Παράπονο
Ανήκει σε αυτούς που εργάζονται στο κομμάτι της εκπαίδευσης και εξαιτίας των μέτρων δουλεύει από το σπίτι. Προσπαθεί να κάνει όσο το δυνατόν καλύτερη δουλειά, αν και πρακτικά είναι πολύ δύσκολο. Το σύστημα της Τηλέ-εκπαίδευσης μοιάζει να καταργεί το ρόλο του δασκάλου, ο οποίος φυσικά δεν αμφισβητείται γιατί τότε δε θα υπήρχαν σχολεία. Θα υπήρχαν μόνο βιβλία. Όλος αυτός ο νέος τρόπος την αναγκάζει να επαναπροσδιορίσει το ρόλο της ως εκπαιδευτικού αλλά και ως εργαζομένου.
Καθημερινά η Γεωργία φροντίζει να είναι πανέτοιμη για την εργασία της αλλά επειδή έχει και οικογένεια, και για τις ανάγκες του σπιτιού της. Η καθηγήτρια που είναι και μάνα και νοικοκυρά, προσπαθεί να είναι δίπλα στα παιδιά της διαβάζοντάς τα, αλλά και κάνοντας τους τα χατίρια. Έστω και αν ο περιορισμός θυμίζει λίγο φυλακή, αυτή θέλει να κάνει τη ζωή όλων μέσα στο σπίτι ομορφότερη. Παρ’ ότι είναι ακόμα Νοέμβριος έχει στολίσει όλο το σπίτι με τα στολίδια των Χριστουγέννων. Έφτιαξε ένα μεγάλο δέντρο με πολλά όμορφα αστραφτερά στολίδια και γιρλάντες. Έβγαλε από τις θήκες τους κάθε λογής διακοσμητικό και στόλισε τραπέζια και βιτρίνες. Θέλει να βλέπει τη χαρά στα πρόσωπα των παιδιών και επιθυμεί να τους εμφυσήσει την ελπίδα για μια καλύτερη ζωή. Επίσης, προσπαθεί να τους μαγειρεύει τα αγαπημένα τους φαγητά και τα γλυκά και επινοεί και νέα που πιθανολογεί ότι θα τους αρέσουν. Το απόγευμα της Παρασκευής συμπληρώνει τη βεβαίωση εξόδου και πηγαίνει στο κοντινότερο κατάστημα τροφίμων για να πάρει τα απαραίτητα. Θέλει να φτιάξει περισσότερα εδέσματα από άλλοτε γιατί η μικρή της κόρη έχει γενέθλια το Σάββατο.
Ξεκίνησε αγοράζοντας πρώτα το κρέας και τώρα παρκάρει στο πολυκατάστημα για όλα τα υπόλοιπα. Μπαίνοντας παίρνει από την είσοδο ένα μεγάλο καρότσι και βγάζει τη λίστα. Αρχίζει από τα πράγματα που έχουν όγκο και συνεχίζει με τα λιγότερο ογκώδη. Έχει περίπου τριάντα λεπτά που περιφέρεται στους διάδρομους και επιτέλους τελειώνει. Σπρώχνει το καρότσι που έχει ξεχειλίσει από το βάρος προς το ταμείο όταν αντιλαμβάνεται μια κυρία πίσω της. Η γυναίκα δεν ανασηκώνει καθόλου το βλέμμα της, παρά στέκεται λίγο πιο πίσω – κοιτώντας με παράπονο που δεν μπορεί να κρυφτεί το παραφορτωμένο καρότσι. Η ίδια κρατάει στα χέρια της ένα σακουλάκι όσπρια και ένα μικρό κουτάκι τοματοπολτό. Η Γεωργία της παραχωρεί αμέσως την θέση της νιώθοντας ντροπή. Ναι! ντρέπεται για το υπερβολικά γεμάτο καρότσι. Η κυρία πληρώνει γρήγορα και φεύγει. Αυτή, συνεχίζει χωρίς να μπορεί να διώξει από τη σκέψη της τη μορφή της πονεμένης γυναίκας. Αναρωτιέται πόσοι άνθρωποι δεν έχουν φαγητό ή φάρμακα και ποιος ενδιαφέρεται γι’ αυτούς, ενώ μαζεύει γρήγορα τα ψώνια της και μετά φεύγει.
Παρασκευή Φωτοπούλου
Διάνα!