Το αντίθετο μισό
Όλοι ψάχνουν το άλλο τους μισό. Γίνεται σκοπός ζωής η αναζήτησή του και προετοιμάζουν τη ζωή τους με τέτοιο τρόπο ώστε να βρουν επιτέλους το απόλυτα ιδανικό άτομο για να μοιραστούν τη ζωή που πάντα ονειρεύονταν. Για ελάτε όμως εδώ και πείτε μου… έχετε σκεφτεί ποτέ ότι το να βρεθεί κάποιος άνθρωπος που κουμπώνει απόλυτα στις απαιτήσεις σας και φυσικά να κουμπώνετε κι εσείς στις δικές του, θα ήταν σκανδαλώδης εύνοια της τύχης;
Πιο καθημερινός πάντως, τώρα που το ξανά σκέφτομαι, είναι ο όρος «αντίθετο μισό». Αντίθετο μισό ναι, πάρε το χρόνο σου να το φιλοσοφήσεις πριν συνεχίσεις να διαβάζεις αυτό το κείμενο… Πόσοι άνθρωποι είναι εγκλωβισμένοι σε μια σχέση (δεν είναι της παρούσης να αναλύσουμε τους λόγους που μπορεί κάποιος να παραμένει σε μια τέτοια σχέση) συνειδητοποιώντας με τα χρόνια το ποσό ξένοι είναι μεταξύ τους; Πως δεν υπάρχει τίποτα κοινό, κανένα σημείο επαφής, ούτε μεταφορικά ούτε κυριολεκτικά. Πόσοι άνθρωποι καταριούνται τη ζωή τους που έχει μετατραπεί σε μια τεράστια φυλακή; Πόσοι ζουν δυστυχισμένοι, να ψάχνουν ανάμεσα στα γιατί, τους λόγους που έμπλεξαν κάποτε με τον άνθρωπο που έχουν δίπλα τους; Για πόσους οι ευτυχισμένες μέρες έμειναν σε παλιά άλμπουμ φωτογραφιών, σκονισμένα και πολυκαιρισμένα σε κάποιο ντουλάπι; Πόσοι καημένοι γέρνουν το βράδυ στο κρεβάτι τους και κλαίνε σιωπηλά, μια και τους έχει αφαιρεθεί πια ακόμα και το δικαίωμα να εκφράζονται;
Ποσό φορτίο μπορεί να αντέξει μια τέτοια ψυχή; Πόσα τείχη χρειάστηκε να υψώσουν που κρύφτηκε το συναίσθημα απ’ το βλέμμα τους; Πώς μια επιλογή μετατρέπεται στο χειρότερο εφιάλτη; Πώς λύνεται ο κόμπος στο λαιμό απ’ τη δυστυχία και ποσό χρόνο μπορεί κανείς να αντέξει προτού κοπεί η ανάσα του;
Υπάρχουν λοιπόν και οι άνθρωποι «αντίθετα μισά», εκείνοι οι απαθείς και απόμακροι που ενώ φαίνεται να μην έχουν την αίσθηση της πραγματικότητας, καλλιεργούν το αίσθημα της υποτίμησης και κακοποιούν με την παραίτηση τους. Εκείνοι που απλά και μόνο ως παρουσίες στη ζωή σου, σαν σκιές, περιφέρονται και τσαλαπατάνε την ψυχή σου, σαν μια μορφή τιμωρίας, για τη δίκη τους ανούσια ύπαρξη.
Μαρία Χαρίτου