2 Ιουνίου 2018
Share

Μαύρες ελπίδες πάνω σε λευκά σεντόνια

 
Σε παρακαλώ μίσησε με.
Δεν αντέχω να  με αγαπάς σε έναν κόσμο που δεν σε περιέχει.
Δεν φαντάζεσαι πόσο κουράγιο κάνω κάθε φορά που μου λείπεις. 
Στάζουν οι φλέβες μου θάνατο. 
Δεν το νιώθεις; 
Πεθαίνω εγώ για να ζήσεις εσύ. 
Και δεν με νοιάζει που ξεψυχάω μακριά σου. Που δεν θα κλείνουν τα μάτια μου από την απουσία σου με νοιάζει.
Τόσες μέρες έχω να σε δω. 
 
Σε παρακαλώ μίσησε με. 
Αγαπώντας με, με φτάνεις κοντά στον Θεό. Όμως Εκείνος κατοικεί πολύ μακρυά σου. 
Δεν θέλω να ζω στον ουρανό εγώ και στην γη εσύ μόνος. 
Θέλω να ζούμε κάτω από το ίδιο σύννεφο. 
Θέλω να κάνω ταξίδια στο κορμί σου πάνω, όχι να πετάει μακριά η ψυχή μου από το σώμα μου. 
 
 
Σε παρακαλώ μίσησε με. 
Δεν θέλω την δική μου αθανασία και η αγάπη σου θα με κάνει αθάνατη. 
Θέλω να γεράσω πλάι σου, να γεμίσω όμορφες ρυτίδες το πρόσωπο μου, να δω το σώμα μου να γερνάει ευτυχισμένο, όπως όλοι οι άνθρωποι που έχουν κάποιον να ακουμπάνε πάνω. 
Δεν χρειάζεται να με αγαπάς εάν δεν μπορείς να είσαι εδώ. Κρυώνει κάθε σπιθαμή του κορμιού μου όταν λείπεις. Τρέμω σαν πουλί μακριά σου. Αρρωσταίνω στην ιδέα οτι θα χαθεί η μυρωδιά σου από πάνω μου και θα ζαρώσει το δέρμα μου στην φυγή σου. 
 
Σε παρακαλώ μίσησε με. 
Κάνε πως δεν με αγαπάς πιά. Μην έρχεσαι τα βράδια στα όνειρα μου και τα ματώνεις. 
Ξυπνάω και πονάει το σώμα μου από την έλλειψη σου.
Κοιμάμαι και αιμορραγώ στο σημείο που με αγγίξεις τελευταία φορά. 
 
Πεθαίνω το νιώθω.. 
Όμως δεν λέει να βγει η ψυχή μου, αφού νιώθει οτι κάπου σε τούτο τον κόσμο υπάρχεις εσύ και με αγαπάς. 
Είναι κακομαθημένη. 
Εάν με ακολουθούσε πάντα και δεν ένιωθε τόσο πολύ, θα είχαμε και οι δύο μας τώρα έναν υπέροχο ταυτόχρονο γλυκό θάνατο. 
Αλλά έτσι ήταν πάντα αυτή. Ατίθαση. 
Έκανε μια ζωή ότι της άρεσε, 
ποτέ ότι της έλεγαν. 
 
Μίσησε με. 
Να με αρνείσαι αντέχω.
Αν με αγαπάς υποφέρω. 
 
” Μαύρες ελπίδες πάνω σε λευκά σεντόνια “
 
Μπέττυ Κούτσιου 
 

About Μπέττυ Κούτσιου

Ονομάζομαι Μπέττυ Κούτσιου Έχω την ευλογία να γράφω..
Γράφω γιατί είναι η ανάγκη μου μαζί με τις ανάσες που παίρνω.
Δεν τις μετράω σε οξυγόνο αλλά σε λέξεις.
Γράφω γιατί αλλιώς δεν θα είχα πού να ακουμπήσω.Θα αιωρούμουν στο κενό.Τώρα ακουμπάω στα χαρτιά και τα μολύβια μου.
Ακουμπάω στις λέξεις μου που αγαπάω και με αγαπούνε και αυτές.
Ξεκουράζομαι, ηρεμώ, γαληνεύω.
Η γραφή είναι σιωπή. Είναι λύτρωση. Με σώζει και εγώ την ευγνωμονώ.
Εύχομαι σε όλο τον κόσμο που με διαβάζει να βρει την αγάπη και να γιατρευτεί από εκείνη.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει