Εμείς για αλλού κινήσαμε κι αλλού η ζωή μας πάει
Το όνομά μου είναι … καμία.
Πετάχτηκα αλαφιασμένη. Κοίταξα τριγύρω να καταλάβω που βρίσκομαι. Ένιωθα λες και μου έριξαν στο σώμα κρύο νερό. Ο άντρας δίπλα μου κοιμόταν ήσυχα. Ευτυχώς δεν τον ξύπνησα απ το τίναγμα. Δεν αντέχω να δίνω εξηγήσεις. Μπαίνω στο μπάνιο να ρίξω νερό στο πρόσωπο και να αλλάξω τα ιδρωμένα ρούχα μου. Ποιο είναι αυτό το θλιμμένο πρόσωπο στον καθρέφτη; Κι αυτά τα μπλε μάτια γιατί είναι θολά απ τα δάκρυα; Τι έχω πάθει; Μου’ ρθε στο μυαλό το όνειρο που με τάραξε τόσο.
Ήμουν σε μια βάρκα μόνη μου, όχι μακριά απ τη στεριά. Η θάλασσα ήταν ήρεμη κι εγώ χαμογελούσα στην απόλυτη γαλήνη. Ξαφνικά άρχισα να ζαλίζομαι, χωρίς αιτία, χωρίς κύμα, χωρίς τίποτα. Ένα βίαιο ταρακούνημα με πέταξε στα νερά. Μέσα στον πανικό άρχισα να κολυμπώ προς την στεριά. Μ αυτή όλο και απομακρυνόταν. Δεν είχα αντοχές. Βυθιζόμουν. Κι εκεί λίγο πριν σβήσει η τελευταία ανάσα, ξύπνησα.
Με λένε Καμία γιατί έχω ξεχάσει το όνομά μου. Είμαι 60 χρόνων μα η ψυχή έχει άλλη άποψη. Κουράστηκα, μου ψιθυρίζει. Στέκομαι σε μια διασταύρωση και κοιτάω γύρω μου σα χαμένη. Πολλά χρόνια είμαι σ αυτή τη θέση, αδυνατώ να θυμηθώ πόσα. Έχω φτιάξει και μια σκηνή, να χώνομαι μέσα όταν έχει άσχημο καιρό. Τελευταία κρυώνω και το καλοκαίρι. Είναι θαύμα ότι ακόμη ζω. Οι κίνδυνοι περνάνε ξυστά από δίπλα μου. Τα σημάδια είναι αμέτρητα και τις περισσότερες φορές επώδυνα. Τελευταία παρατήρησα ότι οι πληγές αργούν να επουλωθούν. Είχα κάποια φάρμακα για περιπτώσεις ανάγκης μα εξαντλήθηκαν. Άλλη μια ελπίδα χαμένη.
Με λένε Καμία γιατί ξέχασα ποια είμαι. Αλήθεια ήμουν κάποτε κάποια; Έχω δυό παιδιά και άπειρες ανησυχίες αν φέρθηκα σωστά σαν μάνα. Δεν ξέρω γιατί το λέω, δεν βρίσκω στοιχεία να με ενοχοποιήσω. Κι όμως έτσι νιώθω. Αυτός ο άντρας στο διπλανό δωμάτιο είναι άγνωστος. Επέτρεψα σε έναν άγνωστο να γίνει πατέρας των παιδιών μου. Λάθη απανωτά. Μα φυσικά! Τι να περιμένεις από κάποια που την λένε Καμία.
Έχει αρχίσει να χαράζει. Κατευθύνομαι στην γνώριμη διασταύρωση. Μαζεύω όλα τα κουράγια μου. Είμαι αποφασισμένη. Θα χαλάσω την σκηνή. Θα την πετάξω. Και θα τραβήξω ένα δρόμο. Όπου με βγάλει. Μα να φύγω. Να φύγω. Κι εκεί, πάνω στην ώρα που ξεκινούσε το λυτρωτικό τέλος, ένας κίνδυνος ύπουλα με πέταξε κάτω. Άλλη μια πληγή. Αιμορραγώ. Κάποιος να με βοηθήσει! Εμένα την Καμία, να θυμηθώ το όνομά μου. Δεν έχω αντοχές. Μπαίνω στη σκηνή και περιμένω. Άλλη μια αναβολή, ίσως παντοτινή. Κι αν τύχει και ρωτήσουν ποια χάθηκε στη διασταύρωση, να πεις… Καμία!
Ζ.Χ.