Δεν πάει πολύς καιρός που άλλαξα
Έμοιαζα σχεδόν έτοιμη να απαλλαχθώ από κάθε πιθανό επίγειο κίνδυνο που θα με εμπόδιζε να ελευθερωθώ από τα δεινά του κόσμου.
Σταμάτησα να παίρνω στα σοβαρά τις κουβέντες των ανθρώπων, φερόμενων ως σωτήρων μου.
Όλοι αυτοί που μόνιμα είχαν μια κουβέντα έτοιμη να μου πουν αποφάσισα μόνιμα και εγώ να τους γυρίσω την πλάτη.
Είχα μια ξαφνική αλλαγή στην συμπεριφορά μου που έγινε αμέσως αντιληπτή και ενόχλησε πολλούς.
Ούτε που με ενδιέφερε πλέον η γνώμη τους.
Σε αυτό το καλοστημένο σχέδιο τους για τη δική μου σωτήρια με τα δικά τους κριτήρια και συμφέροντα αποφάσισα να είμαι συνειδητά απούσα. Ήταν πλέον δεδομένο ότι δε θα με οδηγούσα στην αυτοκαταστροφή μου, αντιθέτως μέσα μου αφυπνίστηκαν σπουδαία συναισθήματα, αυτά της αυτοπροστασίας μου από τους επίδοξους.
Ήξερα πλέον τι να κάνω και αυτό το παραμύθι τους όσο καλογραμμένο και αν ήταν το τέλος του δε μου άρεσε, με προβλημάτιζε ιδιαίτερα, γι’αυτό και αποφάσισα να απομακρυνθώ γρήγορα.
Ένιωθα σαν να με είχαν καταδικασμένη να υποκύψω σε δικά τους σχέδια, πολύ προσεγμένα και ντυμένα με ακριβά περιτυλίγματα γεμάτα λάμψη. Ναι, είχαν αυτή τη λάμψη που στην αρχή σε θάμπωνε αλλά στη συνέχεια βούλιαζες σε λασπόνερα και σκοτείνιαζες.
Όλοι αυτοί είχαν επιλέξει το σκοτάδι για να μη φαίνονται οι πράξεις τους. Κατά βάθος ντρεπόντουσαν, απλά η έπαρση και το αδιαβάθμητο εγώ τους δεν τους επέτρεπε να το εκφράσουν.
Μεταμφίεζαν την πίκρα σε ευτυχία και ευημερία και αναλάμβαναν το ρόλο του διασκεδαστή.
Προσπαθούσαν να πείσουν σχεδόν τους πάντες ότι όλες τους οι πράξεις είναι οι καλύτερες αλλά λησμόνησαν το γεγονός ότι όλοι δεν είναι ίδιοι και δεν ήθελαν τέτοιες αλλαγές.
Έτσι λοιπόν, γυρνώντας την πλάτη μου σταμάτησαν να με πλησιάζουν.
Και κάπως έτσι άνοιξα ένα παράθυρο σε έναν καινούργιο κόσμο.
Απαλλαγμένη από όλους αυτούς τους επίδοξους και μόνιμα μεταμφιεσμένους σωτήρες απομακρύνθηκα γρήγορα χωρίς να διστάζω για τις συνέπειες.
Είχα κερδίσει την ηρεμία του μυαλού μου αυτόματα, σχεδόν χωρίς καμία προσπάθεια.
Σαν να ήμουν έτοιμη από καιρό για αυτή την αλλαγή.