Μαμά, δεν έφτασα ποτέ!

«Ναι, ρε μαμά, θα σου στείλω μόλις φτάσω. Τι αγχώνεσαι; με το τρένο θα είμαι, τι μπορεί να συμβεί;»

Πολλοί το σκέφτηκαν. Κάποιοι το είπαν.

Μέσα σε λίγες στιγμές, η σιγουριά του αύριο έγινε κόμπος στο στομάχι. Υπαιτιότητα του κράτους ή μήπως ανθρώπινο λάθος;

Δεν έχει σημασία! Όνειρα, θυσίες, ζωές. Όλα αυτά εξαφανίστηκαν μέσα σε λίγες στιγμές.

Μητέρες και πατέρες δεν κοιμήθηκαν. Περίμεναν πάνω από το τηλέφωνο το μήνυμα του παιδιού τους, που θα τους ενημέρωνε πως έφτασε στο σπίτι του με ασφάλεια.

Πολλοί απ’ αυτούς θα έπαιρναν τηλέφωνο, όταν έβλεπαν πως το παιδί τους δεν κάλεσε και ήξεραν πως θα το σήκωνε το παιδί τους με απολογητικό ύφος: «Συγγνώμη, ξεχάστηκα, ναι, είμαι σπίτι έφτασα!». Αυτά τα λόγια περίμεναν πως θα ακούσουν.

Στις ειδήσεις έπαιξαν οι τραγικοί τίτλοι.

«Σύγκρουση τρένων», γράψανε.

Ο χρόνος πάγωσε. Το αίμα σταμάτησε να κυλάει στις φλέβες. Οι τηλεφωνικές γραμμές πήραν φωτιά. Όμως δεν ήρθε ποτέ η απάντηση.

Ατημέλητοι. Με πιτζάμες και νυχτικιές. Πήραν τους δρόμους και κάθε δυνατό μέσο, για να φτάσουν εκεί που εκείνο το μαραφέτι που λέγεται τηλεόραση τους διέταξε.

Φωτιές. Στάχτη. Κομμάτια που κάποτε έφτιαχναν ένα ολόκληρο κορμάκι κάλυπταν το έδαφος.

Πιστοί και άπιστοι γονάτισαν. Παρακάλεσαν τους ουρανούς: «Αν υπάρχει θεός, αν είσαι εκεί και με κοιτάς, θα σου δώσω τα πάντα. Τη ζωή μου, την περιουσία μου, τα όνειρά μου. Ως αντάλλαγμα, ζητάω μόνο να είναι το παιδί μου καλά».

Τότε ήρθαν και οι πρώτες κραυγές.

Οι προσευχές δυνάμωσαν, γιατί εκεί που τελειώνει ο άνθρωπος αρχίζει ο θεός. Ακόμα και οι άπιστοι έψαχναν μια ελπίδα. Κάπου να πιαστούν.

Όμως δυστυχώς ο θεός δε λέει πάντα ναι στις προσευχές μας.

«Το παιδί μου!» Φώναξαν οι γονείς που είχαν την τύχη να βρουν τα παιδία τους ζωντανά.

Δάκρυα χαράς και ένας ήλιος δυνατός που παραμέρισε τα σύννεφα και τους φόβους και έδωσε φως στις σκοτεινές τους σκέψεις.

«Το παιδί μου!» Ακούστηκε και πάλι. Όμως αυτή τη φορά δεν ήταν μια κραυγή γεμάτη ελπίδα. Οι διασώστες τους ενημέρωναν πως το παιδί τους είχε βρεθεί νεκρό.

Ό,τι όνειρο έκαναν αυτοί οι γονείς, όλα όσα θυσίασαν για να έχει το παιδί τους, μια μερίδα φαγητό και όλη η ενέργεια που έπαιρναν καθώς ζούσαν μέσα από τα μάτια των παιδιών τους, χάθηκαν σε μια στιγμή.

Μα και πάλι, αυτοί είναι από τους τυχερούς. Πέρασαν μέρες, οι έρευνες συνεχίζονται, αλλά πολλοί γονείς δε θα βρουν το παιδί τους ποτέ.

Η σύγκρουση, προκάλεσε θερμοκρασίες πολλαπλάσιες από αυτές που συναντάς στα κρεματόρια. Ψυχές και κορμάκια έγιναν στάχτη.

Οι γονείς, δεν θα μπορέσουν να πάρουν έστω και για μια τελευταία φορά το παιδί τους αγκαλιά. Να το σφίξουν και να πουν: “αντίο, να προσέχεις και να με περιμένεις εκεί ψηλά”.

Οπότε, έφταιγε το κράτος; Ή μήπως η εταιρία; Δεν έχει σημασία.

Μέσα σε μια στιγμή καταστράφηκαν πολύ περισσότερες ζωές απ’ αυτές που επέβαιναν στα βαγόνια.

Ψυχούλες πέρασαν απέναντι και προσπάθησαν να γράψουν: «Μαμά, δεν έφτασα ποτέ…», μα ο παράδεισος, ψυχή μου, δεν έχει κινητά!

Γιώργος Χατζηκυριάκου

About Γιώργος Χατζηκυριάκου

Μπορεί επίσης να σας αρέσει