Κόσμος άδειος, ψυχή αγανακτισμένη
Είδαν πράγματα και καταστάσεις τα μάτια μου και κουράστηκαν. Άκουσαν ένα σωρό πληροφορίες τα αυτιά μου και σάστισα. Ένιωσα πράγματα και αηδίασα μέσα από την ψυχή μου. Έσπασαν τα φρένα των φραγμών των ψυχών τους και έπεσαν πάνω στους τοίχους των αδίστακτών, παρασύρθηκαν βάναυσα. Μετωπική σύγκρουση με αποτελέσματα οδυνηρά.
Φιμώθηκαν και φίμωσαν. Οι περισσότεροι ψάχνουν για φωτιές και ψευτοπεπαναστάσεις. Κουράστηκα, σου λέω. Κουράστηκα να έχω μνήμες. Κουράστηκα να ανακατεύεται συνεχώς η τράπουλα των ψυχών και να ανατρέπονται τα πάντα στο βωμό του συμφέροντος. Οι ψυχές όλες ξεκλειδώθηκαν μπροστά στο φόβο, οι αντιστάσεις χάθηκαν, οι περισσότεροι ζουν υποτονικά και έχουν του κόσμου τις απαιτήσεις, αγνοώντας τις υποχρεώσεις τους.
Έγιναν όλοι αδίστακτοι. Σταμάτησαν να σχεδιάζουν, κόμπιασαν, μπερδεύτηκε η συνείδησή τους, χάθηκαν όλα από μπροστά τους. Εντυπωσιάστηκαν από το φαίνεσθαι και δεν αξιοποίησαν τα χαρίσματα των ψυχών τους.
Κουράστηκα να παρατηρώ και να μη μιλάω, βαρέθηκε το μέσα μου να αντιλαμβάνεται και να ανακαλύπτει. Πήρα βαθιές ανάσες, προσπάθησα να αδειάσω τα πάντα από μέσα μου να μην αισθάνομαι, να μη νιώθω. Τι παράξενη που είναι η ψυχή μου… Με εκπλήσσει κάποιες στιγμές, άλλοτε ευχάριστα, άλλοτε δυσάρεστα.
Τι διαφορετικά που αισθάνομαι; Βλέμμα κενό και άδειο. Διαφέρω από πολλούς, το ξέρω. Συνειδητοποιώ καταστάσεις. Η δική μου πραγματικότητα διαφέρει από τις υπόλοιπες. Νιώθω ότι ποτέ δε θα συνηθίσω αυτή τη φασαρία που κάνουν, με βγάζει εκτός πραγματικότητας και κάποιες φορές εκτός εαυτού.
Οι δρόμοι όσο ήσυχοι και να φαίνονται, δεν είναι στην ουσία. Οι δρόμοι γέμισαν πόνο, οι ψυχές μαύρισαν, τα μυαλά γέμισαν καχυποψία και τα μάτια κοκκίνισαν από θυμό, από παραλογισμό, από αγανάκτηση.
Κουράστηκα αυτόν τον κόσμο, τον αηδίασα, με άδειασε συναισθηματικά. Μαύρισε για λίγο τις μέρες μου και βάρυνε τις νύχτες μου. Μα αυτόν τον κόσμο θα τον γκρεμίσω, θα τον αφήσω πίσω μου και είναι μονόδρομος να προχωρήσω μπροστά.
Μαρύσα Παππά