9 Φεβρουαρίου 2018
Share

Χαλαρά, το γαρ πολύ του άγχους σου γεννά παραφροσύνη!

«Άγχος, στρες και αγωνία σου τη στήνουν στη γωνία…», τραγουδούσε το πάλαι ποτέ ένας Σάκης που έφυγε νωρίς .

Και ποτέ δεν κάτσαμε να αναλύσουμε τους στίχους του εν λόγω άσματος, γιατί κακά τα ψέματα δεν είναι και Νίκος Γκάτσος.

Προσέχοντας, όμως, λίγο καλύτερα αντιλαμβάνεται κανείς ότι μέσα από την ελαφρότητά του, ουσιαστικά μιλούσε από πολύ νωρίς για τη σύγχρονη μάστιγα που μας κατατρώει.

Μπορεί να μην πεθαίνουμε της πείνας, αλλά της χοληστερίνης, όμως το άγχος μας τρώει όπως το σαράκι το ξύλο.

Μάλιστα, το τραγούδι εμφατικά χρησιμοποιεί τρεις λέξεις «άγχος», «στρες», «αγωνία» με κλιμακούμενη ένταση για να καταδείξει πόσο η αρνητική αυτή κατάσταση κυριαρχεί στην καθημερινότητά μας.

Και τώρα θα μπορούσα να σας πω για το «δημιουργικό» άγχος και τη διάκρισή του από το «παθολογικό» , αλλά η γράφουσα δε διαθέτει εξιδιασμένες γνώσεις ψυχοπαθολογίας, αλλά μόνο βιωματικές.

Ναι, γιατί έχει υπάρξει περίοδος στη ζωή μου που έχω νιώσει το άγχος και την πίεση να με κυριεύουν τόσο πολύ ώστε η καθημερινότητά μου να μετατρέπεται αυτόματα σε αδιάκοπο μαρτύριο, με κίνδυνο για την υγεία και τη ζωή γενικότερα, γιατί το άγχος σωματοποιείται και υπάρχουν πλείονες μορφές ψυχοσωματικών νόσων με διάφορα συμπτώματα και απροσμέτρητα δυσμενείς συνέπειες.

Ξύπνημα από τα χαράματα για να προλάβω την κίνηση, θα χτυπήσει το ξυπνητήρι; Ποιος ξέρει, ύπνος άτσαλος να στριφογυρνάω και κάθε λίγο να ξυπνάω και να κοιτάζω την ώρα, μήπως χτύπησε και δεν το άκουσα. Καφές στο αυτοκίνητο, σταμάτα- ξεκίνα, και το ράδιο να λέει ότι είναι και μισή και μετά από λίγο παρά τέταρτο κι εγώ να είμαι μόνο δύο φανάρια πιο μπροστά από όσο ήμουν ένα τέταρτο πριν. Και κάποια στιγμή φτάνω και πρέπει να παρκάρω- αν είμαι τυχερή- και τότε να μου κορνάρουν ανελέητα, λες και αυτό μπορεί να γίνει αυτόματα χωρίς μανούβρες, κι εγώ πάλι να αγχώνομαι. Και κάπως έτσι να κυλά η μέρα και η ζωή με άγχος : «πρόλαβα;» «τι νούμερο κάνει;», «ήρθε ο μάρτυρας;», «μήπως τα πει λάθος;» , «μήπως αργήσω στο γραφείο». Και το τηλέφωνο να χτυπάει και να πρέπει να απαντώ στον κάθε πελάτη, και μοιραία να βρίζω τον κάθε μεροκαματιάρη πωλητή εταιρίας κινητής τηλεφωνίας ή παρόχου ρεύματος και εν τέλει να μην απαντώ ποτέ στη μανούλα, παρά μόνο μόλις καταλάβω ότι είναι έτοιμη να καλέσει Αστυνομία και Πυροσβεστική, θεωρώντας ότι ίσως πέθανα και τελικά να με ρωτά αν θέλω να μου μαγειρέψει κεφτέδες ή μπιφτέκια ή να με ρωτήσει το υπερεπείγον, δηλαδή  αν θυμάμαι πώς λέγανε εκείνη την ταβέρνα που είχαμε πάει μια φορά το 1996 στη Βάρκιζα για να γιορτάσουμε ότι πήραμε (πάντα στο α ΄ πληθυντικό) το lower .

Και η μέρα να κυλά έτσι, να πετάγομαι αγχωμένα σε κάθε κουδούνισμα, να γυρνάω σπίτι πτώμα, να μην τρώω σωστά, να αποφεύγω τους φίλους μου, εννοείται να μην έχω κοινωνική ζωή, και να ξεσπάω όλα τα νεύρα στους δικούς μου ανθρώπους.

Η κατάσταση όσο παραστατικά και να περιγράφηκε, και πάλι δε γίνεται αντιληπτή αν δεν αναφέρω τη λέξη «υστερία» γιατί υστερική είχα καταλήξει, γιατί τα νεύρα ήταν σπασμένα και δεν ουρλιάζει πάντα ο υστερικός, αλλά βάζει τα κλάματα για όλα και για ασήμαντο λόγο, και τι να το κάνεις που είσαι δύο μέτρα θεά όταν είσαι τόσο ξινή, στριμμένη, απομονωμένη και εν τέλει όχι εσύ;

Γιατί εκεί πια καταλαβαίνεις ότι χτυπάει το καμπανάκι. Όταν δεν αναγνωρίζεις τον εαυτό σου, όταν βλέπεις κάτι άλλο στον καθρέφτη, όταν πας να σε δεις με τα μάτια των άλλων και εκλογικευμένα λες «μα γιατί κάνει έτσι αυτή»;.

Και τότε θυμάσαι πάλι το παρκάρισμα, και αυτό που λαϊκά σου έλεγε ο δάσκαλος.

«Παρτο αλλιώς γιατί θα βρεις».

Η ζωή πάντα θα έχει απαιτήσεις και υποχρεώσεις και προβλήματα, αλλά αν πανικοβάλλεσαι στο κάθε τι και ξεσπάς σε κλάματα, υστερίες, ούτε λύση θα βρίσκεις ούτε θα περνάς καλά, ούτε στόχο θα πετυχαίνεις.

Οπωσδήποτε οι υπεύθυνοι άνθρωποι έχουν την αίσθηση της υγιούς αγωνίας για την έκβαση μίας υπόθεσης. Αυτό απέχει, ωστόσο, παρασάγγας από την ως άνω προπεριγραφείσα υστερία.

Και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί ο υπεύθυνος άνθρωπος να γίνει αναίσθητος.

Η αναισθησία δεν είναι διαχείριση.

Η αταραξία και η ψυχραιμία όμως είναι.

Το χαμόγελο, το χιούμορ, η καλή ζωή, η σωστή διατροφή, το καλό σεξ, η γυμναστική είναι.

Κι αν κάπου έχεις μπλοκάρει… θυμίσου βρε παιδί μου και πάλι το Σάκη και εφάρμοσε τον.

«Βγαίνω, καπνίζω, τα πίνω, je m’ en fou!».

 

About Ανθή Γεώργα

Γεννήθηκα στην Αθηνα, παιδί της γενιάς του 80, όταν μεσουρανούσαν η ντίσκο, το μαλλί αφανα και τα κόκκινα αυτοκίνητα. Σ αυτή τη γιγαντουπολη μένω και το απολαμβάνω, έχοντας πάνω μου ασβηστα τα σημάδια απο τις επιρροές της επαρχίας. Δύο γονείς, δύο ιδιαίτερες πατρίδες, ατελείωτα καλοκαίρια, έχω ζήσει το ένα τρίτο της ζωής εκεί. Εργάζομαι ως δικηγόρος, διαβάζω νόμους, τους ερμηνεύω, τους χειρίζομαι, τους χρησιμοποιώ σαν εργαλείο της δουλειάς. Όπως και το λόγο άλλωστε.. Σκέφτομαι με λέξεις, εκφράζομαι με αυτές και όταν δε γράφω δικόγραφα, τις κάνω προτάσεις μήπως και μπορέσω να ερμηνεύσω τους ευμεταβλητους νόμους της ζωής.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει