19 Ιουλίου 2019
Share

Τυλιχτά τσιγάρα σε μπαλκόνια και αυλές

Ο Μι Κάπα είναι ο καλύτερος φωτο-ξάδελφος στον κόσμο! Φώτο από το φωτογράφος. Ξάδελφος από την Άννα και την Μαρία. Αυτός έχει για μάνα του την Άννα, εμένα μου έλαχε η Μαρία. Ο Μι Κάπα, στα 42 του, είναι σήμερα από τους καλύτερους φωτογράφους στο νησί. Δεν θα πλατειάσω σε αυτό όμως, γιατί ξέρω πως δεν είναι του γούστου του τα εγκώμια. Θα αρκεστώ να πω πως ήμουν τυχερή αφού υπήρξα το μοντέλο του στα πρώτα του βήματα. Που δεν αφήσαμε ερειπωμένο σπίτι, σχολείο ή εργοστάσιο που να μην μπούμε μέσα να το εξερευνήσουμε και εκεί να στήσουμε τις πόζες μας.

Με τον Μι Κάπα δεν μας ενώνει μόνο η συγγένεια. Μας ενώνουν τα χρόνια της αθωότητας που τα βαδίσαμε παρέα. Κάτι κούνιες δίπλα δίπλα και κάτι δικές μας συζητήσεις στα βρεφικά. Οι κόντρες με τα μπιμπερό. Η επίβλεψη κάτω από το αυστηρό ύφος της γιαγιάς, η υπέρμετρη αγάπη του παππού. Οι εισβολές στο κελάρι. Οι μικροί θησαυροί που ανακαλύπταμε μαζί μέσα στα χαρτόκουτα όταν ξεφόρτωνε ο παππούς το απούλητο εμπόρευμα από το παλιό άσπρο βανάκι του επιστρέφοντας από τα πανηγύρια. Ένας σπιρτούλης, ένα μικρό πλαστικό στρατιωτάκι, μια καρφίτσα, μια μικροσκοπική κούκλα, ένα ρολογάκι, ήταν ότι μπορούσε να μας κάνει τότε ευτυχισμένους. Μας ενώνει ακόμα το ζεστό καλαμπόκι και το αϊράνι που τρέχαμε να αγοράσουμε από τον κυρ Γιάννη, δυο στενά πιο κάτω. Τα τυχερά κουτάκια και τα ζαχαρωτά κοσμήματα για τα οποία καταθέταμε με ευλάβεια το χαρτζιλίκι μας. Η κούνια μας, δεμένη στο μεγάλο δέντρο της αυλής, οι κότες και ο τρόμος που ξεπεταγόταν από τα μάτια μας όταν η γιαγιά έπιανε το μαχαίρι για να τις σφάξει. Τα αίματα που γέμιζαν τον τοίχο. Η φρίκη μας που χόρευε ένα συρτό και μας γλεντούσε.

Μας ενώνουν τα χρόνια στο σχολείο. Η πρώτη τάξη. Τα ξερατά του που αναγκάστηκα να μαζέψω από το θρανίο όταν ήταν άρρωστος και η δασκάλα θεώρησε τότε πως εγώ έπρεπε να διευθετήσω το θέμα, μιας και ήμουν συγγενής. Ποτέ δεν κατάλαβα τη λογική της. Ποτέ δεν θα έκανα πίσω για τον Μι Κάπα.

Ένα σπασμένο χέρι, όταν ο Μι Κάπα δεν υπολόγιζε πως ο Κυπριανός δεν θα άντεχε το βάρος της πέτρας που κουβαλούσε και την άφησε άθελά του να του κάνει τη ζημιά. Επέστρεψα τότε μόνη θυμάμαι στο σπίτι και έκλαψα στην αγκαλιά της γιαγιάς περιμένοντας τον να γυρίσει.

Με τον Μι Κάπα έχουμε τα καλοκαίρια μας. Αυτά στη θάλασσα με το πορτοκαλί κανό, που μας ανέβαζε ο θείος και ξανοιγόμασταν στα βαθιά. Έχουμε τις φορές που δοκίμαζε τις αντοχές του κάτω από το νερό και εμείς νομίζαμε πως πνίγηκε και τρέχαμε σαν παλαβά κοντά του. Τις διακοπές στη μαρμΕλλάδα, τους χάρτες, τα καράβια, τα νησιά.

Το ατύχημα του αργότερα. Τις ημέρες στο νοσοκομείο. Τα τζελ και τις κρεμ καραμέλ, που κλείναμε την κουρτίνα να μην δουν οι νοσοκόμες πως τα χλαπάκιαζα εγώ και η λαιμαργία μου.

Τον πίνακα με τη γιαγιά και τον παππού που έφτιαξε με τα πινέλα του, με το αίμα να κυλάει από τα μάτια τους. «Το αίμα είναι ο θάνατος», μου εξήγησε. Και εγώ σκέφτηκα πως δεν μπορεί να υπάρχει πιο δυνατός τρόπος να εκφράσει κανείς την απώλεια.

Μας ενώνουν οι έρωτες που περάσαμε και το σάλιο που ξοδέψαμε να μιλάμε για αυτούς πάνω σε μπαλκόνια και βεράντες καπνίζοντας το τυλιχτό μας τσιγάρο και φιλοσοφώντας τη ζωή αργότερα.

Ένα άλμπουμ γάμου που μου χάρισε, το πιο όμορφο που μπορούσα να ονειρευτώ και να έχω. Το φυλάω ακόμα και ας μην κράτησε ο γάμος. Η βάφτιση του Χρηστάρα μας, εμείς οι δυο νονοί.

Ο γάμος του. Τα παπούτσια τα ψηλά που φόρεσα μετά από χρόνια για χάρη του και που για μέρες στη συνέχεια στάθηκε αδύνατο να περπατήσω.

Μας ενώνουν ακόμα τα βεγγαλικά και οι κροτίδες από τις ταράτσες και τις αυλές. Αυτά που δεν λείπουν ποτέ από τις τσέπες του όταν γυρίζει ο χρόνος ή όταν οι ημέρες φορούν τα γιορτινά τους. Έτσι, για να φωτίζεται ο ουρανός. Έτσι για να σκιάζονται οι σκιές και τα σκοτάδια μας. Αν το καλοσκεφτείς στην τελική, μας ενώνουν ένα εκατομμύριο μικρές λάμψεις και περίπου ισάριθμοι ήχοι που ντύνονται στίχοι και τραγουδάνε στις καρδιές μας μόνο και μόνο για να τις κρατάνε ζεστές και μονοιασμένες. Και κάτι τυλιχτά τσιγάρα, σε μπαλκόνια και αυλές. Με ήλιο ή βροχές.

Ιωάννα Πιτσιλλή

About Ιωάννα Πιτσιλλή

Μικρή ήθελα να γίνω δημοσιογράφος. Κάπου στην πορεία θα χάθηκα φαίνεται. Ίσως, εν μέρει, να φέρει ευθύνη η κυρία Φι που δεν εκτίμησε στο γυμνάσιο το κειμενάκι μου με το λεωφορείο και δεν το άφησε να κάνει ποτέ του έστω μια γύρα. Η αλήθεια είναι πως μου τα τσαλαπάτησε τότε τα φτερά. Δεν βαριέσαι ! Τα έπιασα χρόνια μετά και πήρα με κόκκινες κλωστές να τα μπαλώνω!
Λένε πως τα όνειρα εκδικούνται αν μένουν ανεκπλήρωτα. Ωραία λοιπόν! Θα το πληρώσω το τίμημα… υφαίνοντας ιστορίες με νήματα στα χρώματα του ήλιου. Από το ξημέρωμα μέχρι και τη δύση του.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει