Η θεία Ερασμία

Όταν ο Χαράλαμπος ήρθε να με ζητήσει από τον πατέρα μου στο σπίτι στο χωριό, έγινε ένας τρελός χαμός.
Ήταν ένας χαμός που σιγόβραζε μέρες πριν, σαν σουπίτσα που την αφήνει κάνεις στο μάτι για να ζεσταθεί. και που όταν χτυπήσει η θερμοκρασία κόκκινο πετάγεται από τη μαρμίτα και μοιράζει απλόχερα εγκαύματα γύρω γύρω.
 
Είχε μαζευτεί το συγγενολόι από νωρίς στο σπίτι, με τις αντιρρήσεις και τις ενστάσεις του μαζί, και ενώ είχαμε συνεννοηθεί ότι το θέμα εθεωρείτο λήξαν και ότι τον Χαράλαμπο θα τον παντρευόμουν ο κόσμος να χαλάσει, εντούτοις κανένας δεν κατάφερε να κρατήσει το στόμα του κλειστό από την ώρα που ο μελλοντικός σύζυγος μου πέρασε μαζί με το τριανταφυλλένιο μπουκετάκι του το κατώφλι μας.
 
Μπηχτές και κακίες έπεφταν σαν μολότοφ μέσα στο σαλόνι μας και έπνιγαν με την κάπνα τους τον μελλοντικό γαμπρό. Αφού είχα χάσει την ψυχραιμία μου και ήμουν στα πρόθυρα να χάσω και τον αυτοέλεγχο μου και να ξεκινήσω να βρίζω και να χτυπάω τα ντουβάρια αφού δε θα ήταν πρέπον να χτυπήσω συγγενικά μούτρα και κορμιά, έγινε κάτι απρόσμενο.
 
Η θεία Ερασμία, η μεγαλύτερη σε ηλικία αδελφή του πατέρα μου, σηκώθηκε από τη βελούδινη μπαρόκ πολυθρόνα που καθόταν και παρακολουθούσε την σκηνή αμίλητη. Ζήτησε από τον πατέρα να την ακολουθήσει στην κουζίνα. Όταν επέστρεψαν ο πατέρας ζήτησε από το Χαράλαμπο να σηκωθεί, το φίλησε σταυρωτά και μας έδωσε την ευχή του, ενώ είπε στη μάνα να ανοίξει δυο μπουκάλια από το καλό κρασί που φύλαγε στο κελάρι.
 
Τη θεία δεν τη ρώτησα ποτέ τι είπε στον πατέρα εκείνη την ημέρα και τον έκανε να αφήσει στην μπάντα τους ενδοιασμούς. Ήξερα, χωρίς να την ρωτήσω. Ήταν πάντα η σοφή της οικογένειας άλλωστε. Είχα προσέξει πώς την ώρα που όλοι οι υπόλοιποι κοίταζαν την τσέπη του Χαράλαμπου και τα ταλαιπωρημένα από τη δουλειά χέρια του, η θεία Ερασμία διάβαζε τα μάτια του. Και ήξερε όπως και εγώ πως ήταν καθαρά. Και πως ξεχείλιζαν από κάτι σπάνιο. Καθαρή σαν νεράκι αγάπη.
 
Ιωάννα Πιτσιλλή

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *