3 Φεβρουαρίου 2020
Share

Βιάστηκες πολύ να φύγεις παππού…

Η ζωή είναι δύσκολη παππού…
 
Έχει μια γεύση, στυφή και πικρή μαζί.
Καμιά φορά γλυκίζει, αλλά είναι για τόσο λίγο, που δεν προλαβαίνεις να μερώσεις το πληγιασμένο σου στόμα.
 
Η ζωή είναι σκληρή παππού…
Πονάει σαν τη βέργα πάνω στο βρεγμένο δέρμα.
Σαν το ιώδιο πάνω στην ανοιχτή πληγή.
Περνά και χαράζει ολοένα και περισσότερες αυλακιές στο πρόσωπο μου.
Το σκάβει, το ξεραίνει, το ασχημαίνει.
Τα ίδια και χειρότερα όμως κάνει και στην ψυχή μου παππού…
Κι αυτό δεν αντέχεται σου λέω!
 
Η ζωή ώρες ώρες είναι ανυπόφορη παππού…
Τίποτα δεν είναι τελικά σαν τα παραμύθια που μου διάβαζε η γιαγιά.
Εσύ δε μου διάβαζες παραμύθια.
Μήτε έλεγες κάτι.
Το ήξερες, έτσι δεν είναι;
Το ήξερες πως όλα εκείνα ήταν ψέμματα.
Ουτοπικές παρηγοριές, προσωρινές ασπίδες για τις τότε παιδικές ψυχούλες μας.
 
Εγώ όμως τα πίστευα τα παραμύθια παππού…
Πίστευα ότι κάποτε το καλό νικάει το κακό, ότι κάποια στιγμή έρχεται η δικαίωση κι ότι στο τέλος όλοι χαμογελάνε ευτυχισμένοι… 
 
Γιατί δε μου έλεγες την αλήθεια παππού; 
 
Ξέρω… μ’ αγαπούσες πάρα πολύ!
Αν και ήσουν πάντα σοβαρός, συγκρατημένος και λιγομίλητος, το ένιωθα πόσο πολύ με αγαπούσες!
Είχες έναν δικό σου, μοναδικό τρόπο να μου το περνάς αυτό.
Ίσως δεν έλεγες πολλά για να μην πεις ψέμματα. 
Γιατί εσύ την ήξερες καλά τη ζωή κι απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη.
 
Μα δεν παραπονιόσουν ποτέ παππού… 
Έπνιγες μέσα στο τσιγάρο και τη σιωπηρή σου γαλήνη όλο το μαρτύριο που πέρναγε η καρδούλα σου, μέχρι την ύστατη σου πνοή.
Εκεί, μέσα στην αγκαλιά του λατρεμένου σου παιδιού, που φεύγοντας εσύ, του τράβαγες άθελά σου και τη γη κάτω από τα πόδια του…
 
Ποτέ δεν ήθελες να πληγώνεις τους ανθρώπους που αγάπαγες κι ας το είχαν κάνει αυτό σε σένα πολλοί από αυτούς. 
Γι αυτό δε μίλαγες.
Μόνο δούλευες. 
Μόνο έδινες.
Μόνο υπέμενες καρτερικά. 
Μόνο αγαπούσες…
 
Μου λείπεις παππού… 
Δε σε χόρτασα!
Δεν πρόλαβες να μου δώσεις όλη την αγάπη που φύλαγες μέσα σου για μένα. 
Δεν πρόλαβα να σου δώσω τις χαρές που λαχταρούσες να δεις από μένα παππού… 
 
Βιάστηκες να φύγεις!
Μάλλον δεν άντεχες άλλο την αχαριστία και την απανθρωπιά που εισέπραττες από κάποιους, αντί για ευχαριστώ. 
 
Και τι δε θα ‘δινα να γύριζα για λίγο το χρόνο πίσω! 
Να ήτανε, λέει, Κυριακή και να ερχόμουν, όπως κάθε Κυριακή, στο χωριό να σε δω.
 
Να σε αντίκριζα για μια στερνή φορά εκεί στη βεράντα, στη γωνίτσα σου, πάνω στο μαξιλαράκι σου καθισμένο, να πίνεις με ιεροτελεστία το καφεδάκι σου το μερακλίδικο παρέα με το τσιγάρο σου!
 
Θα καθόμουν δίπλα σου, θα με αγκάλιαζες και θα με ρώταγες αν είμαι καλά και πώς πάει το σχολείο.
Και θα καμάρωνες!
Ένιωθα πόσο πολύ καμάρωνες… 
 
Ύστερα θα άνοιγες την αποθήκη.
Η αποθήκη… ολόκληρο βασίλειο στα μάτια μου, που λάτρευα να εξερευνώ!
Τσουβάλια με σπόρια και καρπούς, κασόνια με λεμονάδες, πορτοκαλάδες και γκαζόζες κι άλλα καλούδια μας περίμεναν  να τα λεηλατήσουμε! 
Εργαλεία και διάφορα άλλα πράγματα πάντα τακτοποιημένα  να αντανακλούν τη νοικοκυροσύνη σου!
Κι ο μεγάλος αργαλειός, εκεί στη θέση του να περιμένει τα μαγικά χέρια της μητέρας να πάρουν κουρελάκια και να φτιάξουν θαύματα!
 
Πού πήγαν όλα αυτά παππού; Πού; 
Μου λείπουν τόσο πολύ! 
Πού πήγες κι εσύ παππού;
Μου λείπεις, πιο πολύ απ’ όλα μου λείπεις παππού!! 
 
Σ’ αγαπάω παππού… 
Δεν ξέρω αν στο είπα ποτέ, δε θυμάμαι.
Ήμουν μικρή και πάντα ντροπαλό παιδί.
Στο λέω όμως τώρα και ξέρω ότι μ’ ακούς!
 
Σ’ αγαπάω παππού…
Να με προσέχεις, όπως τότε.
Ακούς; 
Να με προσέχεις!
 
Κατερίνα Πανταλέων

About Κατερίνα Πανταλέων

Ποιά είμαι; Νομίζω πως μέχρι την ύστατη πνοή θα ψάχνω να το βρω.. Ως γέννημα - θρέμμα της πιο ερωτικής πόλης, είμαι φανατική οπαδός και υποστηρίκτρια της αγάπης και του έρωτα.. Γράφω για όλα αυτά που βλέπω, ακούω και ζω, για όλα όσα ονειρευομαι, για όλα εκείνα που δε θα ζήσω ποτέ.. Γράφω γιατί έτσι ανασαίνω περισσότερο οξυγόνο, γιατί έτσι ξορκίζω καθετί που με πονάει, γιατί απλώς δε γίνεται να μη γράφω.. Ποιά είμαι; Ίσως και να 'μαι τελικά μία πριγκίπισσα, που κατά λάθος ξέφυγε από κάποιο παραμύθι κι όλο ψάχνει το δρόμο να γυρίσει πίσω σε αυτό..

Μπορεί επίσης να σας αρέσει