Βράχος, να ακουμπάς απάνω μου το βάρος της ψυχής σου.
Να το σηκώνω με τους μικρούς μου ώμους και να καυχιέμαι πώς στάλα δεν πονάω.
Να παίρνεις δύναμη ξανά, να συνεχίζεις.
Ξεροτόπι, να ρουφάω λαίμαργα τα δάκρυα σου.
Να φροντίζω να βλαστίσουν και πάλι κήποι μέσα στα μάτια σου.
Πλατάνι, να κάθεσαι στη σκιά μου κάθε που έχεις ανάγκη να ξαποστάσεις, από τους ανθρώπους.
Εγώ, πηγή με γάργαρο νερό που δεν στερεύει.
Που με τρόπο θαρρείς μαγικό, δίπλα σου εμφανίζεται κάθε που διψάς για αγάπη.
Εγώ, βάρκα με γερό σκαρί, να σε γυρίζω θάλασσες να σου μαθαίνω μέρη,
να με ξεχνάς κάθε που πιάνουμε μαζί λιμάνι.
Ιωάννα Πιτσιλλή
Μικρή ήθελα να γίνω δημοσιογράφος. Κάπου στην πορεία θα χάθηκα φαίνεται. Ίσως, εν μέρει, να φέρει ευθύνη η κυρία Φι που δεν εκτίμησε στο γυμνάσιο το κειμενάκι μου με το λεωφορείο και δεν το άφησε να κάνει ποτέ του έστω μια γύρα. Η αλήθεια είναι πως μου τα τσαλαπάτησε τότε τα φτερά. Δεν βαριέσαι ! Τα έπιασα χρόνια μετά και πήρα με κόκκινες κλωστές να τα μπαλώνω!
Λένε πως τα όνειρα εκδικούνται αν μένουν ανεκπλήρωτα. Ωραία λοιπόν! Θα το πληρώσω το τίμημα… υφαίνοντας ιστορίες με νήματα στα χρώματα του ήλιου. Από το ξημέρωμα μέχρι και τη δύση του.