Συνείδηση
Είναι φορές που έρχεσαι ακάλεστη στον ύπνο μου. Τρυπώνεις με το έτσι θέλω μέσα στα όνειρα μου και με δικάζεις.
Κάθεσαι σε βελούδινη καπιτονέ καρέκλα απέναντι μου και μου αναγγέλλεις ένα ένα τα κατηγορώ σου.
Με κρίνεις για τα σ ‘αγαπώ που δεν ξεστόμισα. Για τις αγκαλιές που δεν άνοιξα και τα φιλιά που δεν έδωσα. Για το κρεβάτι που δεν μοιράστηκα.
Μιλάς για την ευτυχία που αρνήθηκα και για τον ουρανό μου που έμεινε σκοτεινός γιατί εγώ η ίδια δεν κοίταξα να γυαλίσω τα άστρα και τα φεγγάρια του.
Με αποκαλείς δειλή και με λυπάσαι. Μου καταλογίζεις όλες ανεξαιρέτως τις ευθύνες για τα όνειρα που πούλησα. Για τη χαρά που στέρησα από την καρδιά μου.
Για τον έρωτα που άφησα να φύγει αμαχητί.
Με κρίνεις και με κατακρίνεις χωρίς σταματημό. Ελαφρυντικά δεν έχεις να μου δώσεις, φωνάζεις.
Και εγώ σε κοιτάω ευθεία στα μάτια μέσα μέσα από του καθρέφτη το γυαλί. Σε αγγίζω απαλά στο μάγουλο. Ένα δάκρυ ξεφεύγει από του ματιού την άκρη. Ένας λυγμός παλεύει με τον κόμπο στο λαιμό μα κρατιέται καλά ακόμα.
Ίσως έχεις χάσει τη μπάλα κοριτσάκι, μου λες πιο μαλακά και μου χαϊδεύεις τα μαλλιά.
Ναι. Ίσως. Σου απαντώ. Ίσως δεν θέλω πια μήτε να την βρω…