Μαζί σου…
Ήρθες όταν εγώ δε σε περίμενα. Ήρθες όταν εγώ είχα πειστεί πως ο δρόμος μου πλέον θα είναι μοναχικός. Άλλωστε, μέχρι τώρα, ό,τι έλεγα το τηρούσα. Ήξερα λοιπόν πως κάποια στιγμή θα έκλεινα και με τα χρόνια τα μοιρασμένα σε ιστορίες μισές, δανεικές. Άρρωστες από ζήλια, ανασφάλεια και μιζέρια. Θα έφτανε η στιγμή να πάρω μια βαλίτσα με τα απολύτως απαραίτητα και να χαθώ. Μεταφορικά και κυριολεκτικά.
Ήρθες όμως και μαζί σου ήρθαν όλα τα ποτέ μου και τα πάντα που επιμελώς απέφευγα να πω και να βλέπω κάθε μέρα μπροστά μου. Μαζί σου είδα να σε διώχνω και να στέκεσαι μπροστά μου και να μου λες πως όσο σε διώχνω, τόσο θα με πλησιάζεις. Μαζί σου είδα να ξυπνάω το πρωί και να βρίσκω επίτηδες έτοιμο καφέ στο τραπέζι, για να μου αλλάξεις όπως μου λες, το πως “εγώ τον καφέ μου, γουστάρω να τον πίνω στην ησυχία μου”.
Μαζί σου είδα να με περιμένει ένα τραπέζι στρωμένο και μαγειρεμένο φαγητό, όσο κουρασμένος και να είσαι. Μαζί σου είδα τα χρόνια που επίτηδες προσπαθούσα να δημιουργήσω ένταση στη σχέση και να γίνει τσακωμός, νομίζοντας πως έτσι κάνω ένεση ζωής σε κάτι σχεδόν πεθαμένο. Εσύ την ώρα που το μάτι άστραφτε χαμήλωνες το κεφάλι και άνοιγεις την πόρτα λέγοντας: “σε λίγο θα έρθω πάλι και θα σε πάρω αγκαλιά, έχεις δικά σου πέντε λεπτά για να τσακωθείς με την πάρτη σου”.
Μαζί σου κατάλαβα τελικά γιατί οι περισσότεροι ζήταγαν αυτό το γαμημένο μαζί που εγώ σιχτίριζα σαν το χειρότερο αμάρτημα. Μαζί σου, για όσο κρατήσει το μαζί σου, για όσο περισσότερο. Βλέπεις οι άνθρωποι τελικά γινόμαστε άπληστοι όταν βρούμε την αγάπη. Ιδίως εκείνοι σαν του λόγου μου, που έβγαζαν φλύκταινες στο άκουσμα της…
Ήρθες όταν εγώ δε σε περίμενα. Όταν όλα ήταν πια κανονισμένα. Σου είπα κάποτε πως είμαστε μια στιγμή και μου απάντησες πως ο χρόνος είναι εφεύρεση του ανθρώπου και πως εσύ εμπιστοσύνη έχεις σε αυτά που δημιουργείς εσύ και όχι σε αυτά που σου επιβάλλονται. Μαζί σου νιώθω την ανάγκη να πάω στη θάλασσά μου και να είσαι δίπλα μου την ώρα που αμίλητη κοιτάω το μπλε της, που της μιλάω με την ανάσα μου και μου απαντάει με τον κυματισμό της. Ναι, μαζί σου θέλω να καταρρίψω την ιδέα πως μόνη έπρεπε να βιώνω αυτή τη μαγική τελετουργία. Και όμως, την ώρα που μου έσφιξες το χέρι και βυθίστηκαν τα δάχτυλά μας στην άμμο και τότε κατάλαβα τι σημαίνεις τελικά για μένα.
Ναι, η θάλασσα είναι η μάνα μου, ο πατέρας μου, το παρεάκι και η παρηγοριά μου. Στο είχα πει και βιαζόσουν να πάμε να τη γνωρίσεις και να με δεις στο περιβάλλον που χρόνια ζούσα, εκεί στο μπλε. Και ας σου είπα πως πουθενά δεν είναι σαν τον τόπο μου. Είχες την απάντηση. “Ο τόπος σου είναι εκεί που δε θα κλαίει άλλο η καρδιά σου”. Ναι λοιπόν. Έχω την ανάγκη να το ξέρεις αυτό το μαζί. Όχι οποιοδήποτε μαζί. Το μαζί σου!
Ιωάννα Νικολαντωνάκη