Ερήμην υποδεχόμαστε την προδοσία

Με υποδέχτηκες μετά βαΐων και κλάδων.

Ζητωκραύγαζαν τα έκδηλα συναισθήματά σου. Αλαλαγμοί χαράς κι ενθουσιασμού στον ερχομό μου. Με συνεπήρε η δική σου ολόθερμη υποδοχή που κάλυπτε την απεγνωσμένη σου ανάγκη για σωτηρία της ψυχής σου. Μου ζήτησες ταπεινά αφιέρωση χρόνου.

Πόσα μου είπες… Χειμαρρώδης ο λόγος σου, σαν να περίμενες καιρό για ν’ ακουστείς. Κι εγώ στάθηκα  και αφουγκράστηκα τη δική σου ανάγκη ακρόασης. Συμπλήρωσα με παραβολές για να μπορέσεις  να ταυτιστείς και να δεις τον δρόμο της αλήθειας.

Εξυψώθηκα στα θαύματα, στη μεταδοτικότητα, στην αμεσότητα, στη ζεστασιά, χαρίζοντάς σου γαλήνη, καθαρή πορεία και τρόπο σκέψης. Μπλέχτηκα όμως  και σε διωγμούς, βλασφημίες, αφορισμούς, δυσπιστίες, ειρωνείες και αμφισβητήσεις.

Έμεινα εδώ ψυχή τε και σώματι, ακόμη  κι αν ενδόμυχα το ήξερα, το γνώριζα, το περίμενα πως τόση αγάπη θα γινόταν σύντομα  ριγμένη  σταγόνα  σε καυτή άμμο, αφού τελικά δεν αλλάζει  τίποτα το προκαθορισμένο.

Προδοσία έγινε το φιλί σου καθώς με αγκάλιαζες. Το επιφανειακό  χαμόγελό σου δεν κάλυψε την άκρα σοβαρότητα του βλέμματός  σου. Το δέχτηκα όμως, αποδέχτηκα τον καλυμμένο  λόγο της αφής σου κι ας ένιωσα να ριγεί όλο μου το σώμα από την υποκρισία μπρος στα μάτια μου.

Το ακροατήριο των αυστηρών φαινομενικά δικαιολογιών σου μαζί  με το δικαστήριο της κοινής λογικής σου, απεφάνθησαν αποφασίζοντας αδιάλλακτα, οριστικά και αμετάκλητα.

Με καταδίκασες, χωρίς  να μ’ αφήσεις  καν  να υπερασπιστώ  το δικαίωμά  μου  να παραμένω άνθρωπος σωστός, μπροστά σε όλα τα αδιόρθωτα λάθη του κόσμου τούτου.

Ένιψες τας χείρας σου και με παρέδωσες στον όχλο του παράλογου για να διαλέξεις έναντι εμού και του δειλού εαυτού  σου. Με σκυμμένο κεφάλι αποδέχτηκα την σκληρή απόφαση  αφού δυστυχώς δεν μπορείς να τα βάλεις με το θεριό της μαινόμενης προκατάληψης.

Ένα-ένα τα καρφιά, τα έμπηξες πάνω μου δίχως ίχνος ευσπλαχνίας, μέσα σε μια δηλητηριασμένη σιωπή, κοιτώντας με κατάματα.

“Εγωισμός” το πρώτο κι εγώ να ωρύομαι.

“Ζήλια” το δεύτερο και να φωνάζω.

“Θυμός” το τρίτο και  να κραυγάζω.

“Κακία” το  τέταρτο και να ουρλιάζω.

“Μίσος” το πέμπτο και να σφαδάζω  από τον αφόρητο  πόνο  και  την  ακατάσχετη  αιμορραγία.

Πέντε καρφιά μέσα σε πέντε λεπτά…

Άραγε τόσο κρατάει το  μαρτύριο της αβάσταχτης οδύνης;

Ποτέ δεν πρόκειται να μάθω, γιατί  ξεψυχώ μέσα στην ερημιά  της  ανελέητης  εγκατάλειψης.

Η  αληθινή φιλία και η ανιδιοτελής αγάπη θα μυράνουν το άδειο σώμα μου, θα με ράνουν με ανθισμένα λόγια παρηγοριάς και θα μπορέσω με την πίστη τους προς τον εαυτό μου να μπορέσω ν’ αναστηθώ και ν’ αναστήσω και πάλι τη δίψα μου για ζωή.

Ανάταση ψυχής, ανάσταση ζωής.

                          Ζωή  Παπατζίκου

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Μια σκέψη για “Ερήμην υποδεχόμαστε την προδοσία”