Γλυκέ μου, Οδυσσέα!
Post Views: 7
Γλυκέ μου, Οδυσσέα, σου γράφω από τη μακρινή χώρα που επέλεξα να ζήσω. Μακριά από όλους αυτούς που σκοτώνονταν στο όνομά μου. Αυτός ο πόλεμος είπανε πως έγινε για ‘μένα. Για την ομορφιά μου που ξελόγιασε τον Πάρη, του πήρε τα μυαλά και με έκλεψε. Κι ύστερα όλοι αυτοί ξεκίνησαν για να με βρουν και να με φέρουν πίσω.
Γλυκέ μου Οδυσσέα, σου γράφω γιατί από όλους τους ανόητους άντρες που γνώρισα στη ζωή μου, μόνο εσένα ξεχώρισα. Καμιά τιμή, καμία τάξη, τίποτα από όλα όσα είπαν δεν ήταν τελικά η αιτία του πολέμου. Ούτε εγώ ήμουν. Μήτε ο Μενέλαος, που γυναίκα του τόσα χρόνια με είχε με έμαθε, μήτε ο Πάρης που ερωτεύτηκε παράφορα μιαν εικόνα, μήτε κανείς από όλους αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους όταν πολέμησαν δε σκέφτηκε εμένα.
Κανείς δε στάθηκε να ρωτήσει τι ήθελε η Ελένη. Τα μάτια μου να διαβάσει, τα χέρια μου να πιάσει, να νιώσει όσα νιώθω. Ένα τρόπαιο ήμουν για όλους αυτούς τους άδειους άντρες. Ένα τρόπαιο πολέμου, κάτι για να χορτάσουν τη δίψα τους για αίμα, για εξουσία, για νίκη, για δύναμη. Αίγλη να αποκτήσουν ήθελαν δίπλα σε μια όμορφη γυναίκα.
Γλυκέ μου, Οδυσσέα. Όλοι ίδιοι ήταν στα μάτια μου. Καθένας είχε το λόγο του για να αφήσει το αίμα του να κυλήσει στα χώματα της Τροίας. Αλλά εσύ… Θυμάσαι εκείνη τη βραδιά που έσπασες την πύλη της Τροίας; Ήρθες και με βρήκες δίχως δισταγμό και φόβο κανέναν. Ήξερες πού ήμουνα… ο μόνος άντρας που μπόρεσε να μπει στο μυαλό μου και να βρει πού ειχα κρυφτεί. Με κοίταξες καλά στα μάτια, με άρπαξες απ’ τα χέρια, με σήκωσες ψηλά και με κοίταζες παράξενα. Τότε κατάλαβα πως ήσουν ο πρώτος άντρας που πραγματικά μπόρεσε να με δει. Κι ύστερα με άφησες να γλιστρήσω στο στέρνο σου… Και εκεί που νόμιζα πως η αντρική σου δίψα για νίκη θα με παραδώσει στα χέρια του Μενέλαου και ο πολεμος θα λήξει, γύρισες και με ρώτησες: “εσύ, Ελένη, τι θες;” Με άκουσες κι ύστερα άφησες ελεύθερο το κορμί μου. “Πήγαινε”, μου ‘πες και έφυγες και με άφησες και εμένα να φύγω, χωρίς κίνδυνο να ‘χω κανένα, με ακόμα ενα τετραπέρατο σχέδιο του μυαλού σου, που κανένας άλλος παρά μονάχα εσύ θα μπορούσε να σκεφτεί. “Η Ελένη δεν ειναι πια εδώ” άκουσα να βροντοφωνάζεις και άφησες τον πόλεμο να συνεχίζεται και τους ανόητους να σφαγιάζονται.
Γλυκέ μου, Οδυσσέα. Πάνε 50 χρόνια απο τότε που ο ναρκισισμός, η απληστία, το γόητρο, η δίψα και η πείνα δε λένε να αφήσουν αυτούς τους άντρες. Ακόμη πολεμάνε “για την Ελένη!” λένε. Ακόμη βάφουν το όνομά μου με το αίμα τόσων ανθρώπων. Για ποιαν Ελένη πολεμάνε ακόμη, Οδυσσέα; Τα μαύρα μου μαλλιά άσπρισαν, έχω γεράσει πια. Μα ακόμη αυτοί οι ανόητοι σκοτώνονται, λένε, για την ομορφιά μου. Όλοι αυτοί οι άντρες δεν ερήμωσαν, δε λεηλάτησαν τα χώματα της Τροίας, μα μήτε τα δικά μου. Εσύ, ο μόνος που κατέκτησε την Τροία της ψυχής μου.
Γλυκέ μου, Οδυσσέα, πάνε τόσα χρόνια απο τη μέρα που ανταμώσαμε και ίσως ποτέ δεν ξανανταώσουμε. Μα πάντα θα μας δένει κάτι κοινό: Τόσο εγώ, όσο και ‘συ, ξέρουμε πως καμιά Τροία δεν μπορεί να κερδηθεί με ψεύτικα αλογάκια.
Ελένη Καρβουνάρη
Post Views: 7