Η ψήφος είναι γένους θηλυκού
Απ’ αρχής κόσμου, σε μια καθ’ όλα ανδροκρατούμενη κοινωνία, η γυναίκα πάντα θεωρείτο υποβιβασμένη, υποτιμημένη, υποχείριο, υπόδουλη, ένα καταδικασμένο υποζύγιο χωρίς ενεργό ρόλο, ισχυρή ύπαρξη, δυνατή άποψη κι ελευθερία κινήσεων. Όμως εδόθη μεγάλος, σκληρός και ανελέητος αγώνας άνευ προηγουμένου, κόντρα σε όλα τα στερεότυπα της τότε εποχής κι έτσι η ίδια κατάφερε να σταθεί όρθια, δυνατή και να υπερισχύσει η γνώμη, η αξία, η ζωή και η παρουσία της έναντι του ισχυρού φύλου σ’ αυτόν τον πλανήτη.
Μ.ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Οι Βρετανίδες οφείλουν τη δική τους υπερίσχυση στο δικαίωμα ψήφου στις σουφραζέτες, έπειτα από χρόνια σκληρών αγώνων τους ( ο όρος αυτός προέρχεται από τη λέξη « suffragist », που δηλώνει τον υποστηρικτή του « suffrage » , δηλαδή του δικαιώματος ψήφου), των οποίων η δράση συγκλόνισε τη χώρα και άλλαξε τον κόσμο.
Η Έμιλι Πάνκχερστ έμελλε να είναι εκείνη η δυναμική γυναίκα που σε μια τόσο δύσκολη εποχή, δε δείλιασε να υπερασπιστεί με κάθε σωστό, ανορθόδοξο ή ακραίο τρόπο, το δικαίωμα των γυναικών για ψήφο. Έγινε η ηγέτιδα του βρετανικού κινήματος σουφραζετών κι επικεφαλής στις θορυβώδεις και ανατρεπτικές διαδηλώσεις υπερ του ασθενούς φύλου. Το κίνημα της Ζηλανδίας συνδέθηκε με αυτό της Μεγάλης Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών και ήταν πλέον θέμα χρόνου να παρθεί η ιστορική απόφαση.
Οι γυναίκες διεκδικούσαν το δικαίωμα ψήφου για μισό αιώνα, δηλαδή ως το 1900, οι ειρηνικές διαμαρτυρίες όμως δεν οδηγούσαν πουθενά. Οι σουφραζέτες αποδέχονται τον χαρακτηρισμό αυτό, καθώς όπως οι ίδιες ενστερνίζονται, θεωρούνται πολεμίστριες που καθοδηγούνται από το σύνθημα:
« Πράξεις, όχι λόγια » κι έτσι προσπερνούν την άσκηση πίεσης σαν απλό τρόπο έκφρασης των αγωνιστικών τους εκδηλώσεων και ξεκινούν να δημιουργούν εμπρησμούς, να γράφουν συνθήματα σε τοίχους, να σπάζουν βιτρίνες, να βάζουν βόμβες, να κάνουν δολιοφθορές στα δίκτυα ηλεκτροδότησης και η Βρετανική αστυνομία να προσπαθεί να καταστείλει τη δράση τους. Έχουν καταγραφεί περιστατικά όπου 150 περίπου σουφραζέτες κατέστρεψαν με λιθοβολισμό τα κεντρικά καταστήματα του Λονδίνου, ενώ η επίθεσή τους στην Εθνική Πινακοθήκη ανάγκασε πολλά μουσεία αλλά και εκθέσεις να κλείσουν τις πόρτες τους για τις γυναίκες. Η ριζοσπαστικότητα αυτών των ενεργειών τους, συγκλόνισε τη Βρετανία που δεν ήταν συνηθισμένη σε αυτές τις ακραίες μεθόδους αντίδρασης.
Η πιο θεαματική δράση τους λαμβάνει χώρα το 1913, πρόκειται για τη βομβιστική επίθεση στην κατοικία του τότε πρωθυπουργού. Καθοριστική σημασία για το κίνημα, διαδραμάτισε την ίδια χρονιά, η θυσία της πρώτης ακτιβίστριας με το όνομα Έμιλυ Ντέιβισον, η οποία πέθανε στην προσπάθειά της να πετάξει ένα πανό πάνω στο άλογο του βασιλιά κατά τη διάρκεια ιπποδρομικού αγώνα κι έχασε τη ζωή της πέφτοντας κάτω από τις οπλές του αλόγου.
Μετά από αυτό το τραγικό συμβάν όμως εκατοντάδες ακτιβίστριες ρίχθηκαν στη φυλακή και άρχισαν απεργία πείνας, πριν τελικά λάβουν – δια της βιας –πρόσληψη τροφής. Πολλές ταΐστηκαν με το ζόρι, μια πρακτική που απαγορεύτηκε με νόμο που ανάγκασε τις αρχές ν’ απελευθερώσουν τις φυλακισμένες που ήταν υπερβολικά αδύνατες ωστόσο οδηγούνταν εκ νέου στη φυλακή όταν η κατάσταση της υγείας τους το επέτρεπε. Αυτές τις συνεχείς φυλακίσεις των σουφραζετών η ίδια η Έμιλυ τις θεωρούσε ως τον ιδανικό τρόπο για να γίνει γνωστός ο αγώνας τους. Σε μια διαδήλωση 300 σουφραζετών έξω από το κοινοβούλιο, με εντολή του τότε υπουργού εσωτερικών Ουίνστον Τσώρτσιλ, η αστυνομία γρονθοκοπεί τις διαδηλώτριες. Οι περισσότερες εξ’ αυτών, που ηγούντο των φεμινιστικών κινημάτων, προέρχονταν από την αστική τάξη όμως υπήρχαν αρκετές και από την εργατική τάξη. Αξίζει εδώ ν’ αναφερθεί πως η οργάνωση αυτή δεν είχε σχεδόν καθόλου την υποστήριξη της κοινής γνώμης. Οι σουφραζέτες συχνά επικρίνονταν από γυναίκες που πίστευαν ότι οι ακτιβίστριες με αυτή τους τη συμμετοχή προδίδουν τον ιερό ρόλο της μητέρας και κατ’ επέκταση της συζύγου.
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ξέσπαει και η οργάνωση σταματά να μάχεται ενεργά αφού η χώρα αντιμετώπιζει εθνικό κίνδυνο και προέχει ξεκάθαρα η ίδια και τα εξωτερικά της θέματα έναντι των εσωτερικών θεμάτων που όφειλαν να μείνουν στο περιθώριο.
Οι γυναίκες εντέλει αποκτούν δικαίωμα ψήφου στις 6 Οκτωβρίου 1918 και δέκα χρόνια αργότερα κι ενώ η Έμιλυ Πάνκχερστ δεν είναι πια στη ζωή, οι γυναίκες επιτέλους αποκτούν ακριβώς τα ίδια δικαιώματα με τους άνδρες.
ΕΛΛΑΔΑ
Στη δική μας χώρα τώρα, χρειάστηκαν δεκαετίες έντονων γυναικείων αγώνων για να μπορέσουν οι Ελληνίδες ν’ αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου.
Το 1844 ψηφίζεται το πρώτο Σύνταγμα της Ελλάδας, το οποίο ορίζει στο άρθρο 3 ότι « οι Έλληνες είναι ίσοι, ενώπιον του Νόμου », ξεχνώντας παντελώς ν’ αναφέρει τις Ελληνίδες, οι οποίες μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1920 θεωρούνταν δεδομένο ότι μόνον οι άνδρες είχαν δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογικές διαδικασίες, ενώ η γυναικεία ψήφος θεωρείτο « πράγμα επικίνδυνον άρα αποκρουστέον ».
Η Καλλιρρόη Παρρέν αποτελεί μιαν εμβληματική προσωπικότητα για την Ελλάδα και η συμβολή της ήταν καθ’ όλα κρίσιμη και μοιραία καθώς διαδραμάτισε άκρως καθοριστικό ρόλο στην πολιτική επιβολή του δικαιώματος ψήφου των γυναικών. Όντας παιδαγωγός και μια από τις πρώτες Ελληνίδες φεμινίστριες που εξέδωσε την πρώτη φεμινιστική εφημερίδα της χώρας, την « Εφημερίδα των Κυριών », στην οποία έγραφαν αποκλειστικά και μόνο γυναίκες και αυτό ήταν ένα σημαντικό επίτευγμα στην Ελλάδα του 1887, όταν ελάχιστοι γνώριζαν γράμματα και οι γυναίκες ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Η εφημερίδα έγινε δεκτή από τους Έλληνες με περιπαικτικά και υβριστικά σχόλια, όπως για παράδειγμα αρκετά χρόνια αργότερα, στην εφημερίδα « Νέα Ημέρα » της 20ης Μαρτίου 1928 αναγράφεται: « Ότι κατά την περίοδο της μηνιαίας αδιαθεσίας τους, όλες οι γυναίκες είναι ανισόρροπες και σ’ έξαλλη πνευματική κατάσταση. Επομένως, αφού δεν ξέρουμε την ημερομηνία των εκλογών ( που ίσως έχουν περίοδο ), δεν μπορούν να ψηφίσουν ».
Ο δε γνωστός συγγραφέας Εμμανουήλ Ροΐδης είχε πει υποτιμητικά: « Δύο επαγγέλματα αρμόζουν εις τας γυναίκας. Εκείνα της νοικοκυράς και της εταίρας ».
Στις δημοτικές εκλογές της 11ης Φεβρουαρίου 1934, δόθηκε για πρώτη φορά στις γυναίκες το δικαίωμα ψήφου, έπειτα από δεκαετίες αγώνων, όμως πάνω σε αυτό το θέμα χαρακτηριστική ήταν η αντίδραση της μεγάλης ηθοποιού Μαρίκας Κοτοπούλη, καθώς αρνούμενη να ψηφίσει, φέρεται να είπε: « Ψήφο θέλουν μόνο όσες είναι άσχημες και όσες αποφεύγουν να κάνουν παιδιά».
Στον αντίποδα των πολέμιων αυτής της υπέρτατης προσπάθειας για αναγνώριση της συμμετοχής της γυναίκας στο δικαίωμα ψήφου, υπήρξαν κάποιοι λιγοστοί υποστηρικτές που αναγνώρισαν το έργο και τον μεγάλο αγώνα που έδινε η Καλλιρρόη Παρρέν, όπως ο σπουδαίος λογοτέχνης Κωστής Παλαμάς – που μάλιστα της είχε αφιερώσει κι ένα ποίημα του το « Ασάλευτη Ζωή » το οποίο εκπροσώπησε την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, την Ελλάδα σε διεθνή Συνέδρια Γυναικών σε Παρίσι, Λονδίνο και Σικάγο – και ο σημαντικός Γρηγόριος Ξενόπουλος, που με την πολύτιμη βοήθειά τους κατόρθωσε να επιβάλλει τον διεκδικητικό της ρόλο για να πατάξει την αμάθεια και τις προλήψεις, εκφράζοντας έναν υγιή φεμινισμό και όχι αναστροφή ρόλων. Η δική της φωνή έκφρασης υπήρξε η πιο αντιπροσωπευτική γι’ αυτές τις διεκδικήσεις. Η ισότητα των φύλων και η απαίτηση για τη χορήγηση πολιτικών δικαιωμάτων στις γυναίκες, οδήγησε στη σύσταση πολλών γυναικείων οργανώσεων, με αποτέλεσμα κατόπιν πιέσεών τους να πραγματοποιηθεί το πρώτο σημαντικό βήμα, που γίνεται στις 5 Φεβρουαρίου 1930, οπότε και κατοχυρώνεται το δικαίωμα ψήφου – μόνο για τις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές – για τις εγγράματες Ελληνίδες άνω των 30 ετών με σχετικό Προεδρικό Διάταγμα που ψηφίζεται.
H πλήρης κατοχύρωση των πολιτικών δικαιωμάτων ψηφίστηκε στις 28 Μαΐου 1952 και στην επαναληπτική εκλογή το 1953, εξελέγη στη Θεσσαλονίκη η πρώτη γυναίκα βουλευτής ονόματι Ελένη Σκούρα και μαζί με τη Βιργινία Ζάννα υπήρξαν οι δυο πρώτες γυναίκες υποψήφιες για το βουλευτικό αξίωμα.
Σε βουλευτικές εκλογές, οι Ελληνίδες ψήφισαν για πρώτη φορά στις 19 Φεβρουαρίου 1956, οπότε η Λίνα Τσαλδάρη και η Βάσω Θανασέκου κέρδισαν την είσοδό τους στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Μάλιστα η Λίνα Τσαλδάρη έγινε και η πρώτη γυναίκα υπουργός ( αναλαμβάνοντας το υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας ) και η πρώτη γυναίκα δήμαρχος την ίδια χρονιά εξελέγη η Μαρία Δεσύλλα στην Κέρκυρα.
Η Ελλάδα άργησε αρκετά να δώσει δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, σε σχέση με πολλές άλλες χώρες του κόσμου. Η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που έδωσε δικαίωμα στις γυναίκες, ήταν η Νέα Ζηλανδία το 1893, δεύτερη η Αυστραλία το 1902 και τρίτη η Φινλανδία που το θέσπισε το 1906. Ακολούθησε η Νορβηγία το 1913 και η Δανία το 1915. Σχεδόν μισό αιώνα μετά το πραγματοποίησε η Ελλάδα κατέχοντας μια από τις τελευταίες θέσεις κατάταξης.
Αναφέροντας λοιπόν επιγραμματικά ελάχιστα σημεία αναφοράς από τον τεράστιο αγώνα που κέρδισαν οι γυναίκες του χθες και απολαμβάνουμε τη νίκη αυτή, εμείς, οι γυναίκες του σήμερα, συνειδητοποιούμε πως πέρασε σχεδόν ένας αιώνας μέχρις ότου καταφέρουν οι Ελληνίδες να φτάσουν στην κάλπη, έχοντας κατακτήσει πλήρως το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις βουλευτικές εκλογές του 1956. Πρέπει όμως να περάσουν ακόμη δύο δεκαετίες, ώσπου το Σύνταγμα του 1975 να ορίσει επιτέλους ότι « οι Έλληνες και οι Ελληνίδες είναι ίσοι ».
Επιτέλους αναγνωρίστηκε επίσημα και παγκοσμίως λοιπόν πως η ψήφος πάντα θα είναι γένους θηλυκού.
Ζωή Παπατζίκου