Δε φοβήθηκε ποτέ της τις αλλαγές
Post Views: 2
Και είναι και αυτό. Δεν φοβήθηκε ποτέ τις αλλαγές. Τις έκανε φίλες της γιατί ήξερε από μικρή πώς έτσι θα είναι η ζωή που της χαρίστηκε. Τη στασιμότητα φοβήθηκε. Το σίγουρο και το ασφαλές. Αυτό το “όλα καλά θα πάνε” το μίσησε όπως ο διάβολος το λιβάνι, γιατί όταν το άκουγε ησύχαζε την ανταριασμένη ψυχή της για μερικά λεπτά και μετά το πλήρωνε ακριβά. Πολύ.
Έχασε το βήμα της και σκόνταψε σε ανθρώπους που η ανασφάλειά τους ήταν τόσο μεγάλη ώστε να γίνουν τέρατα που κάθε μέρα έκλεβαν και ένα κομμάτι της. Πάντα της άρεσε το αντισυμβατικό. Έτσι και μια μέρα τα γκρέμισε όλα και έφυγε. Άφησε πίσω κάθε τι που θα μπορούσε να της δώσει πόνο ξανά και χτύπησε μια πόρτα μισάνοιχτη σε έναν άλλο κόσμο. Μια διαφορετική κουλτούρα. Πιο σκληρή. Λιγότερο ανθρώπινη. Δε φοβήθηκε, μπήκε μέσα αφήνοντας έξω από την πόρτα παπούτσια, λόγια και κουτσομπολιά.
Της πρόσφεραν απλόχερα αυτό που κάποτε ζητιάνευε. Ένα σπιτικό. Μια θαλπωρή και λίγη γαλήνη. Και ησύχασε. Έβαλε τα θεριά της ψυχής της για ύπνο. Την ξένισε όλο αυτό, μα πάντα έδινε ευκαιρία στον εαυτό της να αποδείξει αν ήταν λάθος ή σωστό. Γιατί είναι φτιαγμένη από τα λάθη και όχι από σωστά. Από θέλω και όχι πρέπει. Αυτό δε θα αλλάξει και ποτέ.
Και πέρναγαν οι μέρες και γίνονταν μήνες. Έπεσε σε γλυκό λήθαργο και ξέχασε πως όλα έχουν ένα τίμημα τελικά. Κάτι κέρδισε, μα για μια ακόμα φορά έχασε παραπάνω. Έπρεπε να ξεχάσει πως το δίκιο πρέπει να ακούγεται. Πως η ελευθερία δεν είναι δεδομένη, αλλά υπό όρους και πως τα δικαιώματα δίνονται, δεν είναι αυτονόητα.
Και ξαφνικά ξύπνησε. Και τώρα; Τώρα που βλέπει τι έδωσε λυπάται. Λυπάται γιατί η δύναμή της εξαντλήθηκε. Εδώ όμως δεν μπορεί να ζητήσει εξηγήσεις. Ούτε πώς, ούτε γιατί. Τουλάχιστον εδώ τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα από την αρχή. Εκείνη ήταν απλά κουρασμένη και ξεχάστηκε να κλειδώσει την ψυχή της. Τώρα; Τώρα περιμένει τα θεριά να ξυπνήσουν ξανά. Έχει ετοιμάσει τη βαλίτσα και κοιτάει το δρόμο που ανοίγεται μπροστά της.
Ιωάννα Νικολαντωνάκη
Post Views: 2