Ένα ποτάμι δάκρυα
Ένα ποτάμι δάκρυα τρέχει, τρέχει προσπαθώντας να πάρει μαζί του ό,τι σε βαραίνει, ό,τι σε καίει προσπαθεί να ελαφρύνει την καρδιά σου να εξαγνίσει τα όνειρα σου.
Τα όνειρα που γίνονται εφιάλτες.
Εφιάλτες που σαν φαντάσματα σε στοιχειώνουν και μένουν, μένουν να σε φοβίζουν και να σε πληγώνουν.
Σε κάνουν να φωνάζεις στον ύπνο σου, στον ύπνο που ποτέ δεν είναι ήσυχος, που ποτέ δεν είναι γαλήνιος, και σε κάνουν να ξυπνάς ιδρωμένη και τρομοκρατημένη για άλλο ένα βράδυ.
Εφιάλτες που σαν πύρινες φλόγες ξεπηδούν στο πέρασμά σου και λιώνουν τη σάρκα της ψυχής σου. Εμπρηστές της ζωή σου.
Ποσό ακόμα; Ποσό;
Άσε το ποτάμι να περάσει και να παρασύρει το φόβο και τον πόνο, τους εφιάλτες, τα άσχημα συναισθήματα.
Να ξεπλύνει τη λάσπη που μπλέκεται στα πόδια σου και σαν βούρκος σε τραβάει σε βουλιάζει σε πνίγει.
Άσε να περάσει, να πάρει τα ξερά κλαδιά που μείνανε να σου θυμίζουν τη βλάστηση που χανόσουν μέσα της τις ανοιξιάτικες μέρες της ζωής σου, και που καταστράφηκε μάταια και ασυλλόγιστα.
Να πάρει τη θλίψη που σαν στεφάνι αγκάθινο σε τυλίγει ασφυκτικά σε περικλείει.
Να παρασύρει τη πύρινη λαίλαπα που σε κυνηγάει, να τη σβήσει.
Να απαλύνει τα σημάδια στη καρδιά σου και τις πληγές από το κορμί σου.
Να πρασινίσει τη φύση γύρω σου και να φέρει την ελπίδα που λαχταράς.
Να σε αφήσει αγνή και δυνατή ανατέλλοντας το χαμόγελο στα χείλη, τη λάμψη στα ματιά και τη φλόγα στη καρδιά.
Και όλα θα είναι και πάλι δυνατά.
Χριστίνα Καριστιάνου