Ο μονόλογος μιας ραδιοφωνικής παραγωγού
Στη γωνία της Αγ. Ιωάννου και Μασσαλίας, σε ένα διώροφο κτίσμα, στεγάζεται ο ραδιοφωνικός σταθμός που εργάζεται η Μάρθα. Στη δουλειά της έρχεται πάντα προετοιμασμένη, έχει ήδη γράψει το μονόλογο της, και έχει προβλέψει να συμπληρώσει και επί τόπου μερικά εύστοχα σχόλια. Στην εκπομπή της, είναι αυτή μπροστά από το μικρόφωνο αλλά στην επιλογή της μουσικής εναλλάσσονται ανάλογα με τις ημέρες δυο άτομα. Την Κυριακή στον ήχο είναι ο Αριστείδης που είναι και πολύ καλός στη δουλειά του και πολύ αγαπητός της φίλος. Καθώς προχωρούσε προς το σταθμό, η Μάρθα σκεφτόταν: «σήμερα θα είναι μαζί μου ο Αριστείδης, θα είμαστε ένα καταπληκτικό δίδυμο, σε μια καταπληκτική εκπομπή».
Όταν κόντευε να φτάσει στο κτίριο, είδε στη Μασσαλίας μαζεμένο κόσμο και τότε θυμήθηκε την προγραμματισμένη πορεία που είχε αναγγελθεί. Ευχήθηκε μέσα της να πάνε όλα καλά και ανέβηκε τις σκάλες για το στούντιο. Τα πράγματα γύρω της ήταν όπως κάθε φορά, ο Αριστείδης στη κονσόλα του ήχου την καλωσόριζε και της χαμογελούσε. Tον χαιρέτησε εγκάρδια και έκατσε γρήγορα στη θέση της. Η μουσική ξεκίνησε. Ήταν ένα πολύ παλιό νέγρικο μπλουζ από μια υπέροχη βραχνή φωνή. Η Μάρθα σκέφτηκε την καταπίεση εκείνων των χρόνων αλλά και τη σημερινή, την πιο ύπουλη του υποτιθέμενου πολιτισμένου κόσμου. Αποφάσισε γρήγορα να αλλάξει το θέμα της και να μιλήσει και να συμπαρασταθεί στους ανθρώπους που βρίσκονταν εκεί κάτω στον δρόμο για την πορεία. Έκανε ένα νεύμα στον Αριστείδη να δει το δρόμο και τους ανθρώπους της πορείας και να προσαρμόσει τη μουσική στην δική της εκφώνηση.
Οι άνθρωποι διαδήλωναν για τα μέτρα της κυβέρνησης, πάλι τα νομοσχέδια ήταν εναντίον των πολιτών.
Η Μάρθα μιλούσε τώρα καθαρά υπέρ των διαδηλωτών γιατί παρά τον πολιτισμό και τις κατακτήσεις, κινδύνευαν οι ατομικές ελευθερίες. Οι φωνές από την πορεία ήταν πολύ έντονες, προφανώς είχε μαζευτεί πολύς κόσμος αλλά πρέπει να είχε δημιουργηθεί και συμπλοκή με τα ΜΑΤ. Ήταν από εκείνες τις άδικες μάχες μεταξύ πολιτών και αστυνομίας, που νιώθεις ότι οι «προστάτες, είναι και οι δυνάστες σου». Τα ΜΑΤ στην προσπάθεια τους να διαλύσουν το πλήθος, έσπρωχναν τον κόσμο και κάποιοι διαδηλωτές έχαναν την ισορροπία τους και έπεφταν. Ένας από αυτούς που έπεσαν και τραυματίστηκε και κατά την πτώση του, ήταν ο Βασίλης, ένας φοιτητής της Α.Σ.Ο.Ε.
Τραυματισμένος όπως ήταν, σκέφτηκε να φύγει από το δρόμο για να μην εμποδίζει, και μπήκε στην είσοδο του σταθμού. Ο Βασίλης περίμενε εκεί ενώ πονούσε πολύ στο δεξί του πόδι και ο πόνος όσο περνούσε η ώρα γινόταν και πιο έντονος. Η εκπομπή έφτασε στο τέλος της. Η Μάρθα που είχε προλάβει και είχε πει όσα κατά τη γνώμη της έκρινε σωστά, σηκώθηκε από τη θέση της και αποχαιρέτησε τον Αριστείδη. Κατεβαίνοντας τις σκάλες του σταθμού είδε τον τραυματισμένο Βασίλη να σφαδάζει από τον πόνο. Το παιδί πέφτοντας είχε χάσει το τηλέφωνο του και δεν μπορούσε να ζητήσει βοήθεια, ευτυχώς όμως η Μάρθα έφτασε την κατάλληλη στιγμή. Κάλεσε ένα ασθενοφόρο που άργησε παραπάνω από το αναμενόμενο και συνόδεψε το παιδί στο νοσοκομείο. Όση ώρα περίμενε για τη νοσηλεία του Βασίλη, σκεφτόταν όλα όσα είχαν συμβεί τις τελευταίες ώρες και αναρωτιόταν: “Άραγε μπορούν να επιφέρουν ουσιαστικές αλλαγές, έστω και μικρές, ή είναι όλα χαμένη υπόθεση;” Μετά από αρκετή σκέψη κατέληξε ότι εάν θέλει έναν καλύτερο κόσμο, θα πρέπει η ίδια όπως και ο καθένας μας να κάνει αυτό που της αναλογεί.
Παρασκευή Φωτοπούλου