Θα τα καταφέρω!
Είναι μέρες που ξυπνάω χαρούμενη.
Με μια γλυκιά υποψία χαμόγελου
και ένα ίχνος ηλιαχτίδας να μου ζεσταίνει
το άδειο μου κορμί.
Μέρες φωτεινές ακόμα κι αν έξω βρέχει.
Μέρες γεμάτες ελπίδα
που βρίσκω νόημα ακόμα και
στις σταγόνες της βροχής.
Μέρες που λατρεύω να βγαίνω έξω,
να βλέπω τον κόσμο
και να χάνομαι σ’ αυτόν.
Μα υπάρχουν και οι άλλες.
Εκείνες που μοιάζουν με νύχτες ατέλειωτες και
με άδεια ρημαγμένα γραμματοκιβώτια.
Νύχτες σκοτεινές που το κορμί αρνείται να σηκώσει το βάρος του.
Λες και ξαφνικά, σηκώνει όλο τον κόσμο στους ώμους του.
Λες και βρίσκεται στον πάτο του βυθού,
εν μέσω παλιρροϊκού κύματος.
Νύχτες που το νόημα με εγκαταλείπει.
Η ματαιότητα κι η απόγνωση με κατακλύζουν.
Για όσα δεν έζησα.
Για όσα αναβάλλω.
Για όσα δε θα ζήσω ποτέ.
Κάπου στη πορεία έχασα τα όνειρα μου,
μα δεν ήμουν αρκετά δυνατή για να δημιουργήσω νέα.
Κάπου στην πορεία έχασα τον εαυτό μου,
κι αυτές τις νύχτες το φάντασμα του με στοιχειώνει.
Είναι που αδυνατώ να δεχθώ
πως όσα με πληγώνουν είναι για το καλό μου
Είναι που δε θέλω να πιστέψω,
πως όσοι μου φώναξαν πως θα είναι εκεί για μένα,
ήταν οι πρώτοι που έμπηξαν το μαχαίρι στην πλάτη μου.
Τέτοιες νύχτες χάνω τις ελπίδες μου.
Πώς το μέλλον μου να είναι καλύτερο
από το μισοάδειο παρελθόν μου;
Το αύριο που ονειρεύτηκα,
χάθηκε στη μετάφραση με το χθες
και κόλλησα σε ένα αποπνικτικό σήμερα.
Όταν όλα γύρω μου θολώνουν
και τα δάκρυα προσπαθούν να ηρεμήσουν
την καταιγίδα εντός μου,
όταν όλα μοιάζουν μάταια
κι η ζωή μου μια φορτική επανάληψη
διεκπεραίωσης καθημερινών αναγκών,
χωρίς καμιά ουσία, χωρίς καμιά ευτυχία,
τότε κλείνω τα μάτια σφιχτά.
Κάνω τα βλέφαρα ασπίδες να σταματήσουν τα δάκρυά μου,
ίσως και τον πόνο μου.
Δεν εθελοτυφλώ, απλώς αναζητώ τη δύναμή μου.
Την ίδια δύναμη που πίστεψα πως έχασα.
Μα η δύναμη είναι ενέργεια, δε χάνεται,
μόνο αλλάζει μορφές.
Κι αν τροφοδοτώ τη θλίψη μου
αυτή θα με γεμίζει.
Με τα μάτια ασφυκτικά κλειστά
χάνομαι στον κόσμο μου και παίρνω ελπίδα από τις λέξεις μου.
Κι ύστερα ονειρεύομαι το μέλλον μου.
Κι ας μοιάζει ερείπιο,
έχω τη δύναμη να χτίσω ουρανοξύστες.
Μέχρι να ξημερώσει το σκοτάδι θα έχει ήδη διαλυθεί.
Κι όταν ο ήλιος πάρει τη θέση του
μπροστά από τα σύννεφα,
εγώ θα γελάω ευτυχισμένη.
Όχι γιατί ζω τη ζωή που ονειρεύτηκα.
Μα γιατί ονειρεύομαι ακόμα
τις καλύτερες μέρες.
Γιατί δεν αφήνω την μεμψιμοιρία να εγκλωβιστεί στα κύτταρά μου.
Την εκτονώνω κάτι τέτοιες σκοτεινές βραδιές
και χάνει τον έλεγχο της στη ζωή μου.
Θα χαμογελώ λοιπόν, κάθε που ξημερώνει.
Όχι γιατί είναι όλα ιδανικά,
μα γιατί στην αδυναμία τους
έχτισα το σπίτι μου.
Κι αν αύριο καταρρεύσει, θα το χτίσω ξανά.
Δε δαμάζεται η επιμονή από την απόγνωση.
Θα τα καταφέρω κι ας είναι το τελευταίο πράγμα που θα κάνω!
Φιλίνα Ιγνατιάδου