτίθεται
φωνάζοντας,
πίσω από πόρτες
που τοποθέτησαν λουκέτα
στις κλειδαριές τους.
Κουράστηκε να μιλά
πίσω από τείχους που χτίστηκαν.
Κουράστηκε,
να γεύεται το δάκρυ.
Πόσα βράδια;
Κι άλλα πόσα ακόμα βράδια;
Ένα;
Δύο;
Τρία;
Θ’ ανακατεύω τις στάχτες
της δικής σου καμένης ανάμνησης;
Πόσα ακόμα βράδια
Θ’ ανάβω και θα σβήνω τα τσιγάρα,
παρακαλώντας τον καπνό τους
να σε φέρει μπροστά μου;
Για πόσα ακόμα βράδια
θα με νανουρίζει το δάκρυ;
Ένα;
Δύο;
Τρία;
Μια ανάσα βαθιά.
Ένα ακόμα τσιγάρο.
Ένα τελευταίο τσιγάρο.
Μια τελευταία σιωπή.
Μια τελευταία βουβή κραυγή.
Ένα τελευταίο δάκρυ.
Ελίνα Δερμιτζόγλου